Τα δέντρα, τα δάση και το σκοινί της καταστολής
του Θάνου Καμήλαλη
Σύμφωνα λοιπόν με το νομοσχέδιο που δημοσίευσε την Κυριακή η «Καθημερινή», οι διαδηλώσεις θα είναι το επόμενο θύμα της «κανονικότητας» της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Θα πρέπει να έχουν «οργανωτή», με αστικές ευθύνες για φθορές κλπ, θα υπάρχει «αστυνομικός διαμεσολαβητής» και συνοπτικά, θα απαιτείται σχεδόν ολοκληρωτική συμμόρφωση των διαδηλωτών με τις αστυνομικές αρχές, τόσο πριν, όσο και κατά τη διάρκεια της πορείας. Με θολές ερμηνείες «δημόσιας ασφάλειας», «διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής», «παρείσφρησης ατόμων με σκοπό την αλλοίωση του ειρηνευτικού χαρακτήρα» ή «μη συμμόρφωσης με τους περιορισμούς», μετατρέπει την ΕΛ.ΑΣ σε απόλυτο ελεγκτή.
Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που επιχειρεί να θέσει τις κινητοποιήσεις υπό τον πλήρη έλεγχο της εξουσίας, εκτός αν κανείς πιστεύει ότι η αστυνομία λειτουργεί αμερόληπτα, με «δικαστικό» και ανεπηρέαστο τρόπο από την κυβέρνηση. Φυσικά, το χειρότερο απ’όλα είναι το ιδιώνυμο αδίκημα, της συμμετοχής σε «παράνομες διαδηλώσεις«, με τις ποινές για όσους «μετέχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, η οποία έχει απαγορευθεί νόμιμα με απόφαση της αρμόδιας αστυνομικής αρχής», που φτάνουν μέχρι και ένα έτος. Να θυμίσουμε ότι είναι το δεύτερο ιδιώνυμο που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια. Το πρώτο μάλιστα, θεσπίστηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το 2017 και αφορά την παρεμπόδιση πλειστηριασμών. Μολονότι η διάταξη αυτή ήδη έχει εφαρμοστεί ενάντια σε μέλη του κινήματος, είναι βέβαιο ότι θα είναι εξαιρετικά χρήσιμη και στην κυβέρνηση ΝΔ στη συνέχεια.
Γιατί σε τέτοιες περιπτώσεις και διατάξεις η καταστολή είναι προληπτική. Δεν έρχεται δηλαδή αντιδραστικά με σκοπό να αντιμετωπίσει μία υπάρχουσα κατάσταση, αλλά με το βλέμμα στο μέλλον. Άλλωστε, συνήθως όταν υπάρχει κοινωνική αναταραχή τα δεδομένα είναι απαγορευτικά για τέτοιες ρυθμίσεις. Η εγκληματολόγος, Νατάσσα Τσουκαλά εξηγεί σε ανάρτησή της το πώς η ρύθμιση για περιορισμούς στις μικρές διαδηλώσεις υπάρχει ως σχέδιο από το 2009, αλλά ήταν η κοινωνική αντίσταση που καθιστούσε τέτοιες πράξεις απαγορευτικές. Μάλιστα, στη σύγκριση με την πρόταση που είχε έρθει στη δημοσιότητα το 2012 με πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Αθηναίων, Γ.Καμίνη, είναι σαφές ότι το νυν σχέδιο είναι αυστηρότερο. Ενδεικτικά το ιδιώνυμο για τη συμμετοχή δεν υπήρχε, ενώ η πρόταση Καμίνη είχε μέσα και απαγόρευση των χημικών από την ΕΛ.ΑΣ.. Σήμερα, σε καταστάσεις «κανονικότητας», πολιτικής κι επικοινωνιακής παντοδυναμίας της ΝΔ και χωρίς πολλές αναταραχές, η εξουσία βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να τραβήξει το σκοινί λίγο ακόμα παραπάνω προς το μέρος της. Προληπτικά, για την επόμενη κρίση.
Γιατί προφανώς, δεν θα αρχίσουν να απαγορεύονται, να διαλύονται και να καταστέλλονται βίαια κινητοποιήσεις δεξιά και αριστερά, με το γράμμα του νέου νόμου, αμέσως μετά την ψήφισή του. Κάτι τέτοιο θα ήταν πολιτικά αυτοκτονικό, θα έριχνε λάδι στη φωτιά. Αλλά σε πιθανή περίοδο κρίσης, η κυβέρνηση θα ακολουθήσει τα βήματα του πολύ φίλου του Κυριάκου Μητσοτάκη, Εμανουέλ Μακρόν, που έχει απαγορεύσει πολλές φορές διαδηλώσεις των «Κίτρινων Γιλέκων». Την ίδια στιγμή, Μητσοτάκης και Χρυσοχοϊδης έχουν «υποσχεθεί» τη δημιουργία ενός νέου, ειδικού τμήματος της ΕΛ.ΑΣ τη Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας, «με αιχμή του ενδιαφέροντός του τη ριζοσπαστικοποίηση που τροφοδοτεί την τρομοκρατία. Και με πεδίο δράσης που θα απλώνονται παντού, από τα σωφρονιστικά καταστήματα μέχρι τις οργανώσεις φιλάθλων.»
Το οπλοστάσιο της καταστολής εντείνεται και η απάντηση είναι πάντα η ίδια: «Γιατί μπορούν». Δεν είναι φυσικά οι κινητοποιήσεις μόνο. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα επίσης με την «Καθημερινή», η κυβέρνηση επεξεργάζεται έναν «νόμο Ρουβίκωνα», με στόχο να μετατρέψει σε κακουργηματική τη δράση του. Ο βουλευτής της ΝΔ, Κωνσταντίνος Μπογδάνος, κυνηγάει δικαστικά μία 25χρονη κοπέλα για μία ανάρτησή της σε ένα γκρουπ στο facebook αλλά και τα reactions σε σχόλια άλλων χρηστών. Η ανάρτηση κατέβηκε, αλλά ο Μπογδάνος συνεχίζει να την κυνηγάει γιατί ο στόχος δεν είναι η Ελένη Σ. Είναι επόμενος και η επόμενη που θα το σκεφτούν παραπάνω, πριν κάνουν κριτική. Στις ΗΠΑ υπάρχει όρος γι αυτό: Λέγονται SLAPP Suits (Strategic Lawsuit Against Public Participation – Στρατηγική Μήνυση Ενάντια στη Συμμετοχή του Κοινού) και ο βουλευτής της ΝΔ το εισάγει και στα social media.
Η εκπομπή του Τζον Όλιβερ, Last Week Tonight, αφιέρωσε ένα επεισόδιο στα SLAPP Suits με αφορμή μία δικαστική διαμάχη με έναν επιφανή επιχειρηματία των εξορύξεων (δείτε και το άρθρο του skra – punk εδώ). Η εκπομπή τελικά δικαιώθηκε, αλλά η δικαίωση αυτή της κόστισε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, ενώ κατά την έρευνα αποκαλύφθηκε ότι εναντίον του επιχειρηματία υπήρχαν δύο μηνύσεις εργαζόμενων για σεξουαλική παρενόχληση. Οι υποθέσεις αυτές δεν βρήκαν το δρόμο προς τη δημοσιότητα, ίσως λόγω του συστήματος μηνύσεων του επιχειρηματία.
Παράλληλα, η επικοινωνιακή παντοδυναμία της ΝΔ κάνει πιο εύκολες τις επιθέσεις και σε αντιπολιτευόμενα μέσα. Πρόσφατα, ο Μπογδάνος και άλλοι, που κατά τα άλλα κόπτονται για την Ελευθερία του Τύπου, έβαλαν πρόσφατα στο στόχαστρο την «Εφημερίδα των Συντακτών», αποκαλώντας την «εφημερίδα των τρομοκρατών», ενώ υπήρξαν και φωνές απέναντι στα μέσα που «τολμούν» να δημοσιεύσουν προκηρύξεις του Ρουβίκωνα. Η εφημερίδα «Documento» επίσης, είναι συχνά στο στόχαστρο της κυβέρνησης και πρόσφατα κυβερνητικοί «κύκλοι» αποκάλεσαν την εφημερίδα ως «βασικό γρανάζι παραδικαστικού και παρακρατικού κυκλώματος». Οι υποτιθέμενες «αποδείξεις» γι αυτό είναι καταθέσεις δικαστικών λειτουργών στην Εξεταστική για τη Novartis, που όμως έγιναν για τις πράξεις τους αντικείμενα έρευνας τόσο από την εφημερίδα, όσο και από συναδέρφους τους στο Σώμα.
Υπάρχει λοιπόν σε τέτοια ζητήματα το δέντρο και το δάσος. Δεν έχει να κάνει με τους «ανοιχτούς δρόμους», δεν έχει να κάνει με τη μία φωτογραφία του Μπογδάνου, δεν έχει να κάνει με το «Documento» ή τον «Ρουβίκωνα». Έχει να κάνει με μία εξουσία που εκμεταλλεύεται μία περίοδο «κανονικότητας» ώστε, όπως άλλωστε συμβαίνει και με την fast track νομοθέτηση για άσυλο, «ανάπτυξη», ασφαλιστικό κλπ, να νομοθετήσει ή να στοχοποιήσει ανενόχλητη όσα ενδέχεται να την ενοχλήσουν ή να την κλυδωνίσουν στο μέλλον, δικλείδες «ασφαλείας» σε περίπτωση μελλοντικού «ατυχήματος». Μέχρι εκεί ακριβώς που νιώθει ότι μπορεί να τραβήξει το σκοινί.