της Δήμητρας – Δώρας Τελώνη

Ο κόσμος συνήθως έχει ακούσει κάτι ή μπορεί και να έχει συνεργαστεί κάποια στιγμή με κοινωνική/ό λειτουργό χωρίς να γνωρίζει τι ακριβώς είναι. Για τον λόγο αυτό θα αναφερθώ αρχικά και εν συντομία στο επαγγελματικό και ακαδημαϊκό αυτό πεδίο. Η κοινωνική εργασία λοιπόν, ανήκει στις κοινωνικές επιστήμες και για την ακρίβεια πρόκειται για μία εφαρμοσμένη κοινωνική επιστήμη. Οι κοινωνικές/οί λειτουργοί υποστηρίζουν ανθρώπους που βιώνουν φτώχεια, αποκλεισμούς, διακρίσεις, βία και εργάζονται σε πολλαπλούς τομείς όπως για παράδειγμα στην παιδική προστασία, στην υγεία, στο προσφυγικό κλπ. Εργάζονται ως υπερασπίστριες/τες των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με την Κοινωνική Δικαιοσύνη, και την Απελευθέρωση των Ανθρώπων να αποτελούν βασικούς άξονες της εργασίας τους (βλ. Παγκόσμιο Ορισμό Κοινωνικής Εργασίας) [1].

Την τελευταία δεκαετία μεγάλο μέρος των κοινωνικών λειτουργών στην Ελλάδα εργάζεται στο λεγόμενο «προσφυγικό» τομέα ιδίως στα χρόνια που ακολούθησαν μετά το «μεγάλο καλοκαίρι» της «προσφυγικής κρίσης» το 2015. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που δημοσιεύθηκε το 2020 [2] πρόκειται συνήθως για νέες και νέους επαγγελματίες που αντιμετωπίζουν εργασιακή επισφάλεια, δουλεύοντας με συμβάσεις σε ΜΚΟ ή/και μέσω χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων. Στην πράξη καλούνται να διαχειριστούν τα αποτελέσματα των εχθρικών πολιτικών της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των προσφύγων. Είτε εργάζονται στα σύνορα, είτε στα camps, σε δομές φιλοξενίας στην ενδοχώρα είτε στην προστασία ασυνόδευτων ανηλίκων υπάρχει ένας κοινός παρανομαστής: Η συστηματική παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσφύγων. Ο κατάλογος είναι μεγάλος και αφορά τα κοινωνικά δικαιώματα όπως την δυσκολία πρόσβασης ή και καθόλου πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην εργασία, στην υγεία, αφορά την πρόσβαση σε βασικά αγαθά επιβίωσης όπως νερό, φαγητό, ασφαλής στέγη αφορά στο ανθρώπινο -καθολικό υποτίθεται -δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, της ασφάλειας στα βασικά δηλαδή ώστε να μπορεί κάποιος/κάποια να ζει στοιχειωδώς ανθρώπινα χωρίς να παραμένει «άνθρωπος-φάντασμα» χωρίς χαρτιά σε μαζικές δομές εγκλεισμού, αφορά τις πολιτικές βίας κατά των προσφύγων όπως είναι οι επαναπροωθήσεις (pushbacks) στα σύνορα.

Τα αποτελέσματα της έρευνας που προαναφέρθηκε, δείχνουν πως προκειμένου να εξασφαλιστεί στοιχειωδώς η κάλυψη βασικών αναγκών επιβίωσης για τις προσφύγισσες και τους πρόσφυγες όπως τροφή, στέγη, ρουχισμός η/ο εκάστοτε κοινωνική/ός λειτουργός θα πρέπει να υλοποιήσει τουλάχιστον 12 (!) είτε τηλεφωνικά είτε/και κατά πρόσωπο επικοινωνίες με το δίκτυο υπηρεσιών για το κάθε άτομο και οικογένεια ξεχωριστά. Το στοιχείο αυτό δεν αναδεικνύει μόνο την περιπλοκότητα της εργασίας των κοινωνικών λειτουργών αλλά και την έλλειψη κοινωνικού κράτους αλλά και ιδιαίτερα της δυσχερούς πρόσβασης των προσφύγων/σσων στα κοινωνικά δικαιώματα. Οι κοινωνικές/οί λειτουργοί κάνουν στην πλειοψηφία τους ότι καλύτερο μπορούν, όμως χωρίς κοινωνικό κράτος και χωρίς πολιτικές που να υποστηρίζουν αντί να βιαιοπραγούν εις βάρος των προσφύγων/σσων, η υποστήριξη που μπορούν να προσφέρουν οι επαγγελματίες παραμένει σε πολλές των περιπτώσεων σε μικρο-επίπεδο, χωρίς να ασκείται πίεση για αλλαγή πολιτικών. Φυσικά η παροχή κοινωνικής υποστήριξης που περιλαμβάνει πληροφόρηση, συνηγορία, διασύνδεση με υπηρεσίες, ενδυνάμωση προς άτομα, οικογένειες και κοινότητες μπορεί και κάνει τη διαφορά στις ζωές των ανθρώπων στην καθημερινότητα. Παράλληλα όμως με τις υποστηρικτικές παρεμβάσεις των κοινωνικών λειτουργών οι βίαιες πολιτικές συνεχίζονται με καταστροφικές συνέπειες επάνω στους ανθρώπους. Υπάρχουν όμως και σημαντικές αντιστάσεις…

Στην κεντρική συζήτηση της Αντιρατσιστικής Γιορτής στις 25/9 συμμετείχε ο Ιάσονας Αποστολόπουλος, διασώστης ο οποίος μίλησε για το έγκλημα των επαναπροωθήσεων στα σύνορα και τις «εξαφανίσεις» προσφύγων. Η προσφύγισσα και ακτιβίστρια Parwana Amiri, μίλησε για την αγωνία και τον φόβο του να ζεις αποκλεισμένη στα camps, για την προσπάθεια της μέσα από το γράψιμο να ακουστεί η «φωνή» της η «φωνή» των προσφύγων, την προσπάθεια επιβίωσης στα camps και τους αγώνες τους για τα βασικά δικαιώματα στην εργασία, στην εκπαίδευση, στην ασφάλεια στο να ζουν ανθρώπινα και να μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα.

Η Parwanα Amiri, μας μίλησε και για κάτι άλλο. Είπε πως “Δεν θέλουμε να μας εκπροσωπούν, είμαστε εδώ να μιλήσουμε, είμαστε εδώ για παλέψουμε ελάτε μαζί μας ενωθείτε μαζί μας.»
Το κάλεσμα αυτό, αν και η Parwana μιλούσε στα Αγγλικά και μόνο μ’ ένα μικρόφωνο, ακούστηκε δυνατά πέρασε τα όρια της Πλατείας Πρωτομαγιάς, ήταν ένα Κάλεσμα – Κραυγή δύναμης και ανάγκης αλληλεγγύης και σαν να έφτανε ψηλά προς τον ουρανό. Εκείνη την στιγμή σκέφτηκα τα λόγια του Χατζηδάκη για τον ρόλο της Παιδείας ως μία διαδικασία για διαμόρφωση «ενός ελεύθερου άνθρωπο…με ονειρική δομή, με αγωνία απελευθέρωσης και με διαθέσεις μιας ιπτάμενης φυγής προς τα άστρα…» και κάπως ενώθηκαν με την Κραυγή-Κάλεσμα της Parwana, ενώθηκαν με την δική της αγωνία απελευθέρωσης, για την Ελευθερία που έχει μέσα της και πασχίζει να υπάρξει και γύρω της και στην καθημερινότητας.

Το κάλεσμα της Parwana Amiri είναι το κάλεσμα για κοινή δράση και αγώνα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για τα ανθρώπινα, για τα κοινά αυτά που όλες και όλοι θα έπρεπε να έχουμε.

Το κάλεσμα – πρόσκληση της Parwana Amiri δεν απευθυνόταν μόνο σε όσες και όσους ήταν στην Αντιρατσιστική Γιορτή. Απευθυνόταν σε όλα τα ανθρώπινα όντα. Είναι ένα κάλεσμα για να δούμε το έγκλημα που πραγματοποιείται καθημερινά δίπλα μας και ίσως γιατί έχουμε κουραστεί να το ακούμε, ίσως γιατί τον συνηθίσαμε τον πόνο, ίσως δεν τον αντέχουμε και πολύ, λυπούμαστε λίγο για λίγο και μετά ξαναγυρνάμε στον δικό μας αγώνα καθημερινής επιβίωσης. Όμως ξεχνάμε πως δεν μπορεί κανείς και καμία μας να επιβιώσει μόνος και μόνη χωρίς αλληλεγγύη. Και όταν ενώνουμε την φωνή μας με το δίκιο θα κερδίσουμε, ίσως όχι σήμερα ίσως αύριο αλλά θα κερδίσουμε.

Τα δικαιώματα των προσφύγων και των προσφυγισσών, τα δικαιώματα των παιδιών, το έγκλημα που συντελείται στον 21ο αιώνα με χιλιάδες νεκρούς στην Μεσόγειο δεν αφορά μόνο όσους και όσες αναγκάζονται να μεταναστεύσουν λόγω πολεμικών συρράξεων, βίας, φτώχειας και κλιματικής αλλαγής, ούτε βέβαια αφορούν μόνο το Αντιρατσιστικό Κίνημα, αν και ιδιαιτέρως ισχυρό στην Ελλάδα.

Χρειαζόμαστε άμεσα ένα πιο πλατύ μέτωπο στο οποίο να συμμετέχουν οι εργαζομένες/οι από το «προσφυγικό» μαζί με τις/τους επαγγελματίες υγείας, μαζί με τις οργανώσεις προσφύγων/σσων, με οργανώσεις Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με το Αντιρατσιστικό Κίνημα, το Αναπηρικό Κίνημα, το Φεμινιστικό, το ΛΟΑΤΚΙ, μαζί με τα Δημόσια Πανεπιστήμια. Η καταπίεση άλλωστε ποτέ δεν αφορά μόνο κάποιες και κάποιους άλλους, είναι πάντα και δική μας όταν αφορά τον διπλανό μας και μόνο μαζί με τους γύρω μας θα απελευθερωθούμε.

Οι κοινωνικές/οι λειτουργοί του Δικτύου Δράσης Κοινωνικών Λειτουργών βρεθήκαμε στην Αντιρατσιστική Γιορτή για την σύνδεση της καθημερινής αντι-καταπιεστικής πρακτικής μέσω της εργασίας μας με τον κοινό αγώνα των κοινωνικών κινημάτων για κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτή την φορά ήταν εκεί πολλές και πολλοί συναδέλφισσες και συνάδελφοι, ήταν εκεί και οι φοιτητές/τριες της Πρωτοβουλίας Κοινωνικών Λειτουργών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής. Αυτή τη φορά ήταν εμφανές πως κάτι έχει αρχίσει να αλλάζει.

Μπορεί και να έχει έρθει η στιγμή ώστε οι κοινωνικές/οί λειτουργοί να ακουστούμε πιο δυνατά μέσω της συλλογικής δράσης μας. Μέρος της εργασίας μας άλλωστε δεν είναι μόνο η κοινωνική υποστήριξη των ανθρώπων στις δομές που εργαζόμαστε αλλά και η διεκδίκηση αλλαγής άδικων πολιτικών. Οι μορφές της διεκδίκησης αυτής μπορεί να είναι πολλές. Αναφέρω ενδεικτικά καμπάνιες, συμμετοχή στον Δημόσιο Διάλογο, κείμενα και οι συλλογικές διαμαρτυρίες. Ετούτη την στιγμή των επαναπροωθήσεων και των κέντρων κράτησης – φυλακών των προσφύγων/σσων, να μιλήσουμε για το έγκλημα κατά των προσφύγων/σσων, να μιλήσουμε για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να ενώσουμε την φωνή μας με τις προσφύγισσες και τους πρόσφυγες στα camps. Η σύνδεση μας με τις οργανώσεις και τα κοινωνικά κινήματα η πολιτική δράση της κοινωνικής εργασίας είναι βασικός άξονας για την αλλαγή πολιτικών, με τις οργανώσεις και τα κινήματα να αποτελούν βασικούς συμμάχους μας στον άξονα κοινωνική δικαιοσύνη.

Η κοινωνική εργασία εργάζεται με όσες και όσους βιώνουν την καταπίεση και εργάζεται στην κατεύθυνση της απελευθέρωσης των ανθρώπων. Η θέση των κοινωνικών λειτουργών ξεκάθαρα είναι στην υπεράσπιση και διεκδίκηση των δικαιωμάτων των προσφύγων και των προσφυγισσών. Είμαστε μαζί τους ενώνουμε την «φωνή μας με την δική τους με τα λόγια της Parwana Amiri να μας προτρέπουν:

“Say it Clear, Say it loud” – «Πες το Καθαρά, πες το Δυνατά»

Η Τελώνη Δήμητρα-Δώρα είναι Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνικής Εργασίας του ΠΑΔΑ, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του Δικτύου Δράσης Κοινωνικών Λειτουργών και του Social Work Action Network-International

 

[1] https://www.ifsw.org/wp-content/uploads/ifsw-cdn/assets/ifsw_63944-8.pdf

[2]  Teloni, D. D., Dedotsi, S., & Telonis, A. G. (2020). Refugee ‘crisis’ and social services in Greece: social workers’ profile and working conditions. European Journal of Social Work23(6), 1005-1018.