Ο συνδυασμός των μεγάλων κεφαλαιακών αναγκών του τραπεζικού συστήματος και της ένταξης της Κύπρου στο μηχανισμό σηματοδοτεί την αρχή της μεγάλης αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος, με στόχο την εξυγίανσή του.
Η αναδιάρθρωση αναμένεται να γίνει σε τρία διαφορετικά επίπεδα και εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε μικρότερες τράπεζες, με χαμηλότερο εξοδολόγιο και καλύτερη διακυβέρνηση.
Αλλαγή πορείας
Η πιο ουσιαστική αλλαγή αναμένεται να προκύψει στην στρατηγική των τραπεζών.
Η περίοδος της ταχύρρυθμης επέκτασης των τραπεζών στο εξωτερικό έχει περάσει πλέον ανεπιστρεπτί.
Το στραπάτσο της Ελλάδας έχει αναδείξει τους κινδύνους που ελλοχεύουν για το εγχώριο σύστημα από την επέκταση στο εξωτερικό.
Παράλληλα, η παρουσία σε χώρες όπως η Ρωσία, η Ρουμανία ή η Ουκρανία έχει διαψεύσει προς το παρόν τις προσδοκίες για ουσιαστική ενίσχυση της κερδοφορίας των τραπεζών.
Η επόμενη μέρα της ένταξης στο μηχανισμό θα βρει τις διοικήσεις των τραπεζών αντιμέτωπες με την ανάγκη σμίκρυνσης του ενεργητικού τους και επικέντρωση τους στην εγχώρια αγορά.
Θα γίνουν παράλληλα προσπάθειες για θωράκιση των κυπρίων φορολογουμένων από τις υπερμεγέθεις τράπεζες, μέσω της εκποίησης μέρους τους ενεργητικού τους στο εξωτερικό και της θυγατροποίησης τους.
Οι φορολογούμενοι θα έχουν έμμεση ευθύνη, πλέον, για τα χρηματοδοτικά ανοίγματα και τις εργασίες των τραπεζών στην Κύπρο, όχι όμως για τους κινδύνους που αναλαμβάνουν οι κυπριακές τράπεζες στο εξωτερικό.
Ψαλίδι σε μισθούς και έξοδα
Η επόμενη μέρα της κεφαλαιακής στήριξης των τραπεζών από το κράτος αναμένεται να αλλάξει τα εργασιακά δεδομένα στο χώρο.
Το διάταγμα που εκδόθηκε για τη Λαϊκή προνοεί διψήφιες περικοπές μισθών και σημαντικές μειώσεις στα λειτουργικά έξοδα των τραπεζών.
Η προσφυγή της Τράπεζα Κύπρου σε κρατική στήριξη αναμένεται να έχει ανάλογες συνέπειες και στους υπαλλήλους της.
Ο στόχος της αναδιάρθρωσης του εξοδολογίου θα είναι να ενισχυθεί η κερδοφορία των τραπεζών, έτσι ώστε να είναι σε θέση να αποπληρώνουν το δανεισμό από το κράτος αλλά και να γίνουν πιο ελκυστικοί στόχοι για ιδιώτες επενδυτές.
Η συντεχνία των τραπεζοϋπαλλήλων παρακολουθεί με προβληματισμό τις εξελίξεις και έχει τις δικές της προτάσεις.
Βελτίωση διακυβέρνησης
Μια από τις μεγαλύτερες αλλαγές στις τράπεζες αναμένεται να επέλθει στη διακυβέρνηση.
Οι μεγάλες ζημιές και οι επενδυτικές αποφάσεις των τραπεζών φαίνεται να έχουν πείσει την εποπτική αρχή ότι οι διοικητικές δομές των τραπεζών χρήζουν σημαντικής βελτίωσης.
Με συμπαραστάτη την τρόικα, η εποπτική αρχή δηλώνει έτοιμη να επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στη διακυβέρνηση των τραπεζών, που θα εστιαστεί σε διάφορους άξονες.
Σε πρώτη φάση, οι αλλαγές αφορούν τη σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών. Η συμμετοχή του κράτους θα συνδυαστεί με αλλαγές προσώπων, που στην περίπτωση της Λαϊκής, έχουν ήδη τροχιοδρομηθεί. Αναμένεται να επέλθουν αλλαγές τόσο σε εκτελεστικές θέσεις όσο και σε μη εκτελεστικές.
Ένας από τους πιο βασικούς στόχους θα είναι η ενίσχυση της ανεξαρτησίας των συμβούλων. Η ΚΤ έχει ήδη υιοθετήσει «σκληρή» γραμμή στο θέμα, που στην περίπτωση μιας τράπεζας, στοίχισε πριν λίγες μέρες τον επαναδιορισμό ενός συμβούλου ως ανεξάρτητου.
Η ανεξαρτησία των συμβούλων αναμένεται να βελτιωθεί στο μέλλον με θεσμικές ρυθμίσεις που θα συμβάλουν στη σχετική μείωση της εξουσίας που εκτιμάται ότι έχουν συγκεντρώσει διαχρονικά οι εκτελεστικές διευθύνσεις των τραπεζών.
Στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος θα τύχει επαναξιολόγησης και η διαχείριση ρίσκου. Οι διευθύνσεις διαχείρισης ρίσκου θα περάσουν από κόσκινο για να εντοπιστούν κενά στον τρόπο λειτουργίας και για να θεσπιστούν ρυθμίσεις για καλύτερο έλεγχο από τα διοικητικά συμβούλια.
Τα επόμενα βήματα
Η αναδιάρθρωση των τραπεζών θα στηριχθεί πάντως σε δεδομένα που θα προκύψουν από τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης τους.
Οι επόμενες μήνες θα είναι καθοριστικοί καθώς θα προσδιοριστεί το ύψος των κεφαλαίων που θα χρειαστούν οι τράπεζες για να οχυρωθούν έναντι μελλοντικών ζημιών από την Ελλάδα και από την Κύπρο.
Οι διαγνωστικοί έλεγχοι στην Ελλάδα – και ενδεχομένως, και στην Κύπρο – θα αποτελέσουν τη βάση για την αναδιάρθρωση του συστήματος και για αλλαγή στη μετοχική και διοικητική τους σύνθεση.
Σε περίπτωση πάντως που οι ανάγκες φθάσουν τα €6 δισ. που υπολογίζουν οι Fitch, η Κύπρος θα χρειάζεται δημοσιονομική αναπροσαρμογή μεταξύ 1,5 και 2% του ΑΕΠ (€250-350 εκ.) για να είναι σε θέση να εξυπηρετεί το πρόσθετο χρέος.