του Αλέξανδρου Γαστεράτου
Ο Γιάννης Καυκάς είναι από εκείνους τους χιλιάδες ανθρώπους που το 2011, είδε την ακραία φτωχοποίηση που ερχόταν. Μαζί με τη Συνέλευση Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης/Πατησίων, στην οποία συμμετέχει, κατεβαίνει στην πανεργατική απεργία που είχε προκηρυχτεί για τις 11 Μαΐου του 2011. Παρά τη ταραγμένη εκείνη περίοδο, η διαδήλωση αυτή ήταν καθόλα ήρεμη και ειρηνική.
Παρ’ όλα αυτά ο κρατικός μηχανισμός της κυβέρνησης Παπανδρέου, θεώρησε πως οι διαδηλωτές και οι απεργοί πρέπει να τρομοκρατηθούν και να σταματήσουν να διαδηλώνουν ενάντια στις μνημονιακές πολιτικές που επιβάλλονται εκείνη την περίοδο και τα ΜΑΤ παίρνουν διαταγή να επιτεθούν στη διαδήλωση που είχε αποχωρήσει από το Σύνταγμα, προκειμένου να μεταβεί στα Προπύλαια όπου και θα διαλυόταν.
Τα ΜΑΤ περικυκλώνουν τη πορεία, φράζοντας κάθε έξοδο διαφυγής και επιτίθενται με λύσσα κατά των διαδηλωτών. Οι τραυματίες είναι δεκάδες. Κάποιες εκ των πληροφοριών κάνουν λόγο για 30, ενώ άλλες πληροφορίες αναφέρονται σε 100, με δύο βαριά τραυματισμένους. Ένας εξ αυτών ο Γιάννης Καυκάς, ο οποίος κρατούσε το πανό της συνέλευσης της γειτονιάς του, από εκείνες στις οποίες την περίοδο εκείνη, βρήκε καταφύγιο και μέσο για αγώνα πάρα πολύς κόσμος, που έβλεπε τα εισοδήματα του να μειώνονται και το μέλλον του να διαγράφεται ζοφερό.
Ο Γ. Καυκάς χτυπιέται βιαίως από τις δυνάμεις καταστολής. Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι αστυνομικοί των ΜΑΤ έχουν βγάλει από τις θήκες τους και χτυπούν τους διαδηλωτές με τους προσωπικούς τους πυροσβεστήρες, καθώς επίσης και με το πίσω μέρος των γκλοπ. Οι ίδιοι αρνήθηκαν ότι έβγαλαν τους πυροσβεστήρες από τις θήκες τους, ωστόσο φωτογραφία που δημοσιεύτηκε εκείνη την περίοδο στο «Βήμα», δείχνει τους άνδρες των ΜΑΤ, να κρατούν πράγματι εν είδη ροπάλου τους πυροσβεστήρες.
Ο Γ. Καυκάς δέχτηκε χτύπημα στο κεφάλι από ένα βαρύ αμβλύ όργανο, σύμφωνα με το ιατρικό ανακοινωθέν. Παρά τα χτυπήματα, στάθηκε όρθιος και στη συνέχεια με τη βοήθεια άλλων διαδηλωτών μεταφέρθηκε σε ένα φαρμακείο. Οι παρευρισκόμενοι, μεταξύ των οποίων και ένας γιατρός πιέζουν τα ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ, τα οποία δεν προλάβαιναν εκείνη την ημέρα να παραλαμβάνουν τραυματισμένους, να τον πάρουν. Στη συνέχεια μεταφέρεται στο Γενικό Κρατικό της Νίκαιας, όπου και παρέμεινε σε κωματώδη κατάσταση στη ΜΕΘ για δέκα ημέρες και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας.
Όπως λέει ο ίδιος στην επικοινωνία του με το ThePressProject, ορισμένα από τα τραύματά του, εννέα χρόνια μετά, δεν έχουν επουλωθεί πλήρως και του θυμίζουν όπως λέει πως «φτηνά τη γλύτωσες».
Από την έρευνα η οποία είχε γίνει τότε στα γκλοπ και τους πυροσβεστήρες που κατασχέθηκαν από τους άνδρες των ΜΑΤ, οι οποίοι βρίσκονταν στη περιοχή, δεν προέκυψε καμία κατηγορία. Καμία ευθύνη δεν αποδόθηκε και αυτός ή αυτοί που τραυμάτισαν τον Γιάννη Καυκά σχεδόν θανάσιμα, βρίσκονται ακόμα εκεί έξω. Εξάλλου όπως αναφέρει ο ίδιος, η αστυνομία είχε μια ολόκληρη μέρα στα χέρια της τους πυροσβεστήρες και τα γκλοπ, άρα και χρόνο να παραποιήσει τα στοιχεία.
Ο ίδιος τονίζει ότι νιώθει την προσωπική και πολιτική υποχρέωση, «απέναντι σε όλους αυτούς που επιλέγουν να βρουν τη δύναμή τους και να απαντήσουν στο δρόμο», να πάει την υπόθεση, ει δυνατόν μέχρι τέλους, προκειμένου να καταλογιστούν ευθύνες. Επομένως τη Πέμπτη 15 Οκτωβρίου, εκδικάζεται στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών η αγωγή του Γιάννη Καυκά εναντίον του Δημοσίου, απαιτώντας μια ελάχιστη ένδειξη αναγνώρισης της ευθύνης του κράτους για την δολοφονική επίθεση που δέχτηκε.
Ακολουθεί η συνέντευξη με τον ίδιο λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η εκδίκαση της αγωγής του.
Μπορείτε να μου πείτε, τι ακριβώς συνέβη στις 11 Μαΐου του 2011 με λίγα λόγια;
Τότε ήμουν μεταπτυχιακός φοιτητής, έκανα το μεταπτυχιακό μου στο documentary and photography είμαι και ψυχολόγος και φωτογράφος. Έχω ασχοληθεί και με τα δύο. Έχω δουλέψει και στα δύο, τώρα εργάζομαι περισσότερο ως ψυχολόγος, κυρίως ως ψυχολόγος.
Η 11η Μαΐου 2011 ήταν ημέρα γενικής απεργίας, από εκείνες πού συνέβαιναν εκείνη την εποχή. Ήταν τακτικές οι γενικές απεργίες. Εγώ συμμετείχα και συμμετέχω και πριν από αυτό και μετά. Εκείνη την περίοδο ήμουνα μέλος της συνέλευσης Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης/Πατησίων, μία συνέλευση τοπική γειτονιάς, που είχε δώσει έναν αγώνα προάσπισης του μικρού πάρκου που υπήρχε στη γειτονιά μας, που τότε ήθελαν να γίνει πάρκινγκ και εξελίχθηκε σε μία συνέλευση, που προσπαθούσε να έχει τοπικά ριζώματα, να μιλάει για τα τοπικά προβλήματα, να τα συνδέει με τα γενικά, με το γενικότερο πολιτικό και κοινωνικό, σε μία βάση οριζοντιότητας, αλληλεγγύης, ισοτιμίας και σε αυτό το πλαίσιο με αυτή την ομάδα, με αυτή τη συνέλευση, κατέβαινα τότε στο δρόμο και συμμετείχαμε στα κοινά, σε συντονισμό με παρόμοια σχήματα που εκφράζουν ένα ίδιο σκεπτικό και ίδιο τρόπο δράσης και κατανόησης των πραγμάτων, δηλαδή άλλες συνελεύσεις γειτονιάς, ταξικά σωματεία βάσης. Υπάρχει ακόμα η συγκεκριμένη συνέλευση.
Αυτό ήταν και το ευρύτερο υποκείμενο που χτυπήθηκε εκείνη τη μέρα. Ήταν 11 Μαΐου λοιπόν, είχε τελειώσει επί της ουσίας η πορεία, είχε περάσει δηλαδή από το Σύνταγμα. Το θέμα ήταν πόσο θα σταθεί στο Σύνταγμα, μετά φεύγαμε προς τα Προπύλαια. Συντεταγμένα μεν, η πορεία προχωρούσε προς τα Προπύλαια όπου θα διαλυόταν.
Ακούστηκε ένας ήχος κάπου πίσω προς τη Μεγάλη Βρετανία. Δεν ξέρω αν πήραν αφορμή από αυτό αλλά όρμησαν επάνω στο πλήθος, ενώ δεν συνέβαινε τίποτα εκείνη την ώρα. Ο κόσμος απλά έφευγε συντεταγμένα.
Ήταν μία ήσυχη διαδήλωση εκείνη. Η εποχή ήταν ταραγμένη αλλά στη συγκεκριμένη δεν είχε συμβεί τίποτα. Όπως λοιπόν απομακρυνόμαστε από το Σύνταγμα, έχοντας ήδη μπει στην Πανεπιστημίου, ήμασταν στο ύψος του Zonar’s και του νομισματικού μουσείου. Με το που μπήκαμε στην Πανεπιστημίου, μετά τη Βουκουρεστίου είχε αρχίσει να υπάρχει πλευρική παρουσία από πολλές διμοιρίες των ΜΑΤ, χωρίς όμως να γίνεται κάτι (που να το δικαιολογεί αυτό). Οπότε κάποια στιγμή, εκεί στο ύψος της Βουκουρεστίου όρμησαν πάνω στο πλήθος με πρωτόγνωρη λύσσα. Συμμετέχω χρόνια σε αυτά, δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπω επίθεση της αστυνομίας αλλά εκείνη η φορά ήταν πρωτόγνωρη. Ακούστηκε ένας ήχος κάπου πίσω προς τη Μεγάλη Βρετανία. Δεν ξέρω αν πήραν αφορμή από αυτό αλλά όρμησαν επάνω στο πλήθος, ενώ δεν συνέβαινε τίποτα εκείνη την ώρα. Ο κόσμος απλά έφευγε συντεταγμένα.
Μιλάμε για μία μεγάλη διαδήλωση, όπως ήταν οι διαδηλώσεις της περιόδου εκείνης. Μιλάμε (για μια εποχή) λίγο πριν από αυτό που λέγαμε «Πλατείες». Εγώ δεν μπορούσα να συμμετέχω (στις «Πλατείες»), γιατί ήμουν στο νοσοκομείο. Οπότε μιλάμε για μία πολύ ζωντανή περίοδο εκείνη, λίγο πριν την κυβέρνηση Παπαδήμου.
Μας περικυκλώνουν. Ο κόσμος αυτός που αποχωρούσε, ήταν κάποιες χιλιάδες δεν μιλάμε για κάποιο μικρό κομμάτι. Ήταν οι συνελεύσεις γειτονιάς, τα σωματεία βάσης, αναρχικές συλλογικότητες και κάποιες αριστερές ομάδες. Αν θυμάμαι καλά μπροστά μας ήταν το ΚΚΕ μ-λ το ξεκίνημα κ.λ.π. Αυτό ήταν το υποκείμενο που χτυπιέται εκείνη τη μέρα με λύσσα.
Ο μόνος τρόπος να ξεφύγεις είναι να πατήσεις πάνω σε άλλους ανθρώπους.
Μας ψεκάζουν εξ επαφής. Είμαστε και από τις δύο μεριές περικυκλωμένοι και από μπροστά δεν υπάρχει έξοδος διαφυγής καθώς κλείνουν τη δίοδο προς τα μπροστά και ορμάνε και από τις δύο πλευρές με λύσσα.
Εγώ θυμάμαι κρατούσα το πανό της συνέλευσης μας εκείνη τη μέρα – όπως και συχνά τότε – και είμαι από τη δεξιά πλευρά την πλευρά του νομισματικού μουσείου, όπου δεχόμαστε πολύ σφοδρή επίθεση. Κανείς δεν μπορεί να δει μπροστά του, έχει πέσει κάτω κόσμος. Υπάρχει τόση πίεση, που ο μόνος τρόπος να ξεφύγεις είναι να πατήσεις πάνω σε άλλους ανθρώπους. Δεν βλέπεις και πέφτει πολύ ξύλο.
Προσπαθούσα να κρατήσω το πανό ανοιχτό, για να κρατηθεί μία στοιχειώδης τάξη και φωνάζω «ψυχραιμία, ψυχραιμία». Με χτυπάνε, μένουμε με το πανό και προχωράμε μπροστά. Με χτυπάνε, μέχρι που έρχεται το πρώτο μεγάλο χτύπημα στο κεφάλι και καταλαβαίνω ότι είναι κάτι πολύ διαφορετικό, ότι δεν είναι καλό αυτό το πράγμα.
Εγώ ξύπνησα και τα θυμόμουν όλα και είχα μία ανάγκη να πω τι συνέβη αλλά δεν μπορούσα να μιλήσω, γιατί είχα τραχειοτομή. Οπότε προσπαθούσα να γράψω. Το πρώτο πράγμα που έχω γράψει είναι ότι με χτύπησαν με πυροσβεστήρα.
Ξέρω ότι χτυπήθηκα με πυροσβεστήρα. Ωστόσο δεν έχει διευκρινιστεί, καθώς δεν υπάρχει υλικό αυτό καθεαυτό. Νομίζω ότι το ιατρικό ανακοινωθέν μιλάει για βαρύ αμβλύ όργανο.
Όταν ξύπνησα μετά από 10 μέρες, δεν ήξερα ούτε πόσες μέρες είχαν περάσει, ούτε τι ήξεραν οι άνθρωποι γύρω μου. Οι άνθρωποι γύρω μου, η οικογένειά μου, τους είχαν συμβουλέψει οι γιατροί να μη μου πουν τίποτα, γιατί δεν ξέρανε τι θα θυμάμαι, για να μην ταραχτώ.
Εγώ ξύπνησα και τα θυμόμουν όλα και είχα μία ανάγκη να πω τι συνέβη αλλά δεν μπορούσα να μιλήσω, γιατί είχα τραχειοτομή. Οπότε προσπαθούσα να γράψω. Το πρώτο πράγμα που έχω γράψει είναι ότι με χτύπησαν με πυροσβεστήρα. Είναι το πρώτο πράγμα που έχω ανάγκη να το πω ότι έχει συμβεί αυτό με έχουν χτυπήσει.
Μου λένε οι δικοί μου «ξέρουμε», τους λέω με χτύπησαν με πυροσβεστήρα. Είναι το πρώτο πράγμα που έρχεται στη μνήμη μου, τελείως αδιαμεσολάβητα και είναι γραπτό αυτό. Το έχω καταθέσει, τα είχαν πάρει αυτά τα χαρτιά τότε στις καταθέσεις, τις πρώτες πληροφορίες που κατέγραφα για το τι είχε γίνει. Έχουν μπει σε εκείνη τη διαδικασία.
Οπότε εμπιστεύομαι πολύ αυτό που μου βγήκε εκείνη τη στιγμή που ξύπνησα, που δεν είχα καμία άλλη πληροφορία, καμία εξωτερική πληροφορία για το τι είχε συμβεί. Οπότε έχω γράψει με χτύπησαν, με χτύπησαν με πυροσβεστήρα. Αυτό έχω στη συνείδησή μου. Είναι την πρώτη μέρα πριν μπω σε δωμάτιο, όταν με βγάζουν από την εντατική, όταν με βγάζουν από την ΜΕΘ και με βάζουν στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας. Είναι η πρώτη μέρα που βγαίνω από την εντατική και προσπαθώ να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους, να τους πω τι έχει συμβεί. Αυτό εμπιστεύομαι και αυτό είναι που επιβεβαιώνεται και από όλα τα τριγύρω στοιχεία.
Αυτή είναι η πρώτη φορά που η υπόθεσή σας παραπέμπεται στη δικαιοσύνη;
Αυτό είναι το διοικητικό δικαστήριο, είναι η αγωγή που έχω κάνει εγώ εναντίον του ελληνικού Δημοσίου. Το ποινικό κομμάτι δεν προχώρησε ποτέ έχει κλείσει οριστικά με βούλευμα και δεν έχει καταλογιστεί καμία ευθύνη, δεν έχουν αποδοθεί ευθύνες και κατηγορίες σε κανέναν. Αν θυμάμαι καλά έκλεισε πριν ενάμιση χρόνο. Πάνε ενάμιση με δύο χρόνια που βγήκε οριστικά το βούλευμα. Αν τώρα είμαστε στα εννιά χρόνια μετά, τότε επτά χρόνια μετά, έκλεισε η συγκεκριμένη υποτιθέμενη έρευνα, γιατί τώρα είναι προσχηματικό όλο αυτό. Έκλεισε οριστικά χωρίς να αποδοθεί καμία ευθύνη.
Άρα η αγωγή η δική σας, γίνεται εννέα χρόνια μετά;
Δεν γίνεται εννέα χρόνια μετά, τώρα εκδικάζεται. Όταν στην αρχή με είχαν συμβουλέψει να κάνω αγωγή για αποζημίωση, το είχα αρνηθεί σφόδρα. Δεν είχα καμία διάθεση να μου πει κάποιος, πόσο κοστολογεί αυτό που πέρασα και είχα αρνηθεί. Παρά το γεγονός ότι με συμβούλευαν τότε νομικά να το ακολουθήσω παράλληλα (με την αρχική διαδικασία), από την αρχή δηλαδή, είχα πει τότε λοιπόν ότι δεν υπάρχει περίπτωση να μπω σε αυτή τη διαδικασία. Όταν όμως κατάλαβα ότι αυτή η υπόθεση θα κλείσει, είχα να πάρω μία απόφαση. Δεδομένου ότι το ποινικό δεν θα προχωρήσει, είχα να πάρω μία απόφαση που ήταν τόσο προσωπική όσο και πολιτική. Δηλαδή αν θα το καταπιώ ή εάν θα παλέψω με κάποιο τρόπο, κάτι να αναγνωριστεί και κάπου να αποδοθεί κάτι.
Υπήρξε κάποια ΕΔΕ, που έκλεισε πριν ενάμιση χρόνο;
ΕΔΕ υπήρξε από την αρχή. Η δίωξη που έγινε τότε, ήταν αυτεπάγγελτα. Η ΕΔΕ έγινε παράλληλα. Είχα καταθέσει δηλαδή και στην ΕΔΕ, λίγους μήνες αφού βγήκα από το νοσοκομείο.
Τώρα αυτά είναι αστεία πράγματα. Η έρευνα του Εισαγγελέα, ανατέθηκε στην αστυνομία, την ίδια υπηρεσία δηλαδή που κατηγορείται. Αυτοί που κατηγορούνται, αναλαμβάνουν να συλλέξουν τα στοιχεία. Αυτοί που κατηγορούνται καλούνται υποτίθεται, την επόμενη μέρα, να πάνε να συλλέξουν δείγματα DNA.
Είχε ανακύψει κάποιο ζήτημα με το δικό σας DNA. Δεν παραχωρήθηκε ενώ το ζητούσε η αστυνομία. Θα μπορούσατε να μου πείτε κάποια πράγματα για αυτό;
Αυτό που συνέβη είναι ότι εγώ αρχικά αρνήθηκα να δώσω δείγμα δικού μου DNA. Δεν ήθελα να νομιμοποιήσω μία διαδικασία, η οποία έχει στείλει ανθρώπους στη φυλακή με τελείως ανυπόστατες κατηγορίες, βασιζόμενη σε μία ψευδεπίγραφη επιστημονικότητα. Έχουν υπάρξει πάμπολλες τέτοιες περιπτώσεις που δείγματα DNA, όπως ήταν και η περίπτωση της Ηριάννας, έχουν στείλει ανθρώπους στη φυλακή. Οπότε αρνήθηκα να νομιμοποιήσω με την επιλογή μου το DNA, γνωρίζοντας και το τελείως προσχηματικό της ιστορίας, καθώς τα δείγματα τα είχαν συλλέξει οι ίδιοι μία μέρα μετά, οπότε και είχαν μια ολόκληρη ημέρα να καθαρίσουν τους πυροσβεστήρες και τα γκλοπ.
Μου ζητούσαν δηλαδή εμένα, να δώσω DNA για ποιο λόγο; Για να κοροϊδευόμαστε; Είχα λοιπόν αρνηθεί αλλά προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία μέχρι τέλους, δέχτηκα να δώσω δείγμα DNA.
Ωστόσο αυτό που έγινε, ήταν ότι ενώ έχει βρεθεί σε πυροσβεστήρα αστυνομικού, DNA τρίτου προσώπου, που δεν είναι του ίδιου δηλαδή, το οποίο όμως είναι μερικό, δεν είναι ολόκληρο και θα μπορούσε εν δυνάμει να είναι ίδιο με ένα δικό μου κομμάτι DNA, το αποτέλεσμα λέει ότι δεν είναι καν δικό μου. Με τα ίδια στοιχεία έχουν στείλει ανθρώπους στη φυλακή.
Περίπου ένα μήνα μετά, τον Ιούνιο του 2011, έγινε μία αντίστοιχη επίθεση της αστυνομίας στο Σύνταγμα, για την οποία υπήρξε μία αντίστοιχη έρευνα και οι άνδρες των ΜΑΤ, εν τέλει αθωώθηκαν. Θεωρείτε ότι και η δική σας υπόθεση θα πάρει κάποια τέτοια τροπή;
Η δική μου υπόθεση έχει κλείσει και την κρατάω με νύχια και με δόντια. Σκέψου έναν άνθρωπο, που κρατάει έναν πυροσβεστήρα και έχει μπροστά του έναν άλλο άνθρωπο, ο οποίος αντικειμενικά εκείνη τη στιγμή είναι ακίνδυνος, κρατάει το πανό και επιχειρεί (ο πρώτος) με έναν πυροσβεστήρα να του διαλύσει το κρανίο, μέχρι θανάτου. Αυτός ο άνθρωπος είναι εκεί έξω. Αύριο που θα πάμε στο δικαστήριο, μπορεί να έχουν στείλει άνδρες των ΜΑΤ και να είναι ανάμεσά τους. Αυτός ο άνθρωπος είναι εκεί έξω.
Αθώοι όλοι οι αστυνομικοί για τις κτηνωδίες της 28ης-29ης Ιουνίου του 2011
Έχω την ευθύνη απέναντι σε όλους αυτούς που επιλέγουν να βρουν τη δύναμή τους και να απαντήσουν στο δρόμο, έχω ευθύνη να το παλέψω όσο μπορώ.
Προφανώς υπάρχει πλήρης κάλυψη του Κράτους σε αυτό το πράγμα κανένας δεν θα εκθέσει τους δικούς του ανθρώπους. Κανένας δεν θα εκθέσει το μακρύ του χέρι. Αν επιλέγω να συνεχίσω είναι γιατί θεωρώ πρώτα από όλα ότι δεν μπορώ να το καταπιώ, δεν κατεβαίνει αμάσητο χωρίς να το έχω παλέψει μέχρι τέλους και δεύτερον δεν με χτύπησαν επειδή είμαι ο Γιάννης Καυκάς, δεν είχαν κάτι προσωπικό μαζί μου. Με χτύπησαν γιατί ήμουνα ένας απεργός, ένας διαδηλωτής και ένας από τους αγωνιζόμενους και έχω την ευθύνη απέναντι σε όλους αυτούς που επιλέγουν να βρουν τη δύναμή τους και να απαντήσουν στο δρόμο έχω ευθύνη να το παλέψω όσο μπορώ. Αυτοί είναι οι δύο λόγοι. Θα το παλέψω όσο μπορώ, (ώστε) κάπου να καταλογιστεί κάτι
Κατά πόσο θεωρείτε ότι σήμερα συνεχίζεται η αστυνομική ασυδοσία; Είναι η ίδια η αστυνομική βία σήμερα με τότε;
Όταν σε μια κοινωνία ο τελικός νομιμοποιητικός παράγοντας της εξουσίας, δεν είναι η συναίνεση αλλά είναι η βία, όταν δηλαδή η εξουσία αδυνατεί να δημιουργήσει συναινέσεις, όταν έρχεται και προσπαθεί να δημιουργήσει συναινέσεις με ψευδή διλήμματα, τις απειλές των ξένων και της Τουρκίας, προσπαθεί να δημιουργήσει τέτοιου είδους συναινέσεις για να περάσει τη φτωχοποίηση και τον φασισμό και τον ρατσισμό, όταν λοιπόν αδυνατεί να δημιουργήσει πραγματικές συναινέσεις, ο τελικός νομιμοποιητικός παράγοντας της εξουσίας παραμένει η βία.
Τη βία έχουν μόνο στα χέρια τους για να περάσουν αυτό που θέλουν, δεν έχουν συναίνεση. Δεν είναι συναίνεση οι δημοσκοπήσεις. Όσο λοιπόν θα συνεχίσει η εξουσία να νομιμοποιείται με έναν άλλον τρόπο, που δεν θα είναι η συναίνεση, τότε θα είναι η βία και αυτή η βία αναλόγως κάθε φορά τις επιλογές τους θα εντείνεται ή θα αμβλύνεται. Αυτή τη στιγμή αποφασίζουν για στρατηγικούς λόγους, να ενταθεί ακόμα περισσότερο η βία.
Θα έχουμε νεκρούς Αυτή είναι η δική μου κακή προφητεία. Με το δόγμα αυτό της καταστολής θα έχουμε νεκρούς. Είναι ασύδοτοι τελείως (οι αστυνομικοί) είναι αφηνιασμένοι και ντοπαρισμένοι από την ακροδεξιά ρητορική της κυβέρνησης.
Αυτή τη στιγμή η κατάσταση της υγείας σας ποια είναι; Έχετε ξεπεράσει τα τραύματα από τότε;
Κανένας δεν περίμενε να είμαι όπως είμαι αυτή τη στιγμή. Λίγοι περίμεναν ότι θα ζω και όσοι περίμεναν ότι θα ζω, περίμεναν ότι θα έχω χίλια δυο κουσούρια. Πέρασα δύσκολα, είμαι καλά, έχω μικρά προβλήματα τα οποία τα ξέρω εγώ και δεν τα ξέρει κανένας άλλος, με την έννοια ότι δεν είναι κάτι που φαίνεται. Είναι μικρές αδυναμίες που μου έχει αφήσει, όπως μικρές αδυναμίες στην αριστερή μου πλευρά, κυρίως στο αριστερό μου χέρι, τις οποίες δεν τις καταλαβαίνει κανείς αλλά για εμένα είναι εκεί να μου θυμίζουν ότι «τη γλίτωσες φθηνά».
Τα νούμερα που είχαν κυκλοφορήσει αναφορικά με τους τραυματίες αφορούν μόνο τα άτομα που μεταφέρθηκαν με ασθενοφόρο. Οι περισσότεροι δεν μεταφέρθηκαν με ασθενοφόρο, καθώς δεν μας έπαιρναν. Εμένα δεν με έπαιρνε το ασθενοφόρο.
Υπήρχε ένας γιατρός εκεί, που έλεγε «πρέπει να τον πάρετε τώρα, σας λέω πρέπει να τον πάρετε τώρα» δεν δέχονταν να με πάρουν οι τραυματιοφορείς και λέει ο γιατρός εκεί «φέρτε τον όπως είναι». Με πήραν σηκωτό από τα ρούχα και τους είπε «πάρτε τον και φύγετε» Οπότε θέλω να πω ότι υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που δεν κατάφεραν να μπουν σε ασθενοφόρα και έφτασαν στα νοσοκομεία τραυματισμένοι, καθώς τα ασθενοφόρα κιόλας εκείνη τη μέρα, δεν προλάβαιναν τους τραυματίες. 100 είναι ο αριθμός που έχουμε και εμείς.