του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Συγκεκριμένα, η σύζυγος και τα δύο παιδιά του Τοπόλ θυμούνται, μιλώντας στην ισραηλινή ιστοσελίδα Haaretz, ότι πραγματοποιούσε ανεξήγητα ταξίδια στο εξωτερικό τη δεκαετία του 1960 και του 1970 κρατώντας μια μινιατούρα, υπερσύγχρονη κάμερα και μαγνητόφωνο. «Δεν ξέρω ακριβώς ποιος είναι ο πιο κατάλληλος ορισμός για τα θελήματα και τις δουλειές που έκανε» ανέφερε ο γιος του Τοπόλ, Ομέρ, «αλλά αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι ο μπαμπάς συμμετείχε σε μυστικές αποστολές για λογαριασμό της Μοσάντ». Ο γιος του προσέθεσε ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου θα έκανε τακτικές επισκέψεις στην ισραηλινή πρεσβεία όπου θα συναντούσε τον χειριστή και καλό του φίλο, αξιωματικό της Μοσάντ, Πίτερ Ζβι Μάλκιν. Ο Μάλκιν ερχόταν στο σπίτι της οικογένειας από την πίσω αυλή μεταμφιεσμένος, με κοστούμι, σύμφωνα με την κόρη του ηθοποιού, Άντι. Σε μια αποστολή, οι Τοπόλ και Μάλκιν φέρεται να νοίκιασαν ένα διαμέρισμα, που διακόσμησαν ως οδοντιατρείο, δίπλα στην πρεσβεία μιας αραβικής χώρας σε μια ευρωπαϊκή πόλη, προκειμένου να ανοίξουν τρύπες στον κοινόχρηστο τοίχο και να τοποθετήσουν συσκευές ακρόασης. Ακόμα, η κάλυψη που είχε ως διεθνής σταρ σήμαινε ότι μπορούσε να ταξιδέψει σε χώρες όπου το Ισραήλ δεν είχε επιτόπια παρουσία, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι αποκαλύψεις της οικογένειας, που κάνουν τον γύρο των παγκόσμιων μέσων ενημέρωσης, προκαλούν σοκ για το πως μπορεί ο πρωταγωνιστής ενός έντονα πολιτικοποιημένου αριστουργήματος, που διηγείται τις αγωνίες ενός εβραϊκής καταγωγής βιοπαλαιστή στην -αφιλόξενη για τον εβραϊκό λαό- τσαρική αυτοκρατορία, να είναι «βιολί» της Μοσάντ.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, ο Τοπόλ δεν έκρυβε την ιδεολογία του, τοποθετούμενος, το 2011, από το ισραηλινό υπουργείο Πολιτισμού, ως επικεφαλής του συμβουλίου επιτρόπων που θα απένειμε το βραβείο «σιωνιστικής τέχνης». Με αφορμή τον θάνατό του, τις 8 Μαρτίου 2023, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου ανέφερε πως ο ηθοποιός «υποστήριξε ένθερμα τη δικαιοσύνη του δρόμου του Ισραήλ και πίστευε με ενθουσιασμό στο σιωνιστικό όραμα…. Δυστυχώς, ο βιολιτζής στη στέγη δεν είναι πια μαζί μας. Οι χορδές του βιολιού έχουν σιγήσει». Οι δηλώσεις του ακροδεξιού πρωθυπουργού του Ισραήλ αποκτούν άλλη βαρύτητα μετά τις αναφορές της οικογένειας για συνεργασία του ηθοποιού με τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες, ενώ ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι, σύμφωνα με την οικογένεια, μεγάλο μέρος της κατασκοπευτικής δουλειάς του Τοπόλ πραγματοποιήθηκε όταν μετακόμισε στο Λονδίνο τη δεκαετία του 1970, περίοδος που ο Βιολιστής στη στέγη μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη και ήταν ο ίδιος στο απόγειο της δόξας του.
Μέχρι τότε, τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Τεβιέ υποδυόταν ο προοδευτικός Αμερικανοεβραίος, Ζέρο Μόστελ, ενσαρκώνοντας έναν αρχετυπικό εβραίο εσκενάζι, που προκαλούσε ενθουσιασμό και νοσταλγία για τη λαϊκή παράδοση στο αμερικανοεβραϊκό κοινό. Ο Ζακ Ρόθμπαρτ παραθέτει στην Jerusalem Post πως ο Τοπόλ θυμόταν με απέχθεια την προηγούμενη ενσάρκωση του Τεβιέ, που τον ανάγκασε να φύγει άρον άρον από την αίθουσα του μιούζικαλ. Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς από τις αναφορές του ίδιου του ηθοποιού, αυτό που τον ενόχλησε δεν είχε να κάνει το αδιαμφισβήτητο από τον ίδιο ταλέντο του Μόστελ, αλλά η αποστροφή ενός σιωνιστή προς τον διεθνή εβραϊσμό: «…βρωμούσε τόσο από την παλιά γκολάχ (διασπορά), όπως εκπροσωπούνταν από το ρωσικό γκέτο, όσο και από το νέο, όπως εκπροσωπούνταν από τη Νέα Υόρκη: φαινόταν να αντανακλά μερικά από τα χειρότερα χαρακτηριστικά και των δύο…».
Η εκδοχή αυτή, όπως παραδέχθηκε, δεν πίστευε πως θα ήταν ευπρόσδεκτη στο Ισραήλ, όπου οι τάσεις της εποχής ήταν αντίστοιχες με τη σιωνιστική ιδεολογία του ίδιου. Χρειάστηκε να δει μια δεύτερη εκδοχή Τεβιέ από τον Σμουέλ Ροντένσκι, για να αποδεχθεί την πρόταση να ενσαρκώσει τον ρόλο αρχικά στο θέατρο. Ενώ άρχισαν οι παραστάσεις, ο δημοσιογράφος Ρέι Μπένετ θυμάται πως, ο Τοπόλ ακύρωσε μια συνέντευξή τους και έφυγε από το Βασιλικό Θέατρο για να λάβει μέρος στον σύντομο πόλεμο, που ξεκίνησε όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε αεροπορική επίθεση στην Αίγυπτο στις 5 Ιουνίου 1967. Ο Τοπόλ θυμόταν πως μετά τον πόλεμο, οι Ισραηλινοί «άρχισαν ξαφνικά να σκέφτονται τον εαυτό τους και να μιλούν για τον εαυτό τους ως Εβραίοι», ενώ οι Εβραίοι στο εξωτερικό ήταν περήφανοι για τα θαυμαστά αποτελέσματα του πολέμου του Ισραήλ.
Ο Άντριου Σίλοου-Κάρολ, συντάκτης του περιοδικού Jewish Telegraphic Agency και μετέπειτα εκδότης του The Jewish Week, έχει αναλύσει εκτενώς το πως «ένα μιούζικαλ για τους κινδύνους και τα διλήμματα της διασποράς έγινε ταινία για τον σιωνισμό, με πρωταγωνιστή τον Τοπόλ». Εξηγεί, πως η ταινία εντάσσεται σε μια εποχή, όπου έχει προηγηθεί η κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος «Έξοδος» και το μιούζικαλ «Γάλα και μέλι», κατά τη δεκαετία του ’60, στις οποίες προβάλλεται μια «ηρωική εκδοχή της ίδρυσης του Ισραήλ, πριν ακόμα η αστραπιαία νίκη του Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών μετατρέψει ακόμη και τους Εβραίους των (αμερικανικών) προαστίων σε παθιασμένους σιωνιστές».
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα εθνικιστικής έξαρσης μετατρέπει την κινηματογραφική μεταφορά του έργου σε σύμβολο του σιωνισμού, με χιλιάδες εβραίους να γεμίζουν τις κινηματογραφικές αίθουσες, όχι πλέον για να παρακολουθήσουν και να ταυτιστούν με τον παχουλό, ιδρωμένο και αυθόρμητο Τεβιέ του Μόστελ, αλλά με μια τραχεία και βιβλική εκδοχή του «μυώδους εβραίου», που ενσάρκωνε ένας Ισραηλίτης με καταγωγή από το Τελ Αβίβ, ο Τοπόλ. Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Νόρμαν Τζούισον, αναφέρει πως όταν ο Τεβιέ φωνάζει «Φύγε από τη γη μου», αναπαριστά «μια δύναμη που ήταν η επιτομή της ελπίδας ότι αυτοί οι άνθρωποι θα δημιουργούσαν με κάποιο τρόπο μια δική τους χώρα». Με αυτό τον τρόπο, στο φαντασιακό του θεατή, ο κυνηγημένος εβραίος της διασποράς μετατρέπεται σε σιωνιστή, ενώ στο πρόσωπο της ισχυρής τσαρικής εξουσίας βλέπει τους άραβες, από τους οποίους διεκδικεί την «πατρίδα» του, που είναι κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, που ο θεός υποσχέθηκε στους προγόνους του.
Ερχόμενοι στο σήμερα, που το σιωνιστικό απαρτχάιντ βομβαρδίζει για ακόμα μια φορά την Παλαιστίνη, μια λογική ιστορική αναλογία του Βιολιστή θα ήθελε τον Τεβιέ και την οικογένειά του ως Παλαιστινίους, που διώκονται από τις κατοχικές δυνάμεις του Ισραήλ και τους εποίκους από τη γη τους. Υπάρχει, όμως, ακόμα μια επίκαιρη παράμετρος, που προσδίδει επιπλέον ενδιαφέρον στις αποκαλύψεις της οικογένειας Τοπόλ για τα πλοκάμια της Μοσάντ. Κι αυτή είναι ότι γίνονται σε μια περίοδο, που οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες έχουν γίνει ξεφτέρια στο να υποδεικνύουν υποτιθέμενους πράκτορες άλλων χωρών, σε συμμαχικές τους κυβερνήσεις, όπως η ελληνική. Την ίδια περίοδο, που αποκαλύφθηκε, πως δεν ήταν κάποιο «Russiagate» πίσω από την παρέμβαση στις αμερικανικές εκλογές του 2016, αλλά ο Νετανιάχου…