Ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης, σε συνέντευξή που παραχώρησε στον Αnt1 το πρωί της Τρίτης, απέκλεισε το ενδεχόμενο να δοθεί παράταση στην καταληκτική ημερομηνία για την υπαγωγή στη ρύθμιση των 120 δόσεων μετά τις 30 Σεπτεμβρίου, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση της ΝΔ «όπως είχε δεσμευτεί προεκλογικά, έκανε ό,τι ήταν αναγκαίο και απαραίτητο για να διευρύνει και να ενισχύσει την ελκυστικότητα της ρύθμισης, να την κάνει πιο καλή». Σχετικά με τη ρύθμιση των οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία, υπογράμμισε ότι έχει καταθέσει ήδη διάταξη «σύμφωνα με την οποία μειώνεται το επιτόκιο από το 5% στο 3%, κάνοντας την εξόφληση των οφειλών ακόμα πιο ελκυστική στη ρύθμιση». Υποστήριξε ότι στα ασφαλιστικά ταμεία, η κατώτατη δόση παραμένει στα 50 ευρώ, ενώ για τους αγρότες είναι 30.

Χαρακτήρισε την εκκαθάριση των χρεών «μία παθογένεια του συστήματος», υποστηρίζοντας ότι τη Δευτέρα έγινε εκκαθάριση 700.000.000 οφειλών του 2017 και 80.000.0000 του 2018. Διαβεβαίωσε ότι όσοι οφείλουν για το έτος 2017, το ζήτημα «έχει τακτοποιηθεί», ενώ «καταβάλλουμε προσπάθειες» για το ζήτημα του 2018. Σημείωσε ωστόσο ότι η ρύθμιση δεν έχει αποδώσει μέχρι στιγμής τα αναμενόμενα, προσθέτοντας ότι έχουν μπει στη ρύθμιση μόνο 80.000 «και αυτό είναι καμπανάκι».

Αναφερόμενος στην  καταβολή Υψηλών συντάξεων, τύπου  24.000 ευρώ, που υποστηρίζει η κυβέρνηση ότι έδινε ο ΣΥΡΙΖΑ ο Γ. Βρούτσης υποστήριξε ότι αν δεν είχε ενημερωθεί από τις υπηρεσίες του υπουργείου Εργασίας, «σήμερα θα καταβάλλονταν συντάξεις 20.000 ευρώ τον μήνα και θα το μαθαίναμε μετά από χρόνια το τι κακό γινόταν μέσα στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας, και τι κοινωνικές αδικίες δημιουργούντο». Υποστήριξε ότι όταν ενημερώθηκε, έστειλε έγγραφο σε όλη την επικράτεια να σταματήσει κάθε πληρωμή υψηλής σύνταξης.

Απέφυγε να απαντήσει για το αν θα καταθέσει στοιχεία

Παράλληλα υποστήριξε ότι μερικές υψηλές συντάξεις καταβλήθηκαν, χωρίς να γνωρίζει τον ακριβή αριθμό, συμπληρώνοντας ότι «αναζητώ στοιχεία για το πόσες είχαν δοθεί και πόσες εκκρεμούσαν». Κληθείς να σχολιάσει δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, όπως εκείνη του Τάσου Πετρόπουλου, επισήμανε ότι δεν θα μπει σε αντιπαράθεση, κάνοντας λόγο για θράσος εκ μέρους των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.

Εν συνεχεία, ο Γ. Βρούτσης διαβεβαίωσε ότι «συντάξεις έχουν πληρωθεί», αλλά επισήμανε ότι υπάρχει και ένα δυσάρεστο, το γεγονός δηλαδή ότι «βρίθουν από λάθη το πλαίσιο του επανυπολογισμού που έγινε και έχουν δοθεί υψηλές συντάξεις διαμέσου λαθών του επανυπολογισμού», χωρίς ωστόσο να είναι απόλυτα σίγουρος. Προσέθεσε ότι γι αυτό το λόγο, θα γίνει «restart» στο σύστημα του επανυπολογισμού των συντάξεων. Υποστήριξε ότι στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) δεν υπάρχουν πλεονάσματα, τονίζοντας ότι στο μέλλον δεν θα υπάρχουν εκκρεμείς συντάξεις, που τώρα «ξεπερνούν τις 470.000».

Υπογράμμισε ότι ήταν λάθος να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των εκκρεμών συντάξεων με την παραδοσιακή διαδικασία του ανθρώπινου δυναμικού, «αλλά πρέπει να λυθεί με άλλο τρόπο. Ο νέος δρόμος λέγεται ψηφιακή σύνταξη. Γι’ αυτό με έχετε ακούσει να ανακοινώνω ότι ετοιμαζόμαστε με ταχύτατους ρυθμούς ώστε η Ελλάδα να κάνει ένα ψηφιακό άλμα». Ο Γ. Βρούτσης κατέληξε ότι «από 1η Ιουνίου του 2020, το 1/3 των νέων συντάξεων θα βγει ψηφιακά. Από την επόμενη τριετία θα βγαίνουν όλες οι συντάξεις ψηφιακά. Γι’ αυτό καταβάλλουμε προσπάθειες. Η νομοθεσία για την ψηφιακή σύνταξη θα έρθει τον Νοέμβριο με την επωνυμία ΑΤΛΑΣ ψηφιακή σύνταξη».

https://www.youtube.com/watch?v=IMlwlq-qRe0

Σύμφωνα με πληροφορίες του naftemporiki.gr, οι συνταξιοδοτικές αποφάσεις που αφορούν ποσά συντάξεων πάνω από 8.000 ευρώ και ανέρχονται σε μία περίπτωση στα 24.000, φωτογραφίζουν Ασφαλισμένους των Ταμείων των τραπεζών και των ΔΕΚΟ, καθώς και ασφαλισμένους που προέρχονται από το πρώην Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Αυτοαπασχολουμένων (ΕΤΑΑ), όπως είναι το ταμείο των νομικών, αλλά και ασφαλισμένους του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ. Ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι από τα ποσά των συνταξιοδοτικών αποφάσεων προκύπτει ότι πρόκειται για υψηλόβαθμα στελέχη, τα οποία ελάμβαναν υψηλόβαθμους μισθούς για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Τέτοια παραδείγματα είναι αυτά των δικηγόρων, συμβολαιογράφων, μηχανικών αλλά και ασφαλισμένων του ταμείου των δημοσιογράφων. Σε συνδυασμό με τις ψηλές αμοιβές ή και τα μηνιαία έσοδα για τα οποία καταβάλλονταν εισφορές, οι εν  λόγω ασφαλισμένοι είχαν πάνω από 35 χρόνια ασφάλισης.

Πληροφορίες του naftemporiki.gr επισημαίνουν επίσης ότι σύμφωνα με τον νόμο Κατρούγκαλου και τις υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν σε εφαρμογή του, το ανώτατο πλαφόν των 2.000 ευρώ είχε ημερομηνία λήξης, καθώς μετά την 1η Ιανουαρίου 2019 δεν προέβλεπε πλαφόν. Με τον νόμο Κατρούγκαλου, καταργήθηκε παράλληλα το ανώτατο πλαφόν σύνταξης των 2.773,40 ευρώ που ίσχυε με παλαιότερη νομοθετική ρύθμιση του 2011.

Κατρούγκαλος:«Ποτέ δεν υπήρξαν συντάξεις των 20.000 ευρώ»

Ο Γιώργος Κατρούγκαλος, δήλωσε σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο ότι σχετικά με τις περιπτώσεις ασφαλισμένων, για τους οποίους προκύπτουν συντάξεις έως και 24.000 ευρώ μηνιαίως, αποτελούν «ανεστραμμένη πραγματικότητα». Διαβεβαίωσε ότι «δεν υπήρχαν ποτέ συντάξεις των 20.000 ευρώ», προσθέτοντας ότι «ο ίδιος ο ασφαλιστικός νόμος, ο λεγόμενος νόμος Κατρούγκαλου, ακριβώς επειδή προβλέπει ανώτατο όριο εισφορών και συνδέει τις εισφορές με τις συντάξεις, προκύπτει από τον νόμο αυτό ένα πλαφόν ανώτατης σύνταξης γύρω στις 3.000 ευρώ».

Υπογράμμισε ότι ο νόμος «δεν είχε μόνο φροντίσει για το μέλλον, αλλά είχε αντιμετωπίσει και περιπτώσεις στο παρελθόν πολλαπλών εισφορών, σε πολλά ταμεία». Υπενθύμισε ότι στο παρελθόν «δεν έπαιρνε ο κόσμος μία σύνταξη, όπως θα παίρνει στο εξής. Ή έπαιρνε πολλές φορές και πολλές συντάξεις, αν ήταν για παράδειγμα και δικηγόρος και δημοσιογράφος και έδινε εισφορές σε δύο ταμεία. Είχαμε φτάσει στο παρελθόν να υπάρχουν συνταξιούχοι που έπαιρναν μέχρι και δέκα συντάξεις».

Εν συνεχεία εξήγησε ότι «για να μην είμαστε άδικοι, για αυτές τις περιπτώσεις του παρελθόντος προβλέφθηκε μεταβατικά το εξής, ότι δηλαδή όποιος πλήρωνε μεγαλύτερες εισφορές, από αυτές που προβλέπει ο νόμος, να παίρνει και μεγαλύτερη σύνταξη. Είπαμε ότι για κάθε 1% παραπάνω εισφορά που έδινε, να προσαυξάνεται το ποσό της σύνταξής του κατά 0,75% της μονάδας. Έχω ακούσει τον ισχυρισμό ότι με αυτόν τον τρόπο δεν μπήκε ανώτατο όριο και μπορεί να είχαμε υψηλές συντάξεις. Θυμίζω ότι ακριβώς επειδή στο παρελθόν υπήρχε η δυνατότητα των ανθρώπων αυτών με τις πολλαπλές εισφορές να αθροίζουν συντάξεις, δεν υπήρχε για αυτούς κανένα πλαφόν, γιατί υπήρχε μεν ατομικό όριο στις ατομικές συντάξεις, όχι όμως στο άθροισμα των συντάξεων».

Αχτσιόγλου: «Ο Βρούτσης κάνει αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση»

Σε συνέντευξή της στο ραδιόφωνο του «RealFm» την Τρίτη, η Έφη Αχτσιόγλου εξαπέλυσε επίθεση προς τον Γ. Βρούτση, υποστηρίζοντας ότι το μόνο που κάνει από τότε που ανέλαβε το χαρτοφυλάκιό του είναι να περιφέρεται σε παράθυρα και να προσπαθεί να κατασκευάσει ψευδείς ειδήσεις για την προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Εργασίας». Η πρώην υπουργός Εργασίας κατηγόρησε τον διάδοχό της ότι «αντί να ασχοληθεί με το χαρτοφυλάκιό του κάνει αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση ανακαλύπτοντας υποτιθέμενες τρύπες».

Παράλληλα, υπογράμμισε ότι ο νόμος Κατρούγκαλου «ορίζει σαφέστατα και ανώτατο όριο εισφορών και ανώτατο όριο σύνταξης, που φτάνει, στις περιπτώσεις που κάποιος έχει καταβάλει τις ανώτατες εισφορές για 40 χρόνια, σε ανώτατο όριο σύνταξης περίπου 3.100 ευρώ». Χαρακτήρισε «επικοινωνιακό παιχνίδι» από την πλευρά του Γ. Βρούτση σχετικά με τις δηλώσεις περί υψηλών συντάξεων που φτάνουν το ποσό των 24.000 ευρώ μηνιαίως, διαβεβαιώνοντας ότι «καμία τέτοια σύνταξη δεν έχει καταβληθεί. Είχαμε δώσει σαφέστατη εντολή να μην καταβληθεί καμία τέτοια σύνταξη, που είναι απόρροια των αμαρτιών των παλαιών καθεστώτων, και είχαμε δρομολογήσει νομοθετική ρύθμιση προκειμένου να υπάρχει ταβάνι σε όλους, γιατί σε κάποια από τα παλαιά καθεστώτα δεν υπήρχε ανώτατο όριο εισφορών».

Επανέλαβε ότι είχε δρομολογηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, νομοθετική ρύθμιση για να λύσει οριστικά το ζήτημα αλλά δεν ψηφίστηκε από τη Βουλή λόγω της προκύρηξης των πρόωρων εκλογών». Σχετικά με την ηλεκτρονική έκδοση των συντάξεων, η Ε. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι ο Γ. Βρούτσης «διαφημίζει ως δική του εξαγγελία ότι το καλοκαίρι του 2020 το 34% των συντάξεων θα βγαίνει άμεσα και ηλεκτρονικά. Αυτό είναι έργο της προηγούμενης κυβέρνησης, δρομολογημένο που υλοποιείται εδώ και καιρό. Έρχεται να καπηλευτεί τη δουλειά που έχει γίνει από την προηγούμενη κυβέρνηση και διαδίδει ψευδείς ειδήσεις, ώστε να εμφανίσει ότι ο ίδιος κάνει έργο. Αυτά είναι αστειότητες. Δεν είναι σοβαρά πράγματα για τη λειτουργία μίας κυβέρνησης».

Η Ε. Αχτσιόγλου συνέχισε αναφερόμενη στις προεκλογικές δεσμεύσεις της ΝΔ περί κατάργησης του νόμου Κατρούγκαλου, υποστηρίζοντας ότι «δεν είπε ποτέ με σαφήνεια με τι θα τον αντικαταστήσει. Στελέχη της ΝΔ είπαν ότι θα περάσει στην ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ή ακόμα και της κύριας ασφάλισης. Αυτό θέτει σε διακινδύνευση τις συντάξεις των σημερινών συνταξιούχων και τις εισφορές των ασφαλισμένων, δημιουργεί τρύπα στον κρατικό προϋπολογισμό. Δεν απάντησαν ποτέ σε αυτά τα ζητήματα ούτε στις προγραμματικές δηλώσεις. Είναι απολύτως έκθετοι και στήνουν επικοινωνιακά παιχνίδια για να καλυφθούν».

Αναφορικά με τις εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης, υπογράμμισε ότι όσο ήταν κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ληξιπρόθεσμες αιτήσεις «που μας είχε αφήσει ο Γ. Βρούτσης, μειώθηκαν κατά 70%». Σημείωσε ότι ο αριθμός μειώθηκε από «τις 400.000 σε περίπου 100.000 κύριες, επικουρικές και εφάπαξ μαζί. Αυτή την κατάσταση παραδώσαμε στον Γ. Βρούτση, ο οποίος φουσκώνει τα νούμερα λέγοντας ψέματα γιατί προεξοφλεί τη δική του αποτυχία».

Πετρόπουλος: «Περιμένω να πάει ο Βρούτσης στον Εισαγγελέα να καταθέσει στοιχεία»

Σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό «RealFm», ο πρώην υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης, Τάσος Πετρόπουλος, διέψευσε τον Γ. Βρούτση για τις υψηλές συντάξεις ύψους 24.000 ευρώ, τονίζοντας ότι «αυτά που λέει ο Γ. Βρούτσης δεν είναι αληθή. Δεν έχουν δοθεί τέτοιες συντάξεις, αμφιβάλλω αν έχει δοθεί καμία». Υποστήριξε ότι αν του είχε ζητηθεί να ενημερώσει τη νέα κυβέρνηση για τον νόμο Κατρούγκαλου θα το είχε κάνει, ενώ σε απάντηση προς τις δηλώσεις του Γ. Βρούτση υποστήριξε ότι «εγώ επόπτευα την λειτουργία, δεν χορηγούσα συντάξεις. Όταν διαπίστωσα ότι προκύπτουν συντάξεις μεγαλύτερες κατά την εφαρμογή της μεταβατικής περιόδου είπα ότι δεν θα καταβληθούν τέτοιες συντάξεις». Συμπλήρωσε ότι «υπάρχει μάλιστα αγωγή από δικαιούχο υψηλής σύνταξης κατά στελεχών του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικώς Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) διότι δεν της χορήγησαν το ύψος αυτό. Είναι αποδεδειγμένα αυτά που λέω γιατί ο ΕΦΚΑ δεν κατέβαλε αυτές τις συντάξεις. Είναι τα γεγονότα, που είναι αμείλικτα για όλους μας».

Επικαλέστηκε παλιά συνέντευξή του, που με αφορμή τη μη χορήγηση των εκκαθαριστικών είχε αναφέρει ότι υπάρχουν θέματα «που διαπιστώνουμε ότι μπορεί να προκύψουν λάθη. Και πρέπει να δούμε που υπάρχουν θέματα για να κάνουμε διορθώσεις». Συνέχισε ότι το ίδιο το εκκαθαριστικό «επιβεβαιώνει ως σοφό αυτό που δίνεις, ενώ ενδεχομένως να χρειάζεται διορθώσεις. Αυτή η διόρθωση θα γινόταν νομοθετικά, μέσα στην πρόωρη λήξη της κοινοβουλευτικής περιόδου, δεν μας δόθηκε ο χρόνος να νομοθετήσουμε».

Παράλληλα υπογράμμισε ότι κατά την εφαρμογή του νόμου, η προηγούμενη κυβέρνηση διόρθωνε τα τυχόν λάθη, προσθέτοντας ότι «δεν πρόκειται για μεγάλο όγκο συντάξεων, πρόκειται για περιθωριακές περιπτώσεις που όμως δεν ήταν και για εμάς ορθό να καταβληθούν τόσο υψηλές συντάξεις και θα έμπαινε αυτό το όριο, το δωδεκαπλάσιο του ύψους της εθνικής σύνταξης». Κάτι τέτοιο είχε επισημάνει και η πρώην υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου σε γραπτή ανακοίνωσή της τη Δευτέρα.

Με αφορμή τη δήλωση του Γ. Βρούτση περί «λογιστική αλχημεία και λαθροχειρία εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ» στον ΕΦΚΑ, καθώς και για πλασματικό πλεόνασμα του ΕΦΚΑ, που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να υπάρξει πλεόνασμα, ο Τ. Πετρόπουλος εξήγησε ότι «κανείς δεν είπε από τη πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ πως «ό,τι δίνουμε είναι ό,τι προκύπτει από τις εισφορές. Επομένως μιλάει για κάτι που δεν συνέβαινε ο Γ. Βρούτσης». Προσέθεσε ότι «εκείνο που λέει ο Γ. Βρούτσης είναι ότι  σκοπίμως δεν βγάζαμε συντάξεις για να εμφανίζουμε πλεόνασμα, και αυτή είναι η αλχημεία. Είχε πει μάλιστα ότι θα πήγαινε στον Εισαγγελέα τα σχετικά στοιχεία για να διωχθώ ποινικά. Περιμένω να το κάνει, αλλά δεν το κάνει γιατί εκείνο που καταλαβαίνει τελικά είναι ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα έλεγε και γι’ αυτό το λόγο ούτε τον λεγόμενο νόμο Κατρούγκαλου θα καταργήσει γιατί δεν θα μπορέσει να βγάλει συντάξεις».

Σχετικά με τη δήλωση του Γ. Βρούτση στον ΣΚΑΙ, ότι είναι δύσκολο να καταργηθεί ο νόμος Κατρούγκαλου γιατί η προηγούμενη κυβέρνηση τον είχε φτιάξει τόσο καλά και δόλια, ο Τ. Πετρόπουλος εξήγησε ότι «αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί να τον αλλάξει διότι θα φέρει τεράστια κοινωνική αναστάτωση και ζημία στους ασφαλισμένους». Προσέθεσε ότι δεν μπορεί να το αντέξει κοινωνικά αυτό και ότι δεν μπορεί να καταβάλει συντάξεις κάθε μήνα, επισημαίνοντας ότι «καθώς έρχονται αντιμέτωποι με την πραγματικότητα και όχι τις ιδεοληψίες τους, θα αντιλαμβάνονται ότι αυτό που έχουμε μπροστά μας είναι άξιο προστασίας και δεν είναι εύκολο, επειδή έτσι τους ήρθε στο μυαλό, να καταργήσουν κοινωνικά δικαιώματα».

Σε ανακοίνωσή του τη Δευτέρα, ο ΣΥΡΙΖΑ απάντησε στις δηλώσεις του Γ. Βρούτση περί υψηλών συντάξεων, επισημαίνοντας ότι «ο ασφαλιστικός νόμος 4387/2016 εφάρμοσε για πρώτη φορά ενιαίους κανόνες για όλους, τόσο ως προς τις εισφορές, όσο και ως προς τις συντάξεις. Σε πλήρη ανάπτυξη και για όσους έχουν καταβάλει τις υψηλότερες προβλεπόμενες εισφορές δίνει κύρια σύνταξη λίγο κάτω από 3.000 ευρώ (στην οποία προστίθεται, όπου υπάρχει, επικουρική σύνταξη ή, για τους δημοσίους υπαλλήλους, μέρισμα από το Μετοχικό τους Ταμείο).

Επειδή όμως πριν την εφαρμογή του επικρατούσε ένα μωσαϊκό διατάξεων, προβλέφθηκε (άρθρο 30), για λόγους ανταποδοτικότητας, μεταβατικής φύσης ρύθμιση για όσους είχαν καταβάλει στο παρελθόν υψηλότερες εισφορές από αυτές του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που απετέλεσαν τη βάση υπολογισμού για τις εισφορές του νέου νόμου. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά, θα υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) εισφοράς επιπλέον αυτής του ΙΚΑ.

Η μεταβατική αυτή ρύθμιση για εργαζομένους που είχαν καταβάλει ιδιαίτερα υψηλές εισφορές, ιδίως στον Τομέα των Τραπεζών και του Ταμείου Νομικών μπορεί να καταλήγει σε υψηλότερες από 3.000 Ευρώ συντάξεις, μέχρι την πλήρη εφαρμογή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης».