Η ένταξη στο νομοσχέδιο για τον Πτωχευτικό Κώδικα της ρύθμισης η οποία προβλέπει ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες μπορούν να κάνουν μονομερώς αυξήσεις στα (υφιστάμενα και μελλοντικά) ασφαλιστικά συμβόλαια υγείας αποτελεί ένα ακόμη «δείγμα γραφής» σχετικά με τη στόχευση του εν λόγω νομοσχεδίου.

Υπό τη σκιά της πρότασης μομφής ψηφίζεται το νομοσχέδιο για τον πτωχευτικό κώδικα

Συγκεκριμένα, τη ρύθμιση έφερε ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος έπειτα από τις πρώτες αντιδράσεις προέβη σε αναδίπλωση σχετικά με τις αυξήσεις, εξηγώντας ότι οι διατάξεις που εισάγονται με το σχέδιο νόμου, αφορούν αποκλειστικά και μόνο τα ασφάλιστρα συμβολαίων Υγείας, που στη σύμβαση τους προβλέπεται η δυνατότητα μονομερούς αναπροσαρμογής από τις εταιρείες και όχι για τα «κλειστά» ή «κλειδωμένα» ασφαλίστρων ιδιωτικά ασφαλιστήρια Υγείας. Μάλιστα, ο υπουργός είπε πως θα προστεθεί νομοθετική βελτίωση στις διατάξεις του νομοσχεδίου, ώστε να μην υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία.

Των δηλώσεων του είχαν προηγηθεί οι έντονες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και της Ένωσης Καταναλωτών – Η Ποιότητα Ζωής (ΕΚΠΟΙΖΩ), με κατηγορία προς την κυβέρνηση ότι δίνει τη δυνατότητα στις ασφαλιστικές εταιρείες για ελεύθερη αύξηση στα μακροχρόνια συμβόλαια υγείας.

Μέχρι τώρα οι αυξήσεις στα παλιά, σταθερά συμβόλαια υγείας συνδέονταν με αντικειμενικούς παράγοντες. Ουσιαστικά, με τη ρύθμιση αυτή, για την αναπροσαρμογή ασφαλίστρων, η κυβέρνηση εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων εις βάρος των ασφαλισμένων.

Ρύθμιση – δώρο στην αναπροσαρμογή ασφαλίστρων από την κυβέρνηση στις ασφαλιστικές

Σύμφωνα με πληροφορίες, η ρύθμιση στην ουσία στερεί πια από τον ασφαλισμένο τη δυνατότητα της προσφυγής του στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, ενώ διατηρεί τη δυνατότητα της καταγγελίας του συμβολαίου.

Για το ζήτημα τοποθετήθηκε με έκθεση της και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής η οποία πέρα από αιχμές που άφησε για αντισυνταγματικότητα και αδιαφάνεια, έθεσε στο κάδρο και το ζήτημα «καταχρηστικότητας» της επίμαχης διάταξης σημειώνοντας ότι η αναπροσαρμογή ασφαλίστρων θα γίνεται με «ασαφή» και μη δεσμευτικά κριτήρια. Η διάταξη που εισήγαγε ο Αδ. Γεωργιάδης «δημιουργεί αβεβαιότητα στον καταναλωτή», τονίζει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής.

Ειδικότερα η Επιστημονική Υπηρεσία τονίζει ότι:

-Είναι αντισυνταγματική η διάταξη που επιτρέπει την αύξηση ασφαλίστρων σε υφιστάμενα συμβόλαια. «Δεν φαίνεται να συνάδει µε το άρθρο 17 παρ. 1 του Συντάγµατος και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου», αλλά και με το άρθρο 17 του Χάρτη των Θεµελιωδών Δικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφέρει η Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας. Μάλιστα προειδοποιεί ότι «η νοµοθετική παρέµβαση σε υφιστάµενη σύµβαση προσχώρησης και η ενδεχοµένως απορρέουσα απώλεια για τον λήπτη της ασφάλισης, του δικαιώµατος που γεννάται µε την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, δύναται να οδηγήσει σε στέρηση περιουσίας».

-Είναι αδιαφανή και αντίθετα με την κοινοτική νομοθεσία τα κριτήρια για την αύξηση των ασφαλίστρων καθώς δεν προσδιορίζει την βαρύτητα κάθε κριτηρίου. «Οι προτεινόµενες ρυθµίσεις δεν συνάδουν ούτε µε την αρχή της διαφάνειας ούτε µε τις διατάξεις της οδηγίας 93/13/ΕΕ», υπογραμμίζει η Έκθεση και συνεχίζει λέγοντας πως το πρόβλημα αφορά την «παράθεση κριτηρίων και δεικτών αναπροσαρµογής των ασφαλίστρων, χωρίς εξειδίκευση και προσδιορισµό της βαρύτητάς τους στην ίδια την ασφαλιστική σύµβαση, κατά τρόπο που να επιτρέπει στον καταναλωτή να υπολογίσει, έστω κατά προσέγγιση, το εύρος των οικονοµικών δεσµεύσεων που αναλαµβάνει, αλλά και να ελέγξει την εφαρµογή των αναπροσαρµογών αυτών». Επισημαίνει δε ότι το ζήτηµα αυτό «δεν θεραπεύεται από τον νοµοθετικό χαρακτηρισµό τους είτε ως επαρκών για την πλήρωση των ανωτέρω προϋποθέσεων είτε ως µη καταχρηστικών».

-Αντίκειται στην κοινοτική νομοθεσία η ρύθμιση που ουσιαστικά νομιμοποιεί τις παράνομες ρήτρες. «Αν η ρήτρα για την αναπροσαρµογή των ασφαλίστρων στις ασφαλιστικές συµβάσεις µακροχρόνιας ασφάλισης υγείας είναι ασαφής ή ελλιπής, ή δεν πληροί την αρχή της διαφάνειας, ή εισάγεται στη σχετική σύµβαση προσχώρησης κατά τρόπο που δεν είναι σαφής και κατανοητός, συνιστά εµπορική πρακτική η οποία αντίκειται στα εξής άρθρα της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ», τονίζει η Επιτροπή. Προσθέτει δε ότι γεννούνται ασάφειες «για τις οποίες δεν θα ευθύνεται ο καταναλωτής, δεδοµένου ότι πρόκειται για συµβάσεις προσχώρησης, µε συνέπεια ο λήπτης της ασφάλειας να οδηγείται στο δίληµµα, είτε να αποδέχεται την προτεινόµενη αναπροσαρµογή, µε τα ζητήµατα που προαναφέρθηκαν ως προς την έλλειψη βαρύτητας των κριτηρίων, είτε να αναγκάζεται να προβαίνει σε καταγγελία της σύµβασης».

-Αντίκειται στο νόμο για την Ψηφιακή Διακυβέρνηση η ρύθμιση που ορίζει ότι ως τεκμήριο ενημέρωσης για τις μονομερείς αλλαγές στα συμβόλαια την απλή αποστολή e-mail από πλευράς της ασφαλιστικής εταιρείας. Σε όλη την δημόσια διοίκηση, αλλά και σύμφωνα με το νόμο της ΝΔ περί Ψηφιακής Διακυβέρνησης το σύστημα γνωστοποίησης του αποστολέα πρέπει να βασίζεται στην εξακρίβωση του χρόνου παραλαβής και πρόσβασης στο περιεχόμενο του ηλεκτρονικού μηνύματος.

Η αναδίπλωση του υπουργού Ανάπτυξης, επομένως, συνοδεύτηκε με την εξαίρεση από τη δυνατότητα αναπροσαρμογής ασφαλίστρων (από τις ασφαλιστικές) στα ήδη ισχύοντα συμβόλαια που προβλέπουν σταθερά ασφάλιστρα, ή προκαθορισμένες αναπροσαρμογές.

Άξιο σημασίας είναι ότι σε μια δεύτερη τροποποίηση της ρύθμισης, ο Α. Γεωργιάδης άλλαξε το σκέλος της τροπολογίας που προέβλεπε ότι θα εκδοθεί υπουργική απόφαση για να ρυθμισθούν τα ειδικότερα θέματα, που αναφέρονται στις αναπροσαρμογές ασφαλίστρων με αντικειμενικά κριτήρια. Η αλλαγή αφορά την πρόβλεψη ότι η υπουργική απόφαση αντικαθίσταται από προεδρικό διάταγμα που θα εισηγηθεί το υπουργείο Ανάτπυξης, το οποίο αναμένεται να περάσει και από το ΣτΕ.

Αυτό σημαίνει ότι τα κριτήρια βάσει των οποίων μπορεί να γίνει η αναπροσαρμογή των ασφαλιστηρίων συμβολαίων δεν θα καθοριστούν με υπουργική απόφαση, αλλά με Προεδρικό Διάταγμα κατόπιν πρότασης του Υπουργού, το οποίο θα περάσει από προληπτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ώστε να είναι απολύτως σαφές ότι θα είναι εξειδικευμένα.

Η αλλαγή αυτή αντιμετωπίζεται με ανησυχία καθώς η διαδικασία φαίνεται ότι θα πάρει καιρό μέχρι να καθοριστούν τα κριτήρια και άρα θα υπάρξει νομική αβεβαιότητα σχετικά με την εφαρμογή του νόμου.

Σημειώνεται, τέλος, πως ο νόμος (λόγω της ρύθμισης) δημιουργεί ένα θολό τοπίο σχετικά με τις αυξήσεις των ασφαλίστρων (πέρα από τις τροποποιήσεις που έκανε σε δεύτερο χρόνο ο υπουργός), με μόνο όρο ότι θα ενημερώνεται εκ των προτέρων ο καταναλωτής και θα έχει δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης.

Οι ασφαλιστικές -από την πλευρά τους- φαίνεται να προσπαθούν να μετακυλήσουν το κόστος αποζημιώσεων προς τους ασφαλισμένους καθώς όπως σημειώνει η «Καθημερινή», το κόστος αποζημιώσεων για τα ισόβια ασφαλιστήρια έχει αυξηθεί κατά 52% την περίοδο μεταξύ 2011-2018 (με βάση τα στοιχεία των εταιρειών που έχει επεξεργαστεί το ΙΟΒΕ), με τις εταιρείες να αδυνατούν να μετακυλίσουν την αύξηση αυτή στους ασφαλισμένους και, «σε όποιες περιπτώσεις αυτό επιχειρήθηκε, ακολούθησαν καταγγελίες στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, στον Συνήγορο του Πολίτη ή ακόμη και στα δικαστήρια» αναφέρει το δημοσίευμα.

Με βάση τη νομοθεσία για την προστασία του καταναλωτή, οι όποιες αυξήσεις επέβαλλαν οι εταιρείες με βάση αυτούς τους γενικούς όρους κρίνονταν μονομερείς και καταχρηστικές για τους ασφαλισμένους, με συνέπεια την επιβολή υψηλών προστίμων, ενώ με το προς ψήφιση πλαίσιο φαίνεται ότι τα παραπάνω προσκόμματα πιθανώς ξεπερνιούνται -τουλάχιστον για μια μερίδα ασφαλισμένων.