Στην ΕΛΑΣ γνώριζαν για τη «μαζική αδιαφορία» αστυνομικών για υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας
Το έγγραφο έφερε στη δημοσιότητα το In.gr, και σε αυτό αποτυπώνονται τόσο οι πλημμελείς ενέργειες αστυνομικών αναφορικά με υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, όσο και οι προσπάθειες πολλών εξ αυτών να αποτρέψουν ή να αποθαρρύνουν τα θύματα, που συχνότερα είναι γυναίκες, να προχωρούν στις σχετικές καταγγελίες.
«Παραλείψεις αστυνομικού προσωπικού κατά τον χειρισμό των υποθέσεων ενδοικογενειακής βίας» είναι ο τίτλος του εγγράφου που παρουσιάζεται, με ημερομηνία 2 Ιουλίου 2020, και σε αυτό αναφέρεται μεταξύ άλλων, πως «παρά την προφανή σημασία που αποδίδεται στο εν λόγω φαινόμενο το Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας έχει γίνει δέκτης παραπόνων και καταγγελιών από φορείς και πολίτες αναφορικά με παραλείψεις κατά το χειρισμό τέτοιου είδους υποθέσεων» ενώ ακόμα πιο ξεκάθαρα, υπογραμμίζεται πως «Οι εν λόγω καταγγελίες αφορούν κυρίως στην αποθάρρυνση των πολιτών στην υποβολή καταγγελιών, στην άρνηση λήψης μήνυσης καθώς και στην εν γένει μη εκδήλωση των ενδεδειγμένων ενεργειών. Όπως επί παραδείγματι αναζήτηση σύλληψη του δράστη και παραπομπή του ενώπιον των εισαγγελικών αρχών».
Μάλιστα, στο έγγραφο υπήρχε και αίτημα για «απαρέγκλιτη εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας για την ενδοοικογενειακή βία κι άμεσης εκδήλωσης των υπηρεσιακών και δικονομικών ενεργειών στο πλαίσιο της αυτεπάγγελτης δίωξης του αδικήματος», απαντώντας στις σχετικές καταγγελίες.
«Ακόμη πρέπει να γίνονται οι ορθές υπηρεσιακές ενέργειες για τη σύλληψη του δράστη σε περίπτωση αυτόφωρου αδικήματος και την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη . Ακόμη από το προσωπικό του σώματος που χειρίζεται υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας να υπάρχει επίδειξη της απαιτούμενης ευαισθησίας και την παγίωση της επαγγελματικής αντιλήψεις και υπευθυνότητας τήρηση εχεμύθειας ως προς τα στοιχεία ταυτότητας του θύματος και του φερόμενου ως δράστη» σημειώνεται ακόμα στο έγγραφο.
Στο ίδιο δημοσίευμα μεταφέρονται και οι απόψεις «έμπειρων στελεχών της ΕΛΑΣ» για το τι συνέβη από τους αστυνομικούς που κλήθηκαν προ 20 ημερών στην πολυκατοικία στη Δάφνη χωρίς να κάνουν τίποτα, με αποτέλεσμα και να τεθούν σε διαθεσιμότητα έπειτα από την αποκάλυψη που έγινε μετά τη γυναικοκτονία. Όπως αναφέρεται, «το περιπολικό που πήγε στις 11 Ιουλίου στο σπίτι που έγινε την Παρασκευή ο φόνος, έπρεπε να συνομιλήσει αμέσως με την καλούσα και να λάβει επαρκείς πληροφορίες. Το τηλέφωνο της ήταν εξάλλου καταγεγραμμένο στο επιχειρησιακό κέντρο. Έπρεπε να αναζητήσει την διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, επίσης για λήψη πληροφοριών».
Ακόμα, αναφέρεται πως «έπρεπε να χτυπήσει οπωσδήποτε το κουδούνι του επίμαχου διαμερίσματος (ίσως υπήρχε ξυλοδαρμός σε εξέλιξη ή και απόπειρα ανθρωποκτονίας). Επρεπε να συνομιλήσει με το ζεύγος και σε κάθε επικίνδυνη περίπτωση, να ζητήσει ενίσχυση. Άπρεπε να σχηματισθεί δικογραφία, έστω και με κατάθεση της καλούσας (περι «φωνών βοήθειας»), διότι ο νόμος περί ενδοοικογενειακής βίας είναι σε αυτεπάγγελτο επιπεδο και δεν χρειάζεται το αίτημα για ποινική δίωξη εκ μέρους του θύματος. Ακόμη θα πρέπει να εξετασθεί αν υπήρχαν καταγγελίες και σε τοπικές αστυνομικές υπηρεσίες –υπάρχουν σχετικές πληροφορίες- κι αν σχηματίσθηκε δικογραφία, υπήρξε ενημέρωση του Τμήματος Ενδοοικογενειακής Βίας κι έγιναν όλες οι απαραίτητες ενέργειες».
Αξίζει να σημειωθεί πως παρά την αποκάλυψη που καίει την αστυνομία και τις υπηρεσίες της ΕΛΑΣ, το δημοσίευμα μεταφέρει και «διαρροή» από αστυνομικές πηγές, σύμφωνα με την οποία η αιτία για το φαινόμενο που αποκαλύπτει το έγγραφο δεν είναι τόσο η αδιαφορία των αστυνομικών, όσο η υποστελέχωση και η αποδυνάμωση αστυνομικών υπηρεσιών, «δείχνοντας» το μεγάλο βάρος που σηκώνει η Άμεση Δράση.
Κατά τα όσα αναφέρει το δημοσίευμα, ένστολοι υποστηρίζουν πως «λόγω αποδυνάμωσης των αστυνομικών τμημάτων τα περιπολικά της Άμεσης Δράσης που καλούνται να διαχειριστούν δέχονται σε κάθε βάρδια τουλάχιστον 50-70 εντολές για διαχείριση διαφόρων συμβάντων. Κι έτσι δεν μπορούν να ανταποκριθούν επαρκώς στα περισσότερα από αυτά. Όπως λοιπόν συνέβη και με τον προγενέστερο αστυνομικό έλεγχο για το μοιραίο ζευγάρι στην Δάφνη, προχωρούν σε τυπικούς ελέγχους, μεταβιβάζουν στο κέντρο “ουδέν ανευρέθη” κι αποχωρούν για την επόμενη κλήση».
Σε διαθεσιμότητα οι αστυνομικοί που είχαν αγνοήσει τις καταγγελίες για τη γυναικοκτονία στη Δάφνη