της Γεωργίας Κριεμπάρδη

Δε γνωρίζω την τέχνη της επικοινωνίας, οπότε δε θα επιδοθώ σε μακροσκελείς αόριστες αναλύσεις. Γνωρίζω, όμως, αυτό που βλέπω. Κι αυτό που βλέπω είναι πως το εκλογικό σώμα, οι πολίτες που ψηφίζουν, από τους ιδεολόγους μέχρι τους απολιτίκ που ξαφνικά προσέρχονται στις κάλπες δεν αποφασίζουν με πολιτικά κριτήρια. Ο λόγος ακολουθεί την εικόνα, δυστυχώς. Κι ακόμα χειρότερα, δεν υπάρχει λόγος πια. Ως έναν βαθμό, θα λέγαμε πως είναι αναμενόμενο, λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, το κέντρο βάρους των οποίων έχει μετατοπιστεί από την αρχική τους μορφή. Πλέον, χώρο κερδίζει η εικόνα, το Influencer Marketing και το Social Media Content Creation. Το παιχνίδι παίζεται με όρους viral. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι το εναλλακτικό, αλλά το συστημικό. Το παιχνίδι παίζεται από “τα κεντρικά”, και στο διαδίκτυο και στα “συστημικά” ΜΜΕ. Κερδίζει ό,τι “πουλάει”, “πουλάει” ό,τι κερδίζει.

Η δύναμη των “συστημικών” μέσων είναι γνωστή.  «Μα καλά, ποιος βλέπει ακόμη τηλεόραση;» αναρωτιούνται πολλοί. Ο κόσμος βλέπει τηλεόραση. Τα δελτία ειδήσεων καθημερινά αγγίζουν σε τηλεθέαση περίπου το 20% κι αυτό το ποσοστό αφορά μόνο τα σπίτια που έχουν τα μηχανάκια της AGB. Η αναπαραγωγή ειδήσεων από τηλεοπτικές εκπομπές στα social media είναι τεράστια, ενώ πολλοί είναι εκείνοι που βλέπουν τηλεόραση μέσω των ιστοσελίδων των καναλιών. Τα ΜΜΕ, η τηλεόραση, τα δελτία ειδήσεων ακούν επιρροή, χειραγωγούν, διαμορφώνουν «συνειδήσεις». Είναι αυτό που ονομάζουμε μιντιακή υπεροπλία.

Γιάνης Βαρουφάκης. Αγκαλιάστηκε όσο καβαλούσε τη μηχανή, μισήθηκε όσο ανέλυε το πολιτικό του σχέδιο. Ωραίος -κατά πολλούς-, αρρενωπός, “ο σκληρός με το δερμάτινο και τη μηχανή”, με τα εκκεντρικά πουκάμισα. Χαρακτηρίστηκε από τα ΜΜΕ “ξέγνοιαστος καβαλάρης” της Οικονομίας, “ποπ σταρ”. Εκρηκτικός. Υποσχέθηκε πως θα πάει κόντρα στο εσωτερικό παλιακό σύστημα και τους εξωτερικούς οικονομικούς εχθρούς της χώρας. Ο Γιάνης Βαρουφάκης δεν ήρθε ουρανοκατέβατος. Έχει χαρακτηριστεί και δικαίως ως ένας από τους καλύτερους οικονομολόγους παγκοσμίως, έχει σαφές πολιτικό πλάνο και μακρά πορεία στο αντικείμενό του. Τα ΜΜΕ δεν προέβαλαν τίποτα απ’ όλα αυτά. Ο μέσος ψηφοφόρος αγκάλιασε τον Γιάνη που καβαλούσε τη μηχανή. Αγκάλιασε τον Γιάνη όσο τα κανάλια τον έπαιζαν όλη μέρα, κάνοντας viral τα πολύχρωμα πουκάμισά του. Και τα ΜΜΕ τον αγκάλιασαν γι’ αυτόν τον λόγο, πολεμώντας στη συνέχεια -σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μάλιστα- το πολιτικό του πρόσωπο.

Δημήτρης Κουτσούμπας. Σήμα κατατεθέν του luben. Ποιος να το φανταζόταν ότι ένας γγ του ΚΚΕ θα γινόταν viral φιγούρα ενός σατιρικού μέσου. Κι όχι με αρνητικό πρόσημο. Ο Δημήτρης Κουτσούμπας είναι ο λαϊκός άνθρωπος, ο αυθόρμητος, που οι ατάκες του γίνονται viral. Ατάκες καφενειακές (ούτε αυτό έχει αρνητικό πρόσημο), που λέει ένας γλυκός ασπρομάλλης κύριος. Το ΚΚΕ είδε τα ποσοστά του να ανεβαίνουν -λίγο- σ’ αυτές τις εκλογές. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εικόνα του κ. Κουτσούμπα έπαιξε ενδεχομένως ρόλο σ’ αυτό.

Κυριάκος Μητσοτάκης. Όπως είχε γράψει το 2021 ο Θάνος Καμήλαλης σε ανάλυσή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένα δημιούργημα της επικοινωνίας. Όπως επίσης, κάθε του κίνηση έχει στόχο την επικοινωνία και όχι την ουσία. Είναι ένας πολιτικός γέννημα θρέμμα πολιτικός. Όχι λόγο ικανοτήτων. Λόγω επιθέτου.

Ένας πολιτικός με κενό λόγο που κατά τη διάρκεια της θητείας του η μία κυβερνητική αποτυχία διαδεχόταν την άλλη. Ένας πολιτικός που όσο η χώρα καιγόταν, έκανε διακοπές και τουρισμό. Ένας πολιτικός που κάθε ομιλία του είναι μία δοκιμασία της λογικής. Έχει γράψει ο Θάνος Καμήλαλης: Kάθε εμφάνιση του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, μετά από μία οποιαδήποτε καταστροφή, από αυτές που έχουν γίνει κανονικότητα κατά τη διακυβέρνησή του, είναι μία ατέλειωτη επίθεση στη λογική. Μία δοκιμασία για όποιον προσπαθεί να παρακολουθήσει τον ειρμό. Περιλαμβάνει, κατά κανόνα, διαστρέβλωση, ανόμοιες συγκρίσεις, ωμά ψέματα, άγνοια των επιστημονικών δεδομένων, μετάθεση ευθυνών και το απαραίτητο, για τον τρόπο που πολιτεύεται, κλείσιμο του ματιού στην ακροδεξιά, όσο επικίνδυνο κι αν αυτό αποδειχθεί για ανθρώπινες ζωές. Mία σειρά από επιχειρήματα χωρίς αρχή, μέση και τέλος, χωρίς συνοχή, στη λογική του “ό,τι πιάσει”. Κι όμως, τα ΜΜΕ προβάλλουν τον “γκόμενο” Μητσοτάκη και τις ανέμελες οικογενειακές στιγμές του.

Ζωή Κωνσταντοπούλου. Τα ΜΜΕ την αγκάλιασαν το 2023. Όταν έγινε viral. Όταν άρχισε να σχηματίζει καρδούλες. Όταν απέκτησε δυναμική παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μπήκε στη Βουλή μ’ ένα κόμμα χωρίς θέσεις, κομματική οργάνωση, πρόγραμμα. Τα Μέσα αγκάλιασαν το άλλοτε κόκκινο πανί τους, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, σα να είναι από χρόνια η αγαπημένη τους. Το 2015 υπήρχε στα ΜΜΕ για τους καυγάδες της και  ενίοτε ειδήσεις πολύ επιθετικές προς εκείνη. Ήταν μία ξεκάθαρη δολοφονία χαρακτήρα, με ό,τι χυδαιότητα μπορεί να φανταστεί κανείς. Το 2023 κέρδισε… η καρδούλα, όχι ο πολιτικός λόγος. Αυτός δεν υπήρχε.

Στέφανος Κασσελάκης. Να ένα παράδειγμα που ξεπερνάει όλα τα παραπάνω. Ουρανοκατέβατος, εξ Αμερικής “έσκασε” στον Συνασπισμό της Αριστεράς κι έφερε τα πάνω κάτω. Δεν τον μάθαμε στις εκλογές, όπως πολλοί λένε. Ο Στέφανος Κασσελάκης είχε κάνει προηγουμένως μία viral εμφάνιση. Τέλη Ιουνίου, σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση, ο Στέφανος Κασσελάκης συνομιλώντας στον αέρα του One με τον βουλευτή της Ελληνικής Λύσης Παύλο Σαράκη έδειξε μέσα σε λίγα λεπτά ότι η ομοφοβία δε χωρά στη Δημοκρατία μας. Ο Παύλος Σαράκης κρατούσε μία φωτογραφία από αφίσα που έδειχνε ένα ζευγάρι gay ανδρών και το παιδί τους και τόνιζε ότι «αυτό δεν είναι δυνατόν να είναι πρότυπο για την ελληνική οικογένεια». Ο Κ. Κασσελάκης αντέδρασε. Ρώτησε τον βουλευτή αν η συγκεκριμένη εικόνα του δημιουργεί πρόβλημα ή αν τον ενοχλεί και υπογράμμισε από τη δική του πλευρά ότι σ’ ένα τέτοιο θέμα δεν μπορούν να υπάρχουν «απόψεις». «Πρόκειται για τη ζωή μου» είπε.

Τα υπόλοιπα, λίγο πολύ είναι γνωστά. Μια εμφάνιση στην εκπομπή της Ναταλίας Γερμανού, υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ και στην 9η θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας. Οι εκλογές τελειώνουν με σαρωτική νίκη της Νέας Δημοκρατίας, ο Αλέξης Τσίπρας ανακοινώνει την παραίτησή του, ξεκινούν οι εσωτερικές διαδικασίες για ανάδειξη νέου προέδρου. Στο παρά πέντε, ο Στέφανος Κασσελάκης καταθέτει και τη δική του. Κι ενώ όλα τα προγνωστικά ήταν με το μέρος της συνυποψήφιάς του, Έφης Αχτσιόγλου, μέσα σε 25 μέρες έφερε τα πάνω κάτω. Όλοι μιλούσαν για το φαινόμενο Κασσελάκης. Απέκτησε φανατικούς οπαδούς, εκείνους που αναζητούσαν το νέο, έναν μεσσία, και τους Πολακικούς. Είναι εντυπωσιακό πώς ένας άνθρωπος με απολύτως κενό λόγο κέρδισε σαρωτικά την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ. Οι εμφανίσεις του ήταν πολλές, καθημερινές και συνεχείς. Όχι σε ζωντανή μετάδοση, όχι στα ΜΜΕ. Γι’ αυτό άλλωστε, οι Κασσελακικοί ισχυρίζονται πως “το σύστημα τον πολεμούσε”. Οι εμφανίσεις του ήταν μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και περιορίζονταν σε ολιγόλεπτα, μαγνητοσκοπημένα, καλοστημένα βίντεο με έτοιμο κείμενο. Στις ελάχιστες τηλεοπτικές εμφανίσεις που έκανε, όσα δήλωσε, συζητιούνταν, καθώς δεν είχαν καμία βάση.

Το σύστημα δεν πολέμησε τον Στέφανο Κασσελάκη. Ήταν με το μέρος του. Τα βίντεό του γίνονταν viral και τα ΜΜΕ όλο το 24ωρο ασχολούνταν με την καθημερινότητα του Στέφανου με το αφοπλιστικό χαμόγελο, όπως είχε πει ο Γιώργος Λιάγκας. Οι ρεπόρτερ ξεροστάλιαζαν έξω από το σπίτι του ακολουθώντας τον παντού, από τον πρωινό καφέ και το γυμναστήριο, μέχρι τις πρωινές βόλτες του σκύλου του για να κάνει τις ανάγκες του.

Ο Κωνσταντίνος Θεοδωρίδης, μεταδιδακτορικός ερευνητής και διδάσκων στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων & Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου, είχε εύστοχα σχολιάσει, μιλώντας στο reader.gr: Η μέχρι τώρα επιτυχία της καμπάνιας Κασσελάκη μάς δείχνει στοιχεία για τον τρόπο που βιώνεται η διαδικασία της κατανάλωσης της πολιτικής. Η ίδια η διαδικασία με την οποία οι ψηφοφόροι-καταναλωτές καταναλώνουν την πολιτική υπόκειται σε μία επανεπινόηση. Ο καταναλωτικός καπιταλισμός έχει έναν συνεχώς αυξανόμενο ρόλο τόσο στην πολιτική όσο και στις πολιτικές επιλογές. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ένα άτομο δεν καταναλώνει απλώς έναν πολιτικό ως brand (μάρκα). Η πολιτική περσόνα συμμετέχει σε μία διαδικασία κατασκευής του εαυτού. Η έννοια του εαυτού σχετίζεται άμεσα με την κοινωνική ζωή. Έτσι, η κατανάλωση ενός πολιτικού είναι ένα όχημα μέσω του οποίου ο εαυτός αναζητά μια αίσθηση εκπλήρωσης, έστω κι αν είναι στιγμιαία.

Είναι άγριο το πώς έχει μετατοπιστεί το κέντρο βάρους στο πολιτικό πεδίο. Σε κρίσιμες περιόδους, σε περιόδους που καλούμαστε να επιλέξουμε -στη βάση της Δημοκρατίας- εκείνους τους πολιτικούς που θα εκπροσωπήσουν τον λαό, με σχέδιο, εφικτό πρόγραμμα και λύσεις στα προβλήματα, συγκροτημένο λόγο, το παιχνίδι κερδίζει… το viral. Κι αυτό είναι επικίνδυνο για την ίδια τη Δημοκρατία, για τον λαό.