του Θάνου Καμήλαλη
Την Τετάρτη λοιπόν, η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ) κατάφερε να βρει μείωση της ανεργίας τον Μάρτιο, στο 14,4% από το 15,9% τον προηγούμενο μήνα και το 18,1% τον Μάρτιο του 2019. Ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης, έσπευσε να πανηγυρίσει, στη Βουλή:
«Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αποδεικνύουν ότι όλες οι πρωτοβουλίες που ανέπτυξε από τη πρώτη στιγμή και συνεχίζει να αναπτύσσει η κυβέρνηση, ήταν και είναι στη κατεύθυνση να συγκρατήσουμε την αγορά εργασίας. Η ανεργία, μέσα στη βαθειά κρίση της πανδημίας του κορονοϊού, συνέχισε να πέφτει δυναμικά και αυτό μόνο ως θετικό και αισιόδοξο μήνυμα μπορεί να εκληφθεί»
Μακάρι να ήταν έτσι, μόνο που μια πιο προσεκτική ματιά στα στοιχεία, όχι από την «καταστροφολόγα» αντιπολίτευση αλλά από το ίδιο το πληροφοριακό δελτίο της ΕΛΣΤΑΤ δίνει μια λιγότερο αισιόδοξη εικόνα. 87.150 άτομα εξαιρέθηκαν από την κατηγορία των ανέργων, λόγω της πανδημίας, καθώς κατευθύνθηκαν στο στην κατηγορία των «μη οικονομικά ενεργών». Το εξηγεί η ίδια η ΕΛΣΤΑΤ στις διευκρινήσεις της που μάλλον δεν πρόσεξε ο υπουργός Εργασίας:
«Η μείωση αυτή κατευθύνθηκε προς τους οικονομικά μη ενεργούς, καθώς λόγω της πανδημίας της νόσου του Κορωνοϊού 2019 (COVID-19), αρκετά άτομα που αναζητούσαν εργασία δήλωσαν ότι δεν είναι άμεσα διαθέσιμα να εργαστούν και επομένως, σύμφωνα με τους ορισμούς του σχετικού ευρωπαϊκού Κανονισμού, κατατάσσονται στους οικονομικά μη ενεργούς. Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τον ορισμό για τον άνεργο και τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εάν ένα άτομο που δεν εργάζεται, δεν αναζητά ενεργά εργασία και δεν είναι διαθέσιμο να αναλάβει άμεσα εργασία, δεν κατατάσσεται στους ανέργους αλλά στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό.»
Παράλληλα, τα νούμερα της απασχόλησης συγκρατιούνται στα παρόμοια με τον Φεβρουάριο του 2020, λόγω του ότι οι εργαζόμενοι/ες που έχουν τεθεί σε αναστολή εργασίας, λόγω της πανδημίας και του καθεστώτος ελάφρυνσης στο οποίο εντάχθηκαν χιλιάδες επιχειρήσεις, συνεχίζουν να καταγράφονται ως εργαζόμενοι «εφόσον η διάρκεια αναστολής είναι μικρότερη από 3 μήνες η αν λαμβάνουν περισσότερο από το 50% του μισθού τους. Και πάλι, η διευκρίνιση είναι από την ίδια την ΕΛΣΤΑΤ. Και πάλι, ο Γιάννης Βρούτσης ήταν απρόσεκτος.
«Με βάση τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) για την Έρευνα Εργατικού Δυναμικού στα Κράτη Μέλη, λόγω της πανδημίας της νόσου του Κορωνοϊού 2019 (COVID-19), τα άτομα που τίθενται σε αναστολή σύμβασης εξακολουθούν να θεωρούνται απασχολούμενοι, εφόσον η διάρκεια της αναστολής είναι μικρότερη από 3 μήνες ή αν λαμβάνουν περισσότερο από το 50% των αποδοχών τους.»
Προφανώς, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει το πόσοι και πόσες θα συνεχίσουν να έχουν δουλειά, μετά το τέλος της αναστολής και μετά την εφαρμογή του προγράμματος ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση, με αφετηρία στις 15 Ιουνίου. Το πρόγραμμα, υπενθυμίζεται, προβλέπει ακόμα και 50% μείωση του μισθού με παράλληλα «μείωση του ωραρίου» (αμφίβολο), και επιδότηση του 30% του συνολικού μισθού από το κράτος. Παράλληλα, όπως σημείωσε η πρώην υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, η «η “ΕΡΓΑΝΗ” κατέγραψε φέτος το χειρότερο πεντάμηνο Ιανουαρίου-Μαΐου, όπως και τον χειρότερο Μάιο, όλων των εποχών. Στο πεντάμηνο οι νέες θέσεις εργασίας είναι 260.000 λιγότερες σε σχέση με πέρυσι».
Kομμάτι του προβλήματος ήταν το γεγονός ότι την πρώτη εβδομάδα των περιορισμών, μετά το κλείσιμο των σχολείων και πριν το λουκέτο στην εστίαση, λόγω της καθυστέρησης στην λήψη μέτρων από την κυβέρνηση, καταγράφηκαν περίπου 40.000 απολύσεις στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, ωστόσο οι επιχειρήσεις που απέλυσαν εργαζόμενους πριν τις 18 Μαρτίου μπήκαν κανονικά στο πρόγραμμα ελαφρύνσεων.
Και πέρα από τα νούμερα, το ζήτημα είναι πάντα τι ποιότητας θέσεις εργασίας έχεις, αλλά και το πόσο ελέγχεται η μαύρη εργασία, από όργανα όπως το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας. Ως προς αυτό, ακόμα κι αν στην τελική το νούμερα συγκρατηθούν, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα απαισιόδοξοι.
Λίγες μέρες πριν από τους κυβερνητικούς «πανηγυρισμούς» στην Εργασία, προηγήθηκαν οι πανηγυρισμοί γενικότερα στην οικονομία. Την περασμένη εβδομάδα, η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ύφεση 0,9% το πρώτο τρίμηνο του 2020, στοιχείο που έκανε τόσο τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα, όσο και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, Στέλιο Πέτσα, να εμφανίζονται ιδιαίτερα ικανοποιημένοι, συγκρίνοντας τα ελληνικά νούμερα με την ύφεση σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης.
Λίγες μέρες νωρίτερα, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, σε διάγγελμά του μάλιστα, υποστήριξε ότι «η πανδημία ανέκοψε την πορεία της χώρας σε μία εποχή που έμπαινε ορμητικά σε τροχιά ανάπτυξης», προσθέτοντας ότι «ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος ήταν ιδιαίτερα θετικοί μήνες»
Επιγραμματικά, σημειώνεται ότι:
- Η οικονομία είχε μπει σε τροχιά ύφεσης ήδη από το 2019. Η Νέα Δημοκρατία, ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας υποσχόμενη ανάπτυξη 4% από το 2,8% που την άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ και ήδη, στο τρίτο τρίμηνο του 2019, η ανάπτυξη είχε πέσει στο 2,3% και στο τελευταίο μειώθηκε περαιτέρω, στο 1,9%
- Λίγο πριν την πανδημία, μετρούσαμε στοιχεία που έδιναν μια εικόνα κάτω των στόχων, όπως χαμηλότερο πλεόνασμα, μείωση των καθαρών εσόδων, όπως είχε σημειώσει σε ανακοίνωσή του το ΜέΡΑ25
- Όπως σημειώνει επανειλημμένα ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, οι πανηγυρισμοί για την μικρή ύφεση δεν λαμβάνουν υπόψιν τα lockdowns που ξεκίνησαν σταδιακά νωρίτερα σε μέγαλες οικονομίες της Ευρώπης, αλλά και τις ειδικές συνθήκες τις κάθε οικονομίας (π.χ. την εποχικότητα στην Ελλάδα λόγω τουρισμού)
Στην καλύτερη των περιπτώσεων, πέρα από τα ωμά ψέματα Μητσοτάκη και μάλιστα σε πρωθυπουργικό διάγγελμα βαρύνουσας σημασίας, οι πανηγυρισμοί για περιορισμό της ύφεσης είναι πρόωροι. Είναι εύλογο ότι σαφής εικόνα θα υπάρξει μόνο στο τέλος του έτους και με μεγάλο ερωτηματικό την εξίσωση τουρισμού – περιορισμών της επιδημίας.
Βέβαια, ό,τι και να συμβεί το αφήγημα ότι «μας τα χάλασε η πανδημία» θα χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση για όσο διάστημα παραμείνει στην εξουσία. Τα στοιχεία του 2019 σταδιακά θα ξεχνιούνται όλο και περισσότερο (ακόμα και από όσους, λίγους τα επικαλούνται ή ενδιαφέρονται να ρίξουν μια ματιά) και σε συνδυασμό με την επικοινωνιακή της υπεροπλία, το μήνυμα περί «ατυχίας» θα δικαιολογεί τα πάντα.
Τίποτα από όλα ατά δεν είναι καινούριο. Την περίοδο της κρίσης, η μάλλον των διαρκών κρίσεων, οι κυβερνητικοί πανηγυρισμοί είναι κάτι μόνιμο. Αυτήν την περίοδο, για παράδειγμα, περιμένουμε να «βρέξει» 32 δισεκατομμύρια από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένα «πακέτο» που δεν έχουμε ακόμα την τελική μορφή, δεν είναι 32 δις και παραμένουν άγνωστοι οι όροι και η χρονική περίοδος στην οποία θα καταβληθούν τα όσα χρήματα φτάσουν στην Ελλάδα.
Πιο πριν, πανηγυρίζαμε μονίμως για τις ελληνικές νίκες στα «κρίσιμα Eurogroup». Διαβάζαμε τις κυβερνητικές ανακοινώσεις για τις «πετυχημένες διαπραγματεύσεις» και τα «μπράβο των δανειστών», που όμως έκρυβαν την αλήθεια των επίσημων κειμένων και εκθέσεων. Όπως για παράδειγμα, το ότι εν μέσω ικανοποίησης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, επιβλήθηκαν τα πλεονάσματα 3,5% για τέσσερα χρόνια, το Υπερταμείο και άλλα. Πιο πριν, ήταν η «εξοδος από την κρίση» που θα γινόταν πάντα, την επόμενη χρονιά. Οι Στουρνάρας και Παπακωνσταντίνου είχαν τότε τα πρωτεία σε τέτοιες, τουλάχιστον ατυχείς, προβλέψεις. Λίγο πιο πριν, στο Καστελόριζο, ο Γιώργος Παπανδρέου πανηγύριζε για «το μεγαλύτερο δάνειο στην παγκόσμια ιστορία».
Εντωμεταξύ, όλοι μηχανισμοί και πρόσωπα που βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας, παραδέχονται, ο ένας μετά τον άλλον, λάθη στα ελληνικά προγράμμα. ΔΝΤ, Ντάισελμπλουμ, Γιούνκερ είναι τα κλασικά παραδείγματα με «συγγνώμες», μόλις χθες, Πέμπτη, προστέθηκαν ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης (ESM) και ο απερχόμενος πρόεδρος του Eurogroup, Μάριο Σεντένο.
Σε έρευνα που ανατέθηκε σε ανεξάρτητη ομάδα για λογαριασμό του ESM, διαπιστώνονται «αστοχίες» στο 2ο και 3ο μνημόνιο, όπως και πιθανούς νέους κινδύνους στο μέλλον. Παράλληλα, διαπιστώνεται ότι οι δόσεις των δανείων, ήταν σύμφωνα με τις ανάγκες ρευστότητες (αλλιώς, μαρτύριο της σταγόνας), αλλά και η καθυστερημένη εκτίμηση στον κοινωνικό αντίκτυπο των προγραμμάτων. Mέσα σε όλα, ο ESM αναφέρεται και στον περιορισμό των πολυπόθητων από κάθε κυβέρνηση ιδιωτικών επενδύσεων, λέγοντας ότι αυτές περιορίστηκαν καθώς μειώθηκε η ρευστότητα και η ζήτηση στην αγορά.
Ο Σεντένο, από την πλευρά του, σε μήνυμά του λίγες εβδομάδες πριν αποχωρήσει από τη θέση του προέδρου του Eurogroup, θυμήθηκε τις «ανάγκες του ελληνικού πληθυσμού»: «Tα προγράμματα κράτησαν την Ελλάδα στην Ευρωζώνη, αλλά η προσαρμογή της ήταν πολύ μακρά και θα έπρεπε να είχε δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στις κοινωνικές ανάγκες του ελληνικού πληθυσμού» ανέφερε συγκεκριμένα.
Δέκα χρόνια επιτυχίες, δέκα χρόνια νίκες και πανηγυρισμοί, παντού. Αλλά σίγουρα, οι επόμενοι «πανηγυρισμοί» στη διαχείριση μιας ακόμα κρίσης, θα αναποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ας αισιοδοξούμε λοιπόν.