Σε υψηλούς τόνους πραγματοποιείται από σήμερα το μεσημέρι η διήμερη συζήτηση επί του νομοσχεδίου του κ. Τσιάρα με το οποίο φέρνει την υποχρεωτική συνεπιμέλεια. Εκτός από δεκάδες οργανώσεις και δίκτυα που έχουν εκφράσει την ανησυχία τους και διαφωνίες για διάφορες διατάξεις, ενστάσεις για το νομοσχέδιο διατύπωσε πρόσφατα και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής. Ζήτημα αντισυνταγματικότητας τέθηκε από το ΜέΡΑ25, ωστόσο απορρίφθηκε με τις ψήφους ΝΔ, ΚΙΝΑΛ, και Ελληνικής Λύσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ τάχθηκε υπέρ της αντισυνταγματικότητας των δύο επίμαχων διατάξεων, ενώ το ΚΚΕ δεν συμμετείχε στην ψηφοφορία.

Τριγμοί και διαφοροποιήσεις εντός της ΝΔ

Ξεκάθαρη θέση πήρε η βουλεύτρια Επικρατείας της ΝΔ, Μαριέττα Γιαννάκου ως προς νομοσχέδιο υποχρεωτικής συνεπιμέλειας που βρίσκεται προς ψήφιση αυτή την ώρα στη βουλή. Η βουλεύτρια κατηγόρησε ευθέως τον υπουργό κ. Τσιάρα για τη στάση του απέναντι σε όσους εξέφρασαν διαφωνίες, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «μέσα στον ναό της δημοκρατίας εσείς αμφισβητήσατε το δικαίωμα των βουλευτών να εκφέρουν ελεύθερα τη γνώμη τους». Η ίδια ξεκαθάρισε ότι υπό αυτή τη μορφή του νομοσχεδίου δε θα το ψηφίσει γιατί «θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που θέλει να επιλύσει».

Καταγγέλλοντας ανοιχτά τη στάση του υπουργού κ. Τσιάρα η βουλεύτρια της Νέας Δημοκρατίας, Μαριέττα Γιαννάκου, μιλώντας επί του νομοσχεδίου για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια ξεκαθάρισε ότι υπό την μορφή που βρίσκεται αυτή την ώρα το νομοσχέδιο δεν πρόκειται να το ψηφίσει. «Θα δημιουργήσει περισσότερες δικαστικές προσφυγές και εντάσεις, δεν μπορώ να το ψηφίσω» είπε χαρακτηριστικά κλείνοντας την ομιλία της στη βουλή.

Αντίστοιχα και η Όλγα Κεφαλογιάννη απηύθυνε τελευταία προειδοποίηση στον υπουργό Δικαιοσύνης, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Η τελική ευθύνη ανήκει σε εσάς…». Η κ. Κεφαλογιάννη έψεξε τον Κ. Τσιάρα για την κριτική που άσκησε περί «προσωπικών βιωμάτων». «Στο παρελθόν έχω υποστηρίξει κατά συνείδηση σοβαρές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όπως το σύμφωνο συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια» είπε η βουλευτής θυμίζοντας τον διχασμό της Κ.Ο. της ΝΔ για το επίμαχο νομοσχέδιο τον Δεκέμβριο του 2015. Και συμπλήρωσε: «Όχι, όμως, από προσωπικά βιώματα κ. υπουργέ… Αλλά από το ήθος που διδάσκει η ιστορία μας και από τις αρχές που επιβάλλει η πίστη μας σε μια σύγχρονη, φιλελεύθερη και δημοκρατική κοινωνία». Σημείωσε, επίσης, ότι οι τροπολογίες που κατέθεσε από κοινού με την Μ. Γιαννάκου αποσκοπούν «στη διόρθωση μιας λανθασμένης λογικής που εσφαλμένα αποτυπώθηκε στο νομοσχέδιο».

Στη διάταξη που αφορά την άσκηση γονικής μέριμνας και εισάγει τον όρο «εξίσου» εστίασε τη διαφωνία του και ο βουλευτής κ. Βολουδάκης. «Ακούω την άποψη και την συμμερίζομαι ότι το «εξίσου» περισσεύει. Πρέπει να είμαστε ακριβείς και λεπτομερείς. Δεν πρέπει μια μεταρρύθμιση που κινείται προς την σωστή κατεύθυνση να χαθεί. Θα σας καλούσα να το επανεξετάσετε. Ακούω την άποψη του υπουργείου. Ακουσα και τις απόψεις έγκριτων νομικών εγώ δεν είμαι νομικός. Ελπίζω ότι θα καταλήξουμε στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για το συμφέρον των παιδιών», είπε ο βουλευτής.

Ζήτημα αντισυνταγματικότητας από την αντιπολίτευση: «Εργαλειοποιεί τα παιδιά και θέτει σε περισσότερο κίνδυνο την κατάσταση της ισότητας των φύλων»

Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΜέΡΑ25 Κλέων Γρηγοριάδης υποστηρίζοντας το αίτημα αντισυνταγματικότητας ανέφερε πως στο άρθρο 5 του νομοσχεδίου προβλέπεται στην παρ. 2 ότι «το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με καθένα από αυτούς, πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της. Η απόφαση του δικαστηρίου συνεκτιμά παραμέτρους όπως την ικανότητα και πρόθεση καθενός εκ των γονέων να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου, τη συμπεριφορά κάθε γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και τη συμμόρφωσή του με τις νόμιμες υποχρεώσεις του, δικαστικές αποφάσεις, εισαγγελικές διατάξεις και προηγούμενες συμφωνίες που είχε συνάψει με τον άλλο γονέα και αφορούν το τέκνο». Ο βουλευτής του Μέρα25 υποστήριξε πως εδώ ο νομοθέτης παραβλέπει το πραγματικό συμφέρον του τέκνου όπως αυτό ορίζεται από τις διατάξεις των αρθ. 21 παρ. 1, στο αρθ. 2 παρ. 1, στο άρθρο 5 παρ. 1, στο άρθρο 25 του Συντάγματος καθώς επίσης και στις διεθνείς συμβάσεις που η χώρα μας έχει επικυρώσει.

Για το άρθρο 13 του νομοσχεδίου που αφορά τον χρονικό προσδιορισμό της επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το παιδί σε 1/3, ο βουλευτής ανέφερε ότι αυτή η ποσοτικοποίηση η οποία εισάγεται εδώ είναι ενδεικτικό των προθέσεων του νομοσχεδίου που θέτει τα παιδιά ως τεκμήριο στα αποκτήματα του γάμου, «λλά το τέκνο δεν είναι απόκτημα». Επίσης, διαφώνησε και με την απαίτηση του νομοθέτη της σύμφωνής γνώμης ή της δικαστικής απόφασης που απαιτείται να έχει ο γονέας που ασκεί την επιμέλεια προκειμένου να αλλάξει κατοικία καθώς όπως είπε εδώ παραβλέπονται πλήρως οι ανάγκες του παιδιού. Εάν θεσπιστούν αυτά ανέφερε ο βουλευτής του ΜέΡΑ25 παραβιάζονται κατάφορα οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 25 παρ. 1 εδ, γ και 28 του Συντάγματος, ενώ ως προς τον γονέα που χρειάζεται έγγραφη συναίνεση ή δικαστική απόφαση για την μεταβολή της κατοικίας του παραβιάζονται οι διατάξεις των αρθ. 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, και 5 παρ. 1 του Συντάγματος​.

Το νομοσχέδιο αυτό κατέληξε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΜέΡΑ25 «εργαλειοποιεί τα παιδιά και θέτει σε περισσότερο κίνδυνο την κατάσταση της ισότητας των φύλων και της οικιακής ειρήνης που τις έχουν ανάγκη τα παιδιά».

Τα σημεία του νομοσχεδίου που δημιουργούν πρόβλημα αντισυνταγματικότητας, ανέπτυξε ο βουλευτής Δράμας, τομεάρχης Δικαιοσύνης και εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Θ. Ξανθόπουλος, μιλώντας στην σχετική ένσταση που κατέθεσε το ΜεΡΑ25.

Ο κ. Ξανθόπουλος ανέφερε συγκεκριμένα ότι :

– Σύμφωνα με το άρθρο 21 του Συντάγματος, η παιδική ηλικία τελεί υπό την προστασία του κράτους. Το συμφέρον του τέκνου πρέπει να αναζητείται από τον δικαστή ανά περίπτωση. Και σε σχέση πάντοτε με κάθε συγκεκριμένο παιδί. Συνεπώς, περιορισμοί που τίθενται στο νόμο όσον αφορά την έννοια του συμφέροντος του παιδιού, προτάσσοντας κάποια στοιχεία έναντι άλλων, όπως η μη διατάραξη των σχέσεων του με τους γονείς, μπορεί να είναι σε βάρος συγκεκριμένων παιδιών και εδώ παραβιάζεται η συνταγματική υποχρέωση του κράτους.

– Στην έκθεση της επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής, αναφέρεται ότι η εξατομικευμένη δικαστική κρίση για τον προσδιορισμό της έννοιας του συμφέροντος κάθε παιδιού, συνιστά εφαρμογή και του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία αποκλείει την στερεότυπη αντιμετώπιση ως προς την αξιολόγηση ατόμων και προσωπικών σχέσεων. Επομένως και με το άρθρο αυτό του Συντάγματος επαφίεται στο δικαστή, ένα ευρύτατο πεδίο παρέμβασης προκειμένου να κρίνει τις συγκεκριμένες συνθήκες του συμφέροντος του παιδιού.

– Επίσης, σύμφωνα με την ίδια έκθεση, η διάταξη του άρθρο 7 του ν/σ για την υποχρέωση προηγούμενης πληροφόρησης του γονέα με τον οποία δεν διαμένει το τέκνο, ακόμη και για συνήθεις πράξεις επιμέλειας, συνιστά άνιση αντιμετώπιση του υποχρέου να προβαίνει σε ενημέρωση γονέα, η οποία δύναται, υπό προϋποθέσεις να μην συνάδει με το σκοπό του άρθρου 4 του Συντάγματος. μας επισημαίνει η επιστημονική επιτροπή και άλλη μια αντισυνταγματική πλημμέλεια.

-Τέλος η υποχρεωτική επικοινωνία του άλλου γονέα κατά τουλάχιστον 1/3 του συνολικού χρόνου, που εισάγει το νομοσχέδιο, μπορεί να αποβεί σε βάρος του παιδιού, το οποίο καλείται να συνυπάρξει με γονέα που λειτουργεί αρνητικά, κακοποιητικά ή βίαια. Επομένως και στην περίπτωση αυτή, έχουμε πρόβλημα συνταγματικότητας γιατί περιορίζεται από τον νομοθέτη η δικαιοοδοτική κρίση του δικαστή.

«Θα επιδράσει θετικά σε κανονιστικό και παιδαγωγικό επίπεδο»

Ο γραμματέας της ΚΟ της ΝΔ Ιωάννης Μπούγας υπερασπίστηκε τις διατάξεις του νομοσχεδίου για τη συνεπιμέλεια σημειώνοντας ότι «στην πολιτική είναι δυσκολότερο να αντιμετωπίζεις με τρόπο προσεκτικό, ήπιο και μετριοπαθή μεγάλα και σοβαρά κοινωνικά ζητήματα και να αποπειράσαι ριζοσπαστικές τομές από το να επιτρέπεις τη διαιώνιση παθογενειών, χωρίς να αναλαμβάνεις πρωτοβουλίες για τη διαιώνισή τους».

Ο Ιωάννης Μπούγας υπογράμμισε ότι «η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης αποδεικνύει ότι δεν διστάζει να φέρει σε δημόσιο διάλογο θέματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία και να προτείνει στην εθνική αντιπροσωπεία ρεαλιστικές λύσεις για την αντιμετώπισή τους».

Ο γραμματέας της ΚΟ της ΝΔ απευθύνθηκε σε προσωπικό τόνο στον υπουργό Δικαιοσύνης: «Κύριε υπουργέ, να είστε βέβαιος ότι το σχέδιο νόμου που εισηγείσθε θα επιδράσει θετικά σε κανονιστικό αλλά, κυρίως, σε παιδαγωγικό επίπεδο, στον ευαίσθητο τομέα των σχέσεων γονέων και τέκνων. Ελπίζω όσοι σήμερα κάνουν κριτική, για τις διατάξεις του σχεδίου νόμου, όταν διαπιστωθεί η θετική επίδρασή τους στην ελληνική κοινωνία, να έχουν το θάρρος να ομολογήσουν το λάθος τους», σημειώσε ο κ. Μπούγας.

«Η ΝΔ δεν διστάζει να προωθήσει τα συμφέροντα ακόμη και στον ευαίσθητο τομέα του οικογενειακού δικαίου και μάλιστα εις βάρος των παιδιών»

Το νομοσχέδιο εμφορείται από μια κυνική, ιδιοκτησιακή αντίληψη για τα παιδιά. Έρχεται να εκμεταλλευτεί τα γονεϊκά συναισθήματα κάποιων πατεράδων, μη λέγοντάς τους και την πλήρη αλήθεια», ανέφερε η γραμματέας της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, Όλγα Γεροβασίλη, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τη συνεπιμέλεια. Η βουλευτής δεν αρνήθηκε ότι το καθεστώς προστασίας της οικογένειας και των παιδιών μπορεί να χρειάζεται βελτιώσεις, «σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η κατάργηση κεκτημένων δικαιωμάτων των παιδιών», όπως είπε.

Όπως κατήγγειλε, στο επίκεντρο των νέων διατάξεων είναι ο γονέας, τα «ιδιοκτησιακού τύπου» δικαιώματά του στο παιδί και ενώ τα δικαιώματα του γονιού δεν θα κρίνονται ad hoc, κατά περίπτωση, αλλά οριζόντια, εκ των προτέρων για κάθε περίπτωση.

«Αυτή είναι μια κραυγαλέα παρανομία, σύμφωνα με όλα τα διεθνή δεδομένα, σύμφωνα με την “Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού”, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή», είπε η γραμματέας της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ.

«Δεν μπορεί ο νομοθέτης να καθιερώνει 50/50 ισόχρονη εναλλασσόμενη κατοικία του παιδιού. Ούτε υποχρεωτικούς χρόνους επικοινωνίας, χωρίς να εξετάσει για ποιους γονείς πρόκειται και τί ανάγκες έχει το παιδί. Αυτά δεν γίνονται σε καμιά χώρα, δεν υπάρχει σε κανένα δίκαιο», είπε η Όλγα Γεροβασίλη.

«Οι φορείς κατακεραύνωσαν το νομοσχέδιο. Η κυβέρνηση δεν ακούει τίποτα. Επεμβαίνει στη δικαστική εξουσία και θεσπίζει τον “κακό γονέα” του διαβάσματος, των υποχρεώσεων και τον “καλό γονέα” των διακοπών, δίνοντας υποχρεωτικά το 1/3 της επικοινωνίας», είπε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρόσθεσε: «Η κυβέρνηση, έχουμε αντιληφθεί, ότι δουλεύει πυρετωδώς για να εξυπηρετήσει συγκεκριμένα συμφέροντα. Το χειρότερο είναι ότι τώρα η Νέα Δημοκρατία δεν διστάζει να προωθήσει τα όποια συμφέροντα ακόμη και στον ευαίσθητο τομέα του οικογενειακού δικαίου και μάλιστα εις βάρος των παιδιών».

ΚΚΕ: Στήριξη γονέων και παιδιών από κοινωνικές δομές

Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ κατέθεσε τρεις τροπολογίες στο σχέδιο νόμου. Η πρώτη αφορά στα αναγκαία οικονομικά μέτρα στήριξης των διαζευγμένων γονιών (φοροελαφρύνσεις, επιδόματα). Η δεύτερη αφορά στην απάλειψη της υποχρέωσης των δύο γονιών να έχουν ο καθένας ξεχωριστό δικηγόρο στην περίπτωση του συναινετικού διαζυγίου. Η τρίτη τροπολογία αφορά στην απάλειψη των διατάξεων για την ιδιωτική διαμεσολάβηση σε περιπτώσεις που οι διαζευγμένοι γονείς δεν βρίσκουν κοινά αποδεκτές λύσεις για τη ρύθμιση των σχέσεών τους με το παιδί.

Τη θέση του ΚΚΕ και τις τροπολογίες παρουσίασε η ειδική αγορήτρια Μαρία Κομνηνάκα. Σημείωσε, μεταξύ άλλων, πως «για το ΚΚΕ είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι έχει ωριμάσει η ανάγκη αλλαγών γύρω από τα ζητήματα της γονικής μέριμνας, λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις και την επίδρασή τους στη σχέση και των δύο γονέων με τα παιδιά».

«Υποστηρίζουμε επομένως την τροποποίηση των διατάξεων του Οικογενειακού Δικαίου για την κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας και τη συνεννόηση των δύο γονέων στα ζητήματα της επιμέλειας. Η τοποθέτησή μας έχει στην αφετηρία της τις κοινωνικές ανάγκες του παιδιού και από αυτήν τη σκοπιά αντιμετωπίζει τις υποχρεώσεις των γονιών απέναντι στα παιδιά, είτε βρίσκονται σε συμβίωση είτε όχι…Για μας είναι όμως επίσης ξεκάθαρο, ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει να λειτουργήσει, να αναπτυχθεί αυτή η κοινή ευθύνη των γονιών στην άσκηση της γονικής μέριμνας και συνεννόηση για την ανατροφή και φροντίδα των παιδιών τους, είναι αυτή να υποβοηθηθεί με την ολόπλευρη οικονομική, νομική και κοινωνική στήριξη των ζευγαριών από τη μεριά του κράτους…» είπε η ίδια.

«Η κρατική κοινωνική στήριξη απουσιάζει τόσο από τις ισχύουσες όσο και από τις προτεινόμενες ρυθμίσεις του Οικογενειακού Δικαίου. Στην πράξη μπορεί να βγουν ενδεχομένως ωφελημένοι περισσότερο όσοι έχουν εξασφαλισμένες τις οικονομικές προϋποθέσεις, δηλαδή η αστική τάξη, υψηλά αμειβόμενα μεσαία στρώματα. Για όλους αυτούς που παλεύουν ασθμαίνοντας για την επιβίωση, για το μεροκάματο, που βιώνουν στην καθημερινότητα τα εξαντλητικά ακανόνιστα ωράρια, μια ζωή κυριολεκτικά λάστιχο, λειτουργούν αντικειμενικά υπονομευτικά…» πρόσθεσε.