του Χάρη Παπαευαγγέλου

υποψήφιου διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζ

Αυτά και άλλα τόσα, ενδεχομένως, είναι ερωτήματα που απασχολούν εσχάτως, στον έναν ή τον άλλον βαθμό, ένα κομμάτι της κοινωνίας. Η αλήθεια είναι ότι αυτά είναι ζητήματα που συζητούνται εντόνως σε άλλες χώρες τα τελευταία χρόνια και, ιδιαίτερα, από τότε που γιγαντώθηκαν οι εταιρείες της Silicon Valley που κινούνται στο πλαίσιο της φιλοσοφίας «move fast, break things», όπως είχε δηλώσει ο CEO της Facebook, Mark Zuckerberg.

Στην Ελλάδα, η σχέση πολιτικής και social media έχει πλέον εδραιωθεί. Στην αρχή της προηγούμενης δεκαετίας, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν από τις πολιτικές δυνάμεις που εκμεταλλεύτηκαν τις δυνατότητες των νέων Μέσων για να ακουστούν και να απευθυνθούν με μεγαλύτερη δυναμική στους νέους. Έπειτα, το σκηνικό άλλαξε αρκετά, καθώς οι μεγάλες πλατφόρμες είχαν αναπτύξει πλέον μια γκάμα προϊόντων κι υπηρεσιών που, μάλλον, ούτε οι ίδιες είχαν σχεδιάσει, αξιοποιώντας τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης για να βελτιστοποιήσουν την εξατομίκευση της στόχευσης του μηνύματος και, κυρίως, των εμπορικών και πολιτικών διαφημίσεων. Έτσι, στον απόηχο της δεκαετίας, στην Ελλάδα, η Νέα Δημοκρατία ήταν τώρα αυτή, που στις εκλογές του 2019, θα εκμεταλλευόταν με σημαντική επιτυχία τις νέες δυνατότητες.

Πέραν όμως των τεχνολογικών δυνατοτήτων, είχε αλλάξει και η εξοικείωση του κόσμου και, άρα, η χρήση των προσφερόμενων υπηρεσιών. Τα τελευταία δύο χρόνια ιδιαίτερα, παρατηρείται στην Ελλάδα ένας «διαδικτυακός ακτιβισμός», μακριά από τις πιο «τυπικές» εκφάνσεις του με συλλογή υπογραφών (π.χ. Μέσω του Avaaz). Αυτός εκφράζεται διαφορετικά σε κάθε πλατφόρμα, καθώς η κάθε πλατφόρμα διαθέτει διαφορετικούς χρήστες αλλά και διαφορετικές δυνατότητες (στα αγγλικά ο όρος είναι «affordances»). Ενώ στο Twitter εκφράζεται κι οργανώνεται ευκολότερα μέσω των hashtags, στο Facebook είναι πιο δύσκολο για ένα κοινό μήνυμα να διαπεράσει τα στεγανά των «echo chambers» ή των «εξατομικευμένων news feed» εξαιτίας της δομής της πλατφόρμας. Δεν μπορώ να συμμετέχω, δηλαδή, με την ίδια ευκολία στο «δημόσιο διάλογο» του Facebook όσο σε αυτόν του Twitter.

Μια ευρηματική λύση απέναντι σε αυτό το πρόβλημα εμφανίστηκε με τις λεζάντες στις φωτογραφίες. Με διάφορα συνθήματα, από το «Support Art Workers» μέχρι το «End Police Brutality», οι χρήστες του Facebook ανέπτυξαν έναν κοινό τρόπο (μέτα)επικοινωνίας στα όρια του ακτιβισμού. Ασυναίσθητα κατατάσσουμε και τον άνθρωπο πίσω από το προφίλ πιο κοντά ή πιο μακριά στις δικές μας πεποιθήσεις ασυναίσθητα ανάλογα με το μήνυμα της λεζάντας. Σε κάθε περίπτωση, η λεζάντα μοιάζει με έναν τρόπος συμμετοχής σε έναν πιο διευρυμένο δημόσιο διάλογο στην πλατφόρμα.

Πρόσφατα, όμως, είδαμε να αναπτύσσεται και μια ακόμα πιο «άμεση» δράση: αυτή των μαζικών σχολιασμών σε προφίλ πολιτικών προσώπων. Συγκεκριμένα, η αρχή έγινε με τα χιλιάδες μηνύματα που κατέκλυσαν το προφίλ της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κ. Σακελλαροπούλου, σχετικά με την απεργία πείνας του Δ. Κουφοντίνα, όπου χιλιάδες χρήστες ζητούσαν την παρέμβαση της, ώστε να μην πεθάνει ένας κρατούμενος από απεργία πείνας στην Ελλάδα. Σταδιακά, μάλλον και ως απότοκο της θλιβερής και μονότονα μονόπλευρης ενημέρωσης από πλευράς μαζικών ΜΜΕ, αυτές οι «επιδρομές» αυξήθηκαν τόσο σε συχνότητα όσο και σε ένταση – σε πλήρη ακολουθία δηλαδή και με τα επεισόδια αστυνομικής αυθαιρεσίας.

Έτσι, φτάσαμε στον αναίτιο και εγκληματικό ξυλοδαρμό ενός νεαρού από έναν αστυνομικό στη Ν. Σμύρνη και τα γεγονότα που ακολούθησαν τις επόμενες μέρες, που οδήγησαν και στην απόπειρα λιντσαρίσματος αστυνομικού της ομάδας ΔΡΑΣΗ. Το επόμενο βράδυ, στις 12 Μαρτίου, ο Πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης, βγήκε σε έκτακτο διάγγελμα – διάρκειας ίσης με ένα tweet – να καταδικάσει τη βία προς τον αστυνομικό και να ζητήσει «ανακωχή», χωρίς να αναφερθεί στην αστυνομική βία και το περιστατικό της Ν. Σμύρνης. Αυτό, προκάλεσε την αυθόρμητη επιδρομή χιλιάδων χρηστών στην αντίστοιχη δημοσίευση του Πρωθυπουργού στο Facebook, όπου με «angry reactions» αλλά και χιλιάδες σχόλια, εκδήλωσαν την οργή τους για τη διχαστική στάση του.

Ο ακτιβισμός των reactions και των σχολίων, όμως, δε σταμάτησε εκεί. Σε όλες τις δημοσιεύσεις που ακολούθησαν υπήρχε η ίδια αντιμετώπιση, προκαλώντας τέτοια αμηχανία στο Μέγαρο Μαξίμου που, αφενός, συζητείται η σύσταση «αντεπίθεσης στα social media» (δεν λέμε δράσης προς αποφυγή παρεξηγήσεων) για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και, αφετέρου, η θέσπιση κάποιου ρυθμιστικού πλαισίου για τη διακίνηση της πληροφορίας στο διαδίκτυο, όπως διεμήνυσε ο Υπουργός Επικρατείας, Γ. Γεραπετρίτης.

Τώρα θέλω να μοιραστώ μαζί σας μερικά πρώτα στοιχεία από μια ανάλυση που κάνω σε 55.000 σχόλια που έγιναν στις τελευταίες εννιά δημοσιεύσεις του Πρωθυπουργού στο Facebook.

Αρχικά, ενδεικτική είναι η αύξηση σχολίων και likes (engagement) στη σελίδα του Πρωθυπουργού τον τελευταίο μήνα:

Οι δημοσιεύσεις στο προφίλ του Κ. Μητσοτάκη στο Facebook τον τελευταίο μήναΠηγή: CrowdTangle

Ενώ οι λέξεις που κυριάρχησαν στις τελευταίες εννιά δημοσιεύσεις συνοψίζονται στο παρακάτω word cloud:

 

Επιπλέον, φαίνεται πως τα σχόλια που έγιναν στις δημοσιεύσεις μετά το περιστατικό στη Ν. Σμύρνη, σχεδόν όλες οι δημοσιεύσεις περιείχαν σχόλια που αναφέρονταν στην αστυνομική βία και αποδοκίμαζαν την κυβέρνηση. Όπως φαίνεται στην παρακάτω εικόνα με τις 4 κατηγορίες (λαχανί-2η, κόκκινη-1η και μπλε-3η· η μωβ-4η είναι «στατιστικό λάθος»), τα 55.000 σχόλια κατηγοριοποιούνται ως εξής: σχόλια που ζητούν την παραίτηση του Πρωθυπουργού, ενώ αναφορά γίνεται και στον Α. Τσίπρα (2η κατηγορία – κυρίως ειρωνικά ως προς τη στάση της ΝΔ σχετικά με το ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ κατεβάζει τον κόσμο στις συγκεντρώσεις»), σχόλια που ειρωνεύονται τα ατοπήματα του Κ. Μητσοτάκη σε Ικαρία και Πάρνηθα (1η κατηγορία) και, τέλος, σχόλια που καταγγέλλουν την αστυνομική βία και ζητούν προσλήψεις σε νοσοκομεία (3η και μεγαλύτερη κατηγορία).

Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι φαίνεται να υπήρξαν οργανωμένες προσπάθειες χειραγώγησης των σχολίων (ένθεν κακείθεν) αλλά αυτές ήταν και αρκετά αδύναμες και πολύ μικρές. Για παράδειγμα, υπήρχαν αρκετά σχόλια που αναφέρονταν ειρωνικά σε θετικά σχόλια προς τον Κ. Μητσοτάκη, κάνοντας λόγο για «πληρωμένη υποστήριξη» προς τον Πρωθυπουργό, ενώ αντίστοιχα και, ειδικά στα σχόλια της συνέντευξης του Μητσοτάκη στο CNN, έγιναν δεκάδες σχόλια που αναφέρονταν στο καλό επίπεδο αγγλικών του Πρωθυπουργού.

 

 

Οι αναλύσεις έγιναν με το πρόγραμμα ανοιχτού λογισμικού IRaMuTeQ

Το πού θα οδηγήσει όλη αυτή η κινητοποίηση μένει να το δούμε. Πάντως, σίγουρα διανύουμε μία από τις πιο ενδιαφέρουσες στιγμές αναφορικά με το Μέσα, ενώ ταυτόχρονα βλέπουμε την πλήρη αποκαθήλωση των «παραδοσιακών» Μέσων. Όχι γιατί χάνουν σε δημοφιλία, αλλά γιατί δεν παράγουν διάλογο. Ο ρόλος τους μετατοπίζεται ολοένα και περισσότερο σε δευτερεύοντα, σε ένα χώρο σχολιασμού – ή απόκρυψης – θεμάτων που ανέκυψαν μέσα από τα ΜΚΔ (βλ. Βίντεο αστυνομικών αυθαιρεσιών). Η πληροφορία (συν)παράγεται στο διαδίκτυο, τα φιλοκυβερνητικά Μέσα την αγνοούν και την αναδεικνύουν μόνο όταν τοποθετηθεί η κυβέρνηση επί του όποιου θέματος, ακολουθώντας μια άτυπη ιεραρχία. Όσο δεν αντιλαμβάνονται ότι το διαδίκτυο δεν είναι ένας αποκομμένος χώρος από τον «πραγματικό», τόσο δεν θα υπάρχει χώρος για διάλογο – εκτός κι αν αυτό είναι η επιδίωξη.