του Θάνου Καμήλαλη

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να μην επιβάλει τελικά τα rapid test σε εμβολιασμένους επί πληρωμή. Μέτρο που έβαλε στο τραπέζι την προηγούμενη μέρα η κυβέρνησή του, πρώτα από τον Υπουργό Υγείας και στη συνέχεια από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο. Μόνη της η κυβέρνηση, χωρίς να ερωτηθεί καν η Επιτροπή Λοιμωξιολόγων. Ο Πρωθυπουργός υποστήριξε πως «δέχτηκα εισηγήσεις για υποχρεωτικά rapid test σε όλους για την είσοδο σε χώρους διασκέδασης. Τις απέρριψα, γιατί θεώρησα ότι ένα τέτοιο μέτρο και θα ήταν άδικο για τους εμβολιασμένους και τελικά θα ήταν πολύ δύσκολο στην εφαρμογή του». Σειρά μελών της Επιτροπής τόνισαν, κάποιοι επώνυμα (Εξαδάκτυλος, Βατόπουλος) και άλλοι ανώνυμα στο TPP από χθες, πως ουδέποτε ερωτήθηκαν. «Η Επιτροπή δεν έχει συγκληθεί εδώ και 15 ημέρες. Αντικειμενικά δεν έχει πάρει απόφαση για αυτό το θέμα. Την τελευταία φορά που συναντήθηκαν είπαν για τα δωρεάν self test εν μέσω των εορτών» δήλωσε μάλιστα ο καθηγητής Α.Βατόπουλος.

Ο Κυριάκος όμως, μας εμπιστεύεται. «Αντί λοιπόν να επιβάλλω κάτι σε όλους, επέλεξα να εμπιστευτώ όλους» τόνισε, με τον πρώτο ενικό να μην είναι τυχαίος. Συγκίνηση. Δεν θα σε απογοητεύσουμε Κυριάκο. Νιώθουμε σαν να μας έδωσες και χαρτζιλίκι στις γιορτές. 20-30-40 ευρώ στους εμβολιασμένους «με εντολή Μητσοτάκη» θα μπορούσε να είναι ένας καλός τίτλος για φιλοκυβερνητικό μέσο.

Μπροστά στην ανάγκη να προβληθεί ο Κυριάκος όλα περιττεύουν. Και η επιδημιολογική επιτήρηση και τα δωρεάν μαζικά τεστ για όλους, που είναι ζήτημα καθολικής και ισότιμης πρόσβασης στο ΕΣΥ. Και η ανάγκη όντως να ελέγχονται ουσιαστικά οι εμβολιασμένοι, η μόνη κατηγορία που μπορεί να μπαίνει πλέον σε κλειστούς χώρους. Ας πάνε και τα παλιάμπελα για χάρη σου Πρωθυπουργέ μας, την πανδημία δεν τη λογαριάζω, τα δυο σου μάτια σαν κοιτάζω και ούτω καθεξής.

Δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε που ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδίδεται σε ένα προσωπικό, ματαιόδοξο και ανούσιο δούναι και λαβείν προς τους πολίτες. Πριν έναν χρόνο περίπου, σε μία συζήτηση στη Βουλή ανακοίνωσε στην πρωτολογία του την αύξηση των προστίμων, από τα 300 στα 500 ευρώ. Στην τριτολογία του το πήρε πίσω «Είμαι διατεθειμένος να κρατήσω το πρόστιμο στα 300 ευρώ για μία εβδομάδα, δέκα ημέρες, για να δουμε πως θα ανταποκριθούν οι πολίτες» είχε πει τότε. Τέτοια παράδειγματα, προσωπικής διαχείρισης του εαυτού αντί της πανδημίας, είναι δεκάδες πλέον. Από τη συνεχή ακύρωση και εξευτελισμό της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων, στα πολλά, πάρα πολλά «διαγγέλματα» αυτοθαυμασμού και απόσεισης οιασδήποτε ευθύνης, στους πανηγυρισμούς κάθε καλοκαίρι, όταν η διεθνής επιστημονική κοινότητα προειδοποιεί.

Όλο αυτό θα ήταν απλώς μία υποσημείωση, εάν επρόκειτο για γραφικότητα ή απλώς μικροπολιτικό κουτοπόνηρο παιχνίδι. Είναι όμως ήδη πολλαπλά επιζήμιο και πολύ επικίνδυνο για τη συνέχεια. Όταν προσπαθείς να γίνεις το πρόσωπο της πανδημίας, τότε γεμίζεις πολιτικό χρώμα ένα ζήτημα δημόσιας Υγείας και προκαλείς αντιδράσεις που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί. Αυτό το είδαμε στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, με πολλούς πολίτες που αρνούνται να εμβολιαστούν να βλέπουν τον μη εμβολιασμό τους πλέον ως μία πολιτική πράξη, απέναντι στην κυβέρνηση, τους επιστήμονες που συναγελάζονται μαζί της και τα ΜΜΕ της αυλής της, που δεν εμπιστεύονται. Όταν πανηγυρίζεις υπερβολικά για το εμβόλιο, ή για το τέλος της πανδημίας, ή κάνεις συνεχή μπρος – πίσω στα μέτρα, τότε δημιουργείς ακόμα περισσότερη σύγχυση στους ήδη πιεσμένους πολίτες.

Εύλογα επίσης, όταν προσπαθείς τόσο πολύ να πάρεις τη διαχείριση της πανδημίας σε προσωπικό επίπεδο, θα χρεωθείς και την αποτυχία. Δεν γίνεται αλλιώς, κάθε δεύτερη βδομάδα «εγώ, εγώ, εγώ» και στα δύσκολα σαρδάμ και η μπάλα στην εξέδρα. Θα χρεωθείς για παράδειγμα, την ευθύνη για τους νεκρούς που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί, για ζωές που θα μπορούσαν να είχαν σωθεί, όπως έδειξε η μελέτη Τσιόδρα – Λύτρα. Μόλις πριν τρεις μέρες από την «εντολή Μητσοτάκη για τα rapid», είχαμε έναν αυτοεξευτελισμό του Πρωθυπουργού στη Βουλή. Ξεκίνησε με ύφος, με το προβαρισμένο «δεν περίμενα καμία μελέτη, κανενός καθηγητή» και κατέληξε έτσι:

«Πρόκειται για δεδομένα τα οποία πρώτος ΕΓΩ, επικαλούμαι εδώ και πολλούς μήνες, πολύ νωρίτερα από τη δηθέν… από την παράδοση της μελέτης στο Μεγαρ… στην κυβέρνηση, όχι στο Μέγαρο Μαξίμου, διότι τη μελέτη αυτή ουδέποτε την πήραμε εμείς στα χέρια μας, όμως είχαμε συζητήσει…»

Η αντίθεση μεταξύ Σαββάτου και Τρίτης είναι εμφανής, συνοψίζει όλο το ύφος και το ήθος της διαχείρισης της πανδημίας. «Άλλο το Μέγαρο Μαξίμου, άλλο η κυβέρνηση» τη μία μέρα, για να κρυφτεί, «εγω θα αποφασίσω τι θα κάνουμε» την επόμενη, για να τονωθεί το στραπατσαρισμένο επικοινωνιακό προφίλ. Δεν πάει ακριβώς έτσι. Μιλάμε για μία μελέτη του πιο «έμπιστού» επιστήμονα κοντά στον Πρωθυπουργό, που έδειξε στο δεύτερο κύμα και τρίτο κύμα, 947 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους λόγω της αυξημένης πίεσης στο ΕΣΥ, 133 γιατί δεν βρήκαν κρεβάτι σε ΜΕΘ και παρέμειναν διασωληνωμένοι εκτός και 656 γιατί νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομείο εκτός Αττικής.

Σίγουρα δεν θα είχαν σωθεί όλοι, σύμφωνοι, αλλά θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και το πόσοι χάθηκαν έκτοτε, όταν η «κυβέρνηση όχι το Μαξίμου» πήραν τη μελέτη και έκτοτε δεν έκαναν τίποτα για το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Ο Μητσοτάκης στη Βουλή το ομολόγησε έμμεσα, αναφέροντας απλά πόσο «ενίσχυσε το ΕΣΥ» πριν τη μελέτη, όταν ξέσπασε η πανδημία. Και «πάλι καλά» να λέμε. Αλλά το ζήτημα είναι και ότι δεν έκανε αρκετά και ότι ακόμα και μετά τα ευρύματα Τσιόδρα – Λύτρα δεν έκανε τίποτα παραπάνω. Eξάλλου, για τη Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη, το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι ένα πρόβλημα που ανυπομονούν να τελειώσει η πανδημία για να ξηλώσουν κι άλλο. Προς το παρόν, απλά το ανέχονται.

Παρακολουθούμε συνεχώς μία γκροτέσκα παράσταση που στοιχίζει σε κάθε επίπεδο. Στην πολιτική, στην κοινωνία, στην οικονομία, σε ανθρώπινες ζωές. Δεν έχουν σημασία αυτά. Σημασία έχει να περνούν σωρηδόν τα αντικοινωνικά νομοσχέδια για την εξυπηρέτηση των λίγων, να στοχοποιούνται ομάδες πολιτών με τσουβάλιασμα ως εύκολοι στόχοι και να μη ραγίζει το επικοινωνιακό προφίλ του πρωθυπουργού μας. Που είναι πάντα εκεί, δίπλα μας, αυστηρός αλλά και καλοκάγαθος. Εκτός από όταν δεν είναι και φταίμε εμείς και οι μαύρη μας η μοίρα.

Ευχαριστούμε Κυριάκο. Φτάνει τώρα όμως.