του Θάνου Καμήλαλη

Συνέπεια της περιορισμένης, στην καλύτερη των περιπτώσεων, λειτουργίας των δικαστηρίων την περίοδο της πανδημίας, είναι ότι υποθέσεις που τα τελευταία δύο χρόνια προκάλεσαν οργή για την αστυνομική βία και διαφόρων ειδών αυθαιρεσία εκδικάζονται πολύ κοντά χρονικά, σε διάστημα λίγων εβδομάδων. Κατηγορούμενα, «φυσικά» είναι τα θύματα, με εξαίρεση τη δίκη για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου. Μόνο τις τελευταίες δύο ημέρες είχαμε τρεις τέτοιες περιπτώσεις, η μία εκ των οποίων ιδιαίτερη. Υπόθεση Λάμπρου Γούλα, υπόθεση της οικογένειας Καττή στα Σεπόλια, δίκη μελών του Ρουβίκωνα για τη δολοφονία ενός εμπόρου ναρκωτικών το 2016. Υπάρχουν και άλλες, που λίγο πριν την επαναλειτουργία των δικαστηρίων πήραν ακόμα μία αναβολή και αργά ή γρήγορα θα επανέλθουν στο προσκήνιο. Δίκη των συλληφθέντων στις 17 Νοεμβρίου 2019. Δίκη των συλληφθέντων στις 17 Νοεμβρίου 2020 στην Αθήνα. Δίκη για την ίδια μέρα στη Θεσσαλονίκη. Δίκη των συλληφθέντων στις 6 Δεκεμβρίου. Δίκη των συλληφθέντων την ημέρα που ψηφιζόταν ο νόμος περιορισμού των διαδηλώσεων.

Τα συμπεράσματα για όλες αυτές τις υποθέσεις προκύπτουν από πλήθος οπτικοακουστικού υλικού και μαρτυρίες που κυκλοφόρησαν ευρέως αμέσως μετά τις συλλήψεις των κατηγορουμένων. Είδαμε, για παράδειγμα, σε βίντεο του ΤPP μία παρέα νέων να τρώει απρόκλητο ξύλο από ΜΑΤ στις 17 Νοεμβρίου του 2019 και στη συνέχεια να συλλαμβάνεται, είδαμε τα βίντεο, μεταξύ των οποίων ένα από τις κάμερες της πολυκατοικίας στα Σεπόλια, όπου μένει η οικογένεια Καττή, διαβάζουμε το σαθρό κατηγορητήριο κατά των Γ.Καλαϊτζίδη και Ν.Ματαράγκα του Ρουβίκωνα, που κατέρρευσε εξαρχής με την «ουσιώδη» κατά την εισαγγελέα μάρτυρα να περιγράφει αλισβερίσι με την αστυνομία. Παρακολουθήσαμε μηχανές της ομάδας «Δράση» να πέφτουν πάνω σε διαδηλωτές και να χτυπούν διαδηλώσεις όπου τηρούνταν όλα τα μέτρα προστασίας, διαβάσαμε τις καταθέσεις και ακούσαμε την υπεράσπιση, ξανά και ξανά, να μιλάει για συλλήψεις στον σωρό και προκαθορισμένα κατηγορητήρια (μολότοφ, βία κατά υπαλλήλων, το “πακετάκι” όπως το λένε μεταξύ τους δικηγόροι).

Τον Νοέμβριο του 2019, ο Λάμπρος Γούλας κατήγγειλε τον βασανισμό του από άνδρες της ΕΛΑΣ, με ξυλοδαρμό και σεξουαλική κακοποίηση, με ορισμένα εξ’ αυτών να λαμβάνουν χώρα σε ένα πάρκινγκ στην οδό Μπουμπουλίνας, μετά την εισβολή ανδρών της ΟΠΚΕ σε καφενείο των Εξαρχείων Δύο χρόνια μετά, αθωώθηκε ομόφωνα ενώ «ταυτόχρονα», όπως τόνισε η δικηγόρος του Άννυ Παπαρρούσου, στο TPP «αποδείχθηκε και η άλλη όψη της κατηγορίας, η οποία είναι βασανισμος του από αστυνομικές δυνάμεις. Αποδείχθηκε μέσα από καταθέσεις μαρτύρων, ιατρικές καταγραφές, γιατί το ίδιο βράδυ ζήτησε να μεταφερθεί στον Ευαγγελισμό, από φωτογραφίες, δημοσιεύματα την εν γένει ανεπάρκεια της δικογραφίες και την ορατή προσπάθεια συγκάλυψης της αλήθειας». Απαντώντας στο σχόλιο ότι ο Γούλας, για ιδεολογικούς λόγους αρνήθηκε να καταθέσει στο «Εσωτερικών Υποθέσεων» για το βασανισμό του, η δικηγόρος του σημείωσε ότι «υπάρχει αυτεπάγγελτη έρευνα από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών που είναι από τότε σε εξέλιξη». Προσθέτει ότι με τα στοιχεία που κατατέθηκαν στη δίκη θα μπορούσε να προχωρήσει αυτή η έρευνα.

Στο ίδιο μήκος κύματος, η Αντωνία Λεγάκη, στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου για την υπόθεση της οικογένειας Καττή, είχε τονίσει ότι «εμείς καταγγέλλουμε κακουργήματα και είμαστε εδώ σε περίπτωση που κάποιος εισαγγελέας θεωρήσει πως είναι αρμοδιότητά του να τα διερευνήσει». Η ίδια δικηγόρος, στην υπόθεση Σταθόπουλου, ο οποίος χωρίς στοιχεία καταδικάστηκε με βάση τον τρομονόμο σε 19 χρόνια, είχε δηλώσει στο ΤPP ότι «πραγματικά φαίνεται ότι το αστυνομικό έργο γίνεται στους διαδρόμους». Στη δίκη του Ρουβίκωνα η «ουσιώδης» μάρτυρας,, που είχε συλληφθεί για υπόθεση ναρκωτικών την προηγούμενη μέρα, είπε στο δικαστήριο να μη βασιστεί στην κατάθεσή της, ότι βρισκόταν υπό την επήρεια ναρκωτικών και πως δεν υπέγραψε την κατάθεσή της. Η κατάθεσή της είναι πολυσέλιδη, χωρίς διακοπές με την ίδια να λέει πως δεν ήταν δυνατόν να τα έχει πει όλα αυτά μόνη της.

Το ζήτημα είναι πάρα πολύ απλό. Ποιος φαίνεται, με βάση σοβαρά στοιχεία, να στήνει κατηγορητήρια; Ποιος φτιάχνει κατηγορητήρια που καταρρέουν και ποιος συμπληρώνει καταθέσεις που μετά εμπλέκουν ανθρώπους ακόμα και σε ανθρωποκτονία; Ποιοι συμμετείχαν στο σοκαριστικό φιάσκο της υπόθεσης του Αλέξανδρου Μ., κατά τα ΜΜΕ «Ινδιάνου» και οδήγησαν έναν άνθρωπο στη φυλακή για 7 μήνες με βάση μία μαρτυρία βγαλμένη από τις «Οικογενειακές Ιστορίες» και παρά το βίντεο που έδειχνε που ήταν και τι έκανε ο κατηγορούμενος (έπαιζε μπάσκετ στην Ελευσίνα);

Το γεγονός ότι ποτέ κανείς δεν τιμωρείται για όλα αυτα, απλά προοικονομεί την επόμενη αδικία και το επόμενο θύμα.

Η αθώωση, όταν έρχεται σε τέτοιες υποθέσεις, δεν είναι φυσικά μικρής σημασίας. Επίσης δεν είναι βέβαιη. Υποθέσεις όπως του Σταθόπουλου, των Ηριάννας – Περικλή και του Τάσου Θεοφίλου έχουν διδάξει ότι σε αυτού του είδους τα κατηγορητήρια αλλάζει άρδην ο πιο στοιχειώδης κανόνας της Δικαιοσύνης. Αντί του «αθώος μέχρι αποδείξεως του εναντίου, είναι ο κατηγορούμενος αυτός που πρέπει να αποδείξει την αθωότητά του.

Aλλά όταν τέτοιες πλεκτάνες καταρρέουν, η αθώωση είναι μόνο η μισή πλευρά της Δικαιοσύνης. Είναι η ικανοποίηση ενός αυτονόητου αιτήματος που όμως παραμένει «αμύντικό». Να γλυτώσουν αυτοί, να ασχοληθούμε με τους επόμενους που έρχονται. H κρατική αυθαιρεσία μένει ατιμώρητη, ανώνυμη, ορφανή, ενώ οι υποτιθέμενοι θεματοφύλακες της «φιλελεύθερης Δημοκρατίας» επιδεικνύουν σοκαριστική απάθεια.

H άλλη μισή είναι η τιμωρία πραγματικών ενόχων και η κάθαρση αυτού του μηχανισμού. Η αδικία μοιάζει άλλοτε «συμπτωματική», άλλοτε συστηματική, πολλές φορές αναπόφευκτη. Δεν πρέπει να είναι έτσι.