«Όχι» επί της αρχής στο νομοσχέδιο ψήφισαν οι κοινοβουλευτικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΙΝΑΛ, του ΜέΡΑ25, της Ελληνικής Λύσης. Το ΚΚΕ ψήφισε παρόν. Στην ονομαστική ψηφοφορία, την οποία είχε ζητήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, επί των άρθρων 7 (για το εξίσου) και 13 ( που εισάγει το μαχητό τεκμήριο του 1/3 στον χρόνο που το παιδί πρέπει να περνά με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει) ψήφισαν συνολικά 176 βουλευτές, από τους οποίους οι 156 της κυβέρνησης υπέρ. Στην ονομαστική δε μετείχε ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και ΚΚΕ. Διαφοροποίηση από τη νομοθέτηση της ΝΔ και από τις βουλεύτριες της Γιαννάκου και Κεφαλογιάννη.
Σε αρκετές τοποθετήσεις τους, εντός της Βουλής και σε ΜΜΕ, οι δύο βουλεύτριες είχαν εκφράσει τις διαφωνίες τους για ένα νομοσχέδιο που έχει προκαλέσει αντιδράσεις από σειρά σημαντικών φορέων και φεμινιστικών οργανώσεων.
«Ήρθαν στην ακρόαση φορέων απίθανες οργανώσεις, υπήρξαν τρομερές διαφημίσεις υπέρ του νομοσχεδίου, που σημαίνει πολύ χρήμα» είχε καταγγείλει μιλώντας στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής η Μαριέττα Γιαννάκου, καταγγέλλοντας πως παραδοσιακές γυναικείες οργανώσεις δε συμμετείχαν στο διάλογο. Υποστήριξε το νομοσχέδιο δεν είναι πιστό στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών και στη σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, ενώ άφησε υπαινιγμούς με το «εξίσου», όπως και με την υποχρεωτική αναφορά στο 1/3 του χρόνου, που θα φέρει περισσότερες συγκρούσεις μεταξύ των γονέων και προσφυγές στη Δικαιοσύνη. «Δεν αμφισβητώ το δικαίωμα της ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης να κάνει τροποποιήσεις στο Οικογενειακό Δίκαιο, όμως αυτές που γίνονται δεν ανταποκρίνονται στον στόχο που είναι να ικανοποιείται το συμφέρον του παιδιού».
Ενώ συνέχισε δύο ημέρες μετά απευθυνόμενη ευθέως στον υπουργό, Κώστα Τσιάρα: «Επιμένετε σε κάτι που θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που θέλει να επιλύσει. Κατηγορήσατε όλους όσους κάναμε προτάσεις ότι δεν ενδιαφερόμαστε για το συμφέρον του παιδιού και ότι παίρνουμε θέση υπέρ του ενός ή του άλλου γονέα. Τη Δευτέρα βέβαια ήταν το αποκορύφωμα. Στο ραδιόφωνο κατηγορήσατε (σ.σ. απευθυνόμενο στον κ. Τσιάρα) εμένα και την κ. Κεφαλογιάννη πως η στάση μας προέρχεται από προσωπικά βιώματα. Σας ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον σας κ. υπουργέ αλλά μόνο αυτό δεν συμβαίνει» είπε και πρόσθεσε: «Οι ενστάσεις μας προέρχονται από καθαρή λογική και τη γνώση της επιστήμης»
«Ως παλιό μέλος της ΝΔ θέλω να σας πω ότι έχω εκπλαγεί ειλικρινά γιατί μέσα στον ναό της δημοκρατίας εσείς αμφισβητήσατε το δικαίωμα των βουλευτών να εκφέρουν ελεύθερα τη γνώμη τους» υπογράμμισε και είπε απευθυνόμενη στον κ. Τσιάρα: «Δεν καταθέσαμε όμως εμείς το σχέδιο νόμου υπουργέ. Εσείς το παράξατε. Το κείμενο σας φανερώνει την γονεοκεντρική του λογική. Οι περισσότερες διατάξεις που υπάρχουν φανερώνουν ότι δεν έχουν δημιουργηθεί με γνώμονα και επίκεντρο το παιδί αλλά τις επιθυμίες των γονέων. Το σημαντικό σε αυτό το σχέδιο νόμου δεν πρέπει να είναι οι γονείς αλλά τα δικαιώματα των γονέων».
Απέναντι σε αυτές τις διαφωνίες, η κυβέρνηση κεντρικά προσπάθησε να κρατήσει χαμηλούς τόνους, χωρίς να επιβάλλει κομματική πειθαρχία και με την κυβερνητική εκπρόσωπο, Αριστοτελία Πελώνη, να δηλώνει ότι «σε ζητήματα όπως αυτό, που είναι ένα πολύ ειδικό ζήτημα υψηλής κοινωνικής ευαισθησίας, η διαφορετική άποψη είναι σεβαστή».
Αυτό όμως δεν συνέβη με τον υπουργό, Κώστα Τσιάρα, που επιτέθηκε στις δύο βουλεύτριες, υποστηρίζοντας ότι οι αντιρρήσεις τους εντάσσονται σε «προσωπικά βιώματα».
«Ο υπουργός οφείλει να απαντά και όχι να κάνει σχόλια ότι η κα. Γιαννάκου και η κα. Κεφαλογιάννη έχουν προσωπικά βιώματα. Αν ήταν ένας άνδρας στη θέση μας, θα τα έκανε αυτά τα σχόλια;» απάντησε στον Τσιάρα η Μαριέττα Γιαννάκου, σχολιάζοντας πως το ισχύον καθεστώς αν είχε πρόβλημα, ήταν λόγω της κακής εφαρμογής του νόμου. «Και οι δύο γονείς οφείλουν να μην κακολογούν ο ένας τον άλλον στα μάτια του παιδιού. Εγώ δεν αμφισβητώ ότι το παιδί έχει ανάγκη και τους δύο γονείς»
Για την κόντρα στο εσωτερικό της ΝΔ πήρε θέση και ο ΣΥΡΙΖΑ, τονίζοντας ότι «Οι δύο διαρροές της Ν.Δ., που ψήφισε μόνη της το νομοσχέδιο για τη συνεπιμέλεια, επιβεβαιώνουν πλήρως για ποιο λόγο ο κ. Μητσοτάκης κρατά σε λοκντάουν τη Βουλή και έχει καταργήσει τις ονομαστικές ψηφοφορίες με πρόσχημα την πανδημία» και υποστηρίζοντας στη συνέχεια ότι ο Πρωθυπουργός «δεν ελέγχει το κόμμα του».
Απομονωμένος ο Τσιάρα παρέα με τους υποστηρικτές του νόμου και ψέματα για τη διαβούλευση
Παράλληλα, η συζήτηση για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια σημαδεύτηκε από την επίμονη άρνηση του υπουργού Δικαιοσύνης να συζητήσει με φορείς που εξέφρασαν αντιρρήσεις επί του νομοσχεδίου, αλλά και την απόκρυψη σημαντικών εκθέσεων από τη Βουλή. Ψευδώς το υπουργείο Δικαιοσύνης ανέφερε στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου ότι υπήρξε διαβούλευση με το σωματείο γυναικείων δικαιωμάτων Το ΜΩΒ, το Ελληνικό Δίκτυο για τη Φεμινιστική Απεργία 8ης Μάρτη, αλλά και την Παιδοψυχιατρική Εταρεία.
Οι φορείς αυτοί κατήγγειλαν δημόσια τα ψέματα του Υπουργού, με την Παιδοψυχιατρικη΄Εταιρεία να αποκαθιστά την αλήθεα τονίζοντας ότι «η ΠΕΕ-ΕΝΩΨΥΠΕ ουδέποτε κλήθηκε από την Πολιτεία, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ή άλλο αρμόδιο φορέα κατά τη διάρκεια της νομοπαρασκευαστικής διαδικασίας να εκφράσει τις απόψεις της πάνω στο εν λόγω Σχέδιο Νόμου.Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας μας, με αποκλειστικά δική του πρωτοβουλία, όρισε ειδικές επιτροπές παιδοψυχιάτρων με αντικείμενο τη μελέτη του νομοσχεδίου και απέστειλε δύο επιστολές με τεκμηριωμένες θέσεις στο θέμα αυτό (ΑΠ 86/16-11-2020), ΑΠ 6/26-2-2021). Ουδέποτε υπήρξε ανταπόκριση από τους Πολιτειακούς Θεσμούς».
Μάλιστα, πριν λίγο καιρό ένα βίντεο που προκάλεσε πολλά και σημαντικά ερωτηματικά γύρω από τις «διαβουλεύσεις» που είχε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας, σχετικά με το νομοσχέδιο είχε έρθει στη δημοσιότητα. Σύμφωνα με παρέμβαση του Νίκου Τσιλιπουνιδάκη σε εκδήλωση οργάνωσης που υποστηρίζει το νομοσχέδιο, η κυβέρνηση έχει αρνηθεί τον κοινωνικό διάλογο, όχι μόνο στις ομάδες των μητέρων και στις γυναικείες και φεμινιστικές οργανώσεις που πρώτες εναντιώθηκαν στην προτεινόμενη υποχρεωτική συνεπιμέλεια, αλλά και στην ίδια την Εταιρία Οικογενειακού Δικαίου, στον ίδιο τον πρώην Υπουργό Δικαιοσύνης και κορυφαίο στο Αστικό Δίκαιο και στα Δικαιώματα, κ. Σταθόπουλο.
Παράλληλα, την κριτική ότι το νομοσχέδιο αντιβαίνει στις διατάξεις της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης έρχεται να επικυρώσει με έκθεσή της και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, υπενθυμίζοντας στην έκθεσή της ότι «η Σύµβαση της Κωνσταντινούπολης, που κυρώθηκε µε τον νόµο 4531/2018, στο άρθρο 48 επιτάσσει στα κράτη να λαµβάνουν τα αναγκαία νοµοθετικά ή άλλα µέτρα που απαγορεύουν τις υποχρεωτικές εναλλακτικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών, συµπεριλαµβανοµένης της διαµεσολάβησης και του συµβιβασµού, αναφορικά µε όλες τις µορφές βίας οι οποίες καταλαµβάνονται από το πεδίο εφαρµογής της παρούσας Σύµβασης».
Η κυβέρνηση απέκρυψε έκθεση του ΟΗΕ
Κατά τις δύο ημέρες συζήτησης στην Ολομέλεια της Βουλής ακούστηκαν εντονότατοι προβληματισμοί και ενστάσεις από σύσσωμη την αντιπολίτευση οι οποίες ήρθαν να προστεθούν στους ισχυρούς ενδοιασμούς που είχαν εκφράσει όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα συλλογικότητες και οργανώσεις, πολλές από τις οποίες αποκλείστηκαν εξ ολοκλήρου από τη διαβούλευση. Σοβαρές ενστάσεις είχαν εκφραστεί από την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), την Περιφερειακή Ένωση Δήμων Αττικής αλλά και δεκάδες άλλους φορείς, στους οποίους σήμερα προστέθηκε και η αντίδραση του ΟΗΕ.
Παρόλο που ο διεθνής οργανισμός κάλεσε ξεκάθαρα τον Κ. Τσιάρα να κοινοποιήσει την έκθεση στο κοινοβούλιο, αυτή έγινε γνωστή μόνο όταν την δημοσίευσε μετά από 48 ώρες ο ίδιος ο ΟΗΕ.
Επί το νομοσχεδίου, ο ΟΗΕ αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Θα θέλαμε να επιστήσουμε την προσοχή της αξιότιμης κυβέρνησής σας ότι λάβαμε πληροφορίες σχετικά με κάποιες ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο σχέδιο νόμου του Υπουργείο Δικαιοσύνης “Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου”. Αυτός ο νόμος, αν τεθεί σε ισχύ, θα μπορούσε να εκθέτει σε αυξημένο κίνδυνο θύματα ενδοοικογενειακής βίας στα πλαίσια της κοινής επιμέλειας».
Στην επιστολή γίνεται αναφορά σε μια σειρά από άρθρα και στον προβληματικό χαρακτήρα τους με τα παιδιά και τις γυναίκες να βρίσκονται εκτεθειμένες. Στο άρθρο 5 ο διεθνής οργανισμός υποστηρίζει ότι δεν προβλέπεται επαρκής εξέταση του εάν ένα παιδί κινδυνεύει από ενδοοικογενειακή βία με έναν από τους γονείς, ούτε περιλαμβάνει κάποια αναφορά στον κίνδυνο κακοποίησης ενός γονιού ή συντρόφου από τον άλλο.
Ως προς το άρθρο 7 ο διεθνής οργανισμός διατυπώνει αντιρρήσεις στη βάση των κινδύνων να υποστούν διακρίσεις οι γυναίκες, ενώ αντίστοιχα στο άρθρο 11 θεωρεί προβληματική την αναφορά της διευρυμένης οικογένειας του ενός γονιού ως πλευρά της εξέτασης του συμφέροντος του παιδιού.
Παράλληλα, επισημαίνεται ότι το άρθρο 14 δεν περιέχει εγγυήσεις για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Ως προς το άρθρο 7 διατυπώνουν αντιρρήσεις στη βάση των κινδύνων να υποστούν διακρίσεις οι γυναίκες.
Η επιστολή κλείνοντας ζητά στην κυβέρνηση διευκρινίσεις για μια σειρά από σημεία και έχει επίλογο : «Ενώ περιμένουμε τις απαντήσεις σας στις παραπάνω ερωτήσεις, σας συνιστούμε να ελέγξετε και να επανεξετάσετε αυτές τις διατάξεις του νομοσχεδίου λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ελλάδας για τα ανθρώπινα δικαιώματα».
Η κυβέρνηση απέκρυψε έκθεση του ΟΗΕ ενάντια στο νομοσχέδιο Τσιάρα για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια