του Θάνου Καμήλαλη

Το εργοστάσιο της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ – Lafarge στην περιοχή απέχει περίπου 4 χιλιόμετρα από την πόλη του Βόλου. Σύμφωνα με τοπικούς φορείς, όπως η Περιβαλλοντική Πρωτοβουλία Μαγνησίας, στο Βόλο έχουν αυξηθεί τα κρούσματα καρκίνου αλλά και τα προβλήματα στην ατμόσφαιρα της πόλης (π.χ. μυδωριά καμένου πλαστικού, αιθαλομίχλη) γεγονότα που προσθέτουν ακόμα περισσότερη ανησυχία και προβληματισμό σχετικά με τη νέα τροποποίηση των όρων αδειοδότησης της εταιρείας, «την τέταρτη από το 2014». Συγκεκριμένα, όπως αναφέρθηκε σε εκδήλωση που διοργάνωσε η Περιβαλλοντική Πρωτοβουλία Μαγνησίας, φορείς υποστήριξαν ότι στο 34% ανέρχεται το ποσοστό καρκίνου στην περιοχή της Μαγνησίας, όταν το πανελλαδικό είναι μόλις 17%, ενώ στοιχεία δείχνουν ότι τα κρούσματα είναι αυξημένα σε γειτονιές με μεγάλη οικολογική επιβάρυνση, όπως στην πόλη του Βόλου και τη Νέα Ιωνία.

«Η βιομηχανία, που εφάπτεται στην κυριολεξία με το πολεοδομικό συγκρότημα Βόλου, για τις ανάγκες παραγωγής ενέργειας, μαζί με τους 154.217 τόνους (2015) τοξικού Πετρελαϊκού Άνθρακα (pet-coke), που ήδη χρησιμοποιεί, ζητά να έχει τη δυνατότητα μεταφοράς με πλοία του RDF, για να αυξήσει την καύση αποβλήτων («απορριμματογενών καυσίμων» όπως ονομάζονται), από 7.386 τόνους που ήταν το 2015 έως 200.000 τόνους το χρόνο: 100.000 τόνους ως «καύσιμα προερχόμενα από απορρίμματα» και 100.000 τόνους ως «άλλα απόβλητα από τη μηχανική κατεργασία αποβλήτων» ανέφεραν οι βουλευτές του ΚΚΕ, Κώστας Στεργίου και Γιώργος Λαμπρούλης σε επίκαιρη ερώτηση τους στη Βουλή προς τον υπουργό Περιβάλλοντος, Γιώργο Σταθάκη. Προσθέτουν ότι «γενικεύεται η χρήση των καρκινογόνων καυσίμων από σκουπίδια (SRF, RDF), που περιέχουν υψηλό ποσοστό πλαστικών (πλούσιων σε χλώριο) και βαρέων μετάλλων (με πιο επικίνδυνο τον πτητικό υδράργυρο). Πράγματι με την καύση τους και στις τσιμεντοβιομηχανίες εκπέμπονται ιδιαίτερα επικίνδυνοι αέριοι ρύποι όπως: διοξίνες, πτητικός υδράργυρος, άλλες τοξικές – και όχι μόνο – ουσίες καθώς και επικίνδυνα μικροσωματίδια, ρύποι που μπορούν να προκαλέσουν καρκινογενέσεις και άλλες σοβαρές βλάβες στον ανθρώπινο οργανισμό».

Η τελευταία απόφαση του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Γιώργου Σταθάκη έρχεται να τροποποιήσει την απόφαση του 2014, από τον τότε υπουργό και βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, Γιάννη Μανιάτη με την οποία δόθηκε στην ΑΓΕΤ έγκριση καύσης εναλλακτικών καυσίμων. Παρόμοιες εγκρίσεις δόθηκαν το ίδιο έτος και  στην επιχείρηση ΤΙΤΑΝ Θεσσαλονίκης και στην ΑΓΕΤ στο Μηλάκι της Εύβοιας, παρά τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών. Φορείς του Βόλου κατηγορούν τον κ.Σταθάκη ότι όχι μόνο δεν προχώρησε στην ανάκληση της απόφασης Μανιάτη, αλλά δεν ζήτησε τη γνωμοδότηση της Περιφέρειας Θεσσαλίας και του δήμου Βόλου πριν υπογράψει την τροποποίηση της απόφασης.

«Η ΑΕΠΟ 184437/10.01.2014 που υπέγραψε ο κ. Μανιάτης προβλέπει την έγκριση περίπου 25 εναλλακτικών καυσίμων μεταξύ αυτών και τα RDF  και SRF σε ποσότητες 100.000 τόνων  κάθε υλικού και συνολικά ποσότητα περίπου 800.000 τόνων για όλα τα εναλλακτικά καύσιμα», υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ Μαγνησίας, προσπαθώντας να ρίξει τις ευθύνες στην προηγούμενη κυβέρνηση. Αυτό όμως που άλλαξε με την τελευταία απόφαση Σταθάκη, είναι ότι παρέχονται πλέον λιμενικές διευκολύνσεις στην ΑΓΕΤ, προκειμένου να εισάγει σκουπίδια από άλλες περιοχές (ή το εξωτερικό όπως αναφέρουν φορείς της περιοχής) και να προχωράει στην καύση τους στο εργοστάσιο του Βόλου. Έτσι, ενώ πριν ήταν ασύμφορο για την τσιμεντοβιομηχανία να μεταφέρει με φορτηγά τα «εναλλακτικά καύσιμα», πλέον θα μπορεί να τα μεταφέρει με πλοία και να ανεβάσει τα όρια της καύσης εναλλακτικών καυσίμων, από τους 7.386 που έκαιγε πειραματικά μέχρι σήμερα, στα όρια που προβλέπει η ΑΕΠΟ του 2014.

Από την καταγγελία στη «δέσμευση» ο ΣΥΡΙΖΑ

Στην πρώτη της ανακοίνωση, η νομαρχιακή επιτροπή ΣΥΡΙΖΑ Μαγνησίας Καταγγέλλει ότι «η πολιτική της πολυεθνικής  επιχείρησης είναι δεδομένη και λειτουργεί με γνώμονα την μεγιστοποίηση της κερδοφορίας παραβλέποντας βέλτιστες πρακτικές προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας των πολιτών,  όπως είναι η χρήση καυσίμων λιγότερο ρυπογόνων όπως το φυσικό αέριο  και τα ανανεώσιμα καύσιμα (βιομάζα).»

Προσθέτει επίσης ότι «η πρακτική αυτή δεν περιορίζεται μόνο στα καύσιμα αλλά διαπερνά και άλλους τομείς όπως είναι οι εργασιακές σχέσεις (προσφυγή στο ευρωπαϊκό δικαστήριο για την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων), η μείωση του προσωπικού κατά περίπου 200 εργαζόμενους  σήμερα, όταν παλιότερα κατείχε τα πρωτεία της απασχόλησης, η αθέτηση των οικονομικών υποχρεώσεων της απέναντι στον Οργανισμό Λιμένα Βόλου για τη χρήση του λιμανιού κ.λ.π». Ενώ μάλιστα υποσχέθηκε ότι «η ΝΕ Μαγνησίας μαζί με τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δεδομένου του αρνητικού πλαισίου που διαμορφώσαν οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ  με την ΑΕΠΟ (απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων) του 2014 για την χρήση των μη ανακυκλώσιμων υλικών RDF,SRF, θα πάρουν τις ανάλογες πρωτοβουλίες προκειμένου να αποσυρθούν αυτά τα υλικά,  δεδομένου ότι το εργοστάσιο δραστηριοποιείται σε κατοικήσιμη περιοχή και η επιπλέον επιβάρυνση με καρκινογόνες ουσίες δημιουργεί ένα θανατηφόρο περιβάλλον. Προτεραιότητά μας είναι η προστασία των ανθρώπων και όχι η μεγιστοποίηση των κερδών της επιχείρησης».

Βέβαια, μετά τη συνάντηση με τον αναπληρωτή υπουργό Περιβάλλοντος, Σωκράτη Φάμελλο, η στάση των τοπικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ έγινε αρκετά ηπιότερη. Σε κοινή ανακοίνωσημ λίγες μέρες μετά, υπουργείο, βουλευτές ΣΥΡΙΖΑ Μαγνησίας και Νομαρχιακή Επιτροπή Μαγνησίας δεσμεύτηκαν ότι:

  • Ο υπουργός δεσμεύτηκε ότι θα υπάρξει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που θα διέπει τη σύνθεση και τους κανόνες καύσης των αποβλήτων συνολικά, με στόχο τη βέλτιστη προστασία του περιβάλλοντος. Παράλληλα, θα ελέγχεται η ποιότητα και η σύσταση του καυσίμου.
  • Από 27 Μαρτίου ισχύει η νέα Ευρωπαϊκή οδηγία για την συναποτέφρωση αποβλήτων που θεσμοθετεί νέα αυστηρότερα όρια στην εκπομπή ρύπων, αλλά και στους αναγκαίους ελέγχους, κάτι που βελτιώνει κατά πολύ το πλαίσιο που είχε δημιουργήσει η ΑΕΠΟ του 2014.
  • Πριν από την έκδοση των τελικών αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας, θα προηγηθούν αυστηροί έλεγχοι στις εγκαταστάσεις της ΑΓΕΤ και στον τρόπο λειτουργίας του νέου εξοπλισμού που προβλέπεται
  • Εκ του νόμου προκύπτει η υποχρέωση της Περιφέρειας Θεσσαλίας να ενεργοποιήσει όλους τους θεσμοθετημένους μηχανισμούς ελέγχου, κάτι που δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα. Στους μηχανισμούς ελέγχων θα συμμετέχει και το υπουργείο.
  • Οι τσιμεντοβιομηχανίες έχουν την υποχρέωση να εφαρμόσουν τη βέλτιστη Ευρωπαϊκή πρακτική στα σχέδια και μελέτες που θα υποβάλλουν για τον εξοπλισμό και την τεχνολογία που θα χρησιμοποιήσουν προκειμένου να αδειοδοτηθούν.
  • Η έκδοση της άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας είναι αρμοδιότητα της Περιφέρειας Θεσσαλίας κατόπιν των αυστηρών ελέγχων που θα προηγηθούν από τον μηχανισμό της, για όλα τα παραπάνω.

Θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι κατά την εκδήλωση της Περιβαλλοντικής Πρωτοβουλίας Μαγνησίας, ο  μηχανολόγος μηχανικός του ΑΠΘ,  Αντώνης Σωτηρίου, ειδικός στη θερμική επεξεργασία υλικών, διαμήνυε ότι η ΑΓΕΤ, είναι εφικτό μέσα από την τεχνολογία που υπάρχει, «να καίει όχι μόνο 100.000 τόνους RDF αλλά 1 εκατ. τόνους, χωρίς να ρυπαίνεται το περιβάλλον». Όπως ανέφερε ο ίδιος, το RDF είναι υπόλειμμα από απορρίμματα ανακύκλωσης, και υποστήριξε ότι για να μπορέσει να καεί θα πρέπει να είναι καλής ποιότητας υλικό, που σημαίνει ότι θα πρέπει να έχει γίνει καλή επεξεργασία των ανακυκλώσιμων υλικών.

Στα παραπάνω επιχειρήματα, τοπικοί φορείς και οργανώσεις της Μαγνησίας τονίζουν ότι οι υποσχέσεις για «αυστηρούς ελέγχους» δεν θα εφαρμοστούν στην πράξη, δεδομένου ότι σε αυτούς δεν γίνεται να καταγραφούν συγκεκριμένοι επικίνδυνοι ρύποι και μικροσωματίδια. Ενώ παράλληλα, οι «αυστηροί έλεγχοι» που θα γίνονται δύο ή τέσσερις φορές το χρόνο, μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντική υποεκτίμηση των πραγματικών συγκεντρώσεων. Όπως χαρακτηριστικά τονίζει η ΤΕ Βόλου του ΚΚΕ, «οι διοξίνες παράγονται σε μεγαλύτερες ποσότητες σε μικρές χρονικές περιόδους, συνήθως κατά την έναρξη/παύση λειτουργίας της μονάδας ή σε έκτακτες περιπτώσεις δυσλειτουργιών, καταστάσεις που δεν καταγράφονται οι περιοδικά μετρούμενοι ρύποι, όπως οι διοξίνες και ο πτητικός υδράργυρος». Η ΤΕ Βόλου προσθέτει επίσης ότι:

  • Με βάση τις «άδειες» τετραπλασιάζεται το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο του ολικού οργανικού άνθρακα (TOC) στα καυσαέρια των τσιμεντοκλιβάνων από 10 mg/m3 σε 40mg/m3, ενώ παραμένει ο τετραπλασιασμός του SO2 από 50 mg/m3 σε 200 mg/m3. Πρόκειται για τεράστια αύξηση αν λάβουμε υπόψη ότι από δύο καμινάδες ισάριθμων τσιμεντοκλιβάνων εκπέμπονται ανά ημέρα εκατομμύρια m3 καυσαέρια
  • Οι λεγόμενοι «αυστηροί έλεγχοι» δεν προβλέπουν τη μέτρηση των εκπομπών συγκεκριμένων επικίνδυνων στοιχείων όπως των οξειδίων του βαναδίου. Ενώ καταγράφονται οι εκπομπές σκόνης, δεν καταγράφονται οι εκπομπές των “φονικών” λεγόμενων μικροσωματιδίων (pm10 και pm2,5).
  • Το μείγμα των τοξικών παραγώγων συμπληρώνουν τα πτητικά ιχνοστοιχεία, ο υδράργυρος και το θάλειο, που κατά το μεγαλύτερο μέρος τους απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα σε αέρια φάση, ενώ από τις πτητικές οργανικές ενώσεις που εκπέμπονται κατά την καύση εναλλακτικών καυσίμων, το σημαντικότερο πρόβλημα συνιστούν οι διοξίνες, οι οποίες είναι από τις πλέον επικίνδυνες ενώσεις και για τις οποίες δεν έχουν προσδιοριστεί κατώτερα όρια, κάτω από τα οποία να διασφαλίζεται ότι δεν υπάρχουν αρνητικές συνέπειες, που σημαίνει ότι και η απειροελάχιστη ανιχνεύσιμη, με τα σημερινά όργανα, ποσότητα διοξινών θεωρείται επικίνδυνη (μη ασφαλής) για τον άνθρωπο.

Ενώ η κοινή ανακοίνωση φορέων του Βόλου  στο ΤΕΕ, με τη συμμετοχή της Περιβαλλοντικής Πρωτοβουλίας, του Ιατρικού Συλλόγου, του Φαρμακευτικού Συλλόγου και του Δικηγορικού Συλλόγου, τονίζει μεταξύ άλλων ότι α) οι κίνδυνοι για το περιβάλλον και τη Δημόσια Υγεία από  την καύση του RDF, ειδικά όταν δεν τηρούνται αυστηρές προδιαγραφές α’ ύλης και διαδικασιών καύσης του υλικού, είναι μεγάλοι, β) ενώ έχει τυπικά εγκριθεί η δυνατότητα καύσης RDF, το αρμόδιο Υπουργείο παραδέχεται ότι δεν έχουν ελεγχθεί οι πραγματικές παράμετροι και προϋποθέσεις για τη διασφάλιση της Δημόσιας Υγείας, και γ) δεν προκύπτει επίσης ότι η ΑΓΕΤ δεν θα καίει πλέον τα παραπάνω επικίνδυνα υλικά.

Οι φορείς ρωτούν επίσης «σε ποιά άδεια λειτουργίας και εγκατάστασης αναφέρεται η ανακοίνωση; Επίσης, αν δεν έχουν προηγηθεί οι απαιτούμενοι έλεγχοι, πώς η ΑΓΕΤ, σύμφωνα με τη δική της καταγραφή, παρουσιάζει καύση 7.000 τόνων κατά το έτος 2015; Και με ποιές επιπτώσεις στην υγεία των πολιτών έγινε αυτό;»

Αντιδρούν Περιφέρεια Θεσσαλίας και Δήμος Βόλου

Όπως έγινε γνωστό την Τρίτη, τις επόμενες μέρες θα συγκληθεί το Περιφερειακό Συμβούλιο Θεσσαλίας με θέμα συζήτησης αυτό της ΑΓΕΤ, ώστε να εκφραστούν οι θέσεις  του πολιτικού οργάνου της Περιφέρειας για οποιαδήποτε έκπτωση στο περιβάλλον. Παράλληλα, όπως ανέφερε η αντιπεριφερειάρχης Μαγνησίας Δωροθέα Κολυνδρίνη, με απόφαση του Κώστα Αγοραστού, έχει συγκληθεί μικτό κλιμάκιο αποτελούμενο από το Κλιμάκιο Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος, τη Διεύθυνση Υγείας, το Τμήμα Περιβάλλοντος και τη Διεύθυνση Βιομηχανίας, που θα διενεργήσει έλεγχο για να διαπιστωθεί κατά πόσο το εργοστάσιο της ΑΓΕΤ πληρεί τις προϋποθέσεις για καύση RDF, μεθαύριο, Τετάρτη 29 Μαρτίου. Σύμφωνα με την κ. Κολυνδρίνη, εξάλλου, την προηγούμενη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε και τακτικός έλεγχος τα αποτελέσματα του οποίου θα γνωστοποιηθούν στις αρχές Απριλίου.

Η Περιφέρεια Θεσσαλίας κατηγορείται από άλλους φορείς ότι είχε γνωμοδοτήσει υπέρ της ΑΓΕΤ το 2013, ωστόσο όπως τόνισε η κ.Κολυνδρίνη η γνωμοδότηση της Περιφέρειας Θεσσαλίας δεν αφορούσε στη χρήση RDF, την οποία εξειδίκευσε με απόφασή του το Υπουργείο Περιβάλλοντος τον Ιανουάριο του 2014, χωρίς γνωμοδότηση και χωρίς ενημέρωση της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Κάτι που φαίνεται ότι συνέβη και με την πρόσφατη απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος Γιώργου Σταθάκη.   «Επειδή το ζήτημα είναι και πολιτικό, δεσμευόμαστε ότι ως Περιφέρεια θα πάρουμε μια απόφαση τέτοια που να συνάδει με την προστασία του περιβάλλοντος και να καθιστά τον τόπο ασφαλή για τους ανθρώπους που επιλέγουν να μένουν εδώ», τόνισε επίσης η αντιπεριφερειάρχης.

Από την πλευρά του ο Δήμος Βόλου, όπως έγινε γνωστό τη Δευτέρα, έχει προχωρήσει σε αναφορά στον εισαγγελέα για το θέμα , την οποία κατέθεσε ο δήμαρχος Βόλου Θάνος Θεοδώρου ενώ αύριο ο επικεφαλής της παράταξης που διοικεί το δήμο, Αχ. Μπέος θα καταθέσει μηνήσεις κατά του υπουργείου Περιβάλλοντος, της Περιφέρειας Θεσσαλίας και του ΔΣ. ΑΓΕΤ και κατά παντός υπευθύνου. Στη συνεδρίαση όπου συζητήθηκε ο θέμα η διοίκηση του δήμου δέχτηκε αρκετές επικρίσεις από μεγάλη μερίδα της αντιπολίτευσης για «όψιμη αλλαγή πλεύσης» μετά τις αντιδράσεις των πολιτών. Εκπρόσωποι των παρατάξεων της αντιπολίτευσης κάλεσαν σε «επιμονή για την ανάκληση της απόφασης Μανιάτη» ενώ υποστήριξαν ότι «δεν υπάρχει ασφαλής διαδικασία καύσης RDF από την ΑΓΕΤ».