του Θάνου Καμήλαλη
Δύο δολοφονίες που δείχνουν «μαφία» μέσα σε ένα 24ωρο στην Αθήνα, σε Σεπόλια και Βάρη, πυροβολισμοί στον Άλιμο την Τρίτη. Μία δολοφονία δημοσιογράφου τον Απρίλιο, του Γιώργου Καραϊβάζ (για την οποία η κυβέρνηση τοποθετήθηκε μετά την ηγεσία της Ε.Ε), η πρώτη μετά από πάνω από δέκα χρόνια, από εκείνη του Σωκράτη Γκιόλια, που έμεινε ανεξιχνίαστη. Ένα συμβόλαιο θανάτου εναντίον ενός ακόμα, του Κώστα Βαξεβάνη και μία έξαρση, όπως παραδέχονται κι επίσημα χείλη, υποθέσεων που σχετίζονται με οργανωμένο έγκλημα.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι αντίδρασης σε αυτά τα (νέα) δεδομένα. Μπορούμε να εμπιστευθούμε το σημάδι των εκτελεστών, που στο κάτω κάτω την ξέρουν τη δουλειά, όπως έσπευσε να καθησυχάσει ο Άρης Πορτοσάλτε. «Δόξα τω Θεώ- αυτοί ξέρουν από σημάδι και καθαρίζουν κατευθείαν» σχολίασε το πρωί της Τετάρτης στον ΣΚΑΙ καλώντας κοινωνία και ειρωνικά την αντιπολίτευση «να μην αγχώνονται». Eίναι σκληρός ο ανταγωνισμός ανοησίας με την κυβερνητική εκπρόσωπο, Αριστοτελία Πελώνη, που υποστήριξε ότι τα εγκλήματα αυτά «όσο είχαμε περιοριστικά μέτρα ήταν πολύ πιο δύσκολο να γίνουν».
Υπάρχει και η άποψη που εκφράζεται από τον υπουργό Εσωτερικών, Μάκη Βορίδη, ότι «αυτά συμβαίνουν», όπως έχει υποστηρίξει έμμεσα, και παρακολουθούμε απλά τα ενδημικά χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος, που ξεκαθαρίζει λογαριασμούς κάθε τόσο. Αυτή η επιχειρηματολογία ξεκινάει έστω από κάτι λογικό: Εγκλήματα συνέβαιναν πάντα, συμβαίνουν και δυστυχώς δεν έχει βρεθεί ο τρόπος ώστε να εκλείψουν. Αλλά από αυτό το σημείο αφετηρίας μέχρι το να αντιμετωπίζεται η έξαρση ως κάποιου είδους φυσικό φαινόμενο, υπάρχει μία κάποια απόσταση. Εδώ και οι φυσικές καταστροφές, για τις οποίες συχνά ακούγεται το επιχείρημα της «κακιάς της ώρας», έχουν συγκεκριμένες αιτίες (βλ.κλιματική αλλαγή, διαχρονική έλλειψη αντιπλημμυρικών έργων και πυροπροστασίας-δασοπροστασίας κ.α).
Είναι σχεδόν περιττό πλέον να αναφέρουμε την εμμονή της ΝΔ με το δόγμα «Νόμος και Τάξη» και την άκρως αριβίστικη προσπάθεια να καλλιεργεί φόβο και ανασφάλεια στους πολίτες με «άβατα», «τρομοκρατία», μαζί με ένα ιδιότυπο φετίχ με τη λέξη «τρικάκια», που ίσως αρκετός κόσμος να αγνοεί ότι σημαίνει φυλλάδια. Η αντίφαση αυτή σχολιάζεται εδώ και μέρες, αλλά η αλήθεια είναι ότι το «Νόμος και Τάξη» δεν έχει καμία σχέση με την κοινή η οργανωμένη εγκληματικότητα. Έχει σχέση μόνο με την καταστολή των αντιδράσεων στις βάρβαρες πολιτικές της κυβέρνησης, την αντιδημοκρατική προσπάθεια για απόλυτη πειθαρχία (που πιάνει και εργασία, απεργία, διαδηλώσεις), τον διαρκή έλεγχο που εκτείνεται ακόμα, από μία πλευρά της Δεξιάς και σε σώματα ή συμπεριφορές κοινωνικών ομάδων που αντιμετωπίζουν διακρίσεις.
Η υπόθεση του χρυσαυγίτη Παππά, που φαίνεται μάλιστα ότι διαπραγματεύεται με το ελληνικό κράτος, θα έπρεπε να έχει λύσει εδώ και μήνες τέτοια ερωτήματα. Καμία παρακολούθηση δεν υπήρξε, καμία επικήρυξη, κανένα μέχρι στιγμής αποτέλεσμα, για τον υπαρχηγό μίας καταδικασμένης πρωτόδικα εγκληματικής οργάνωσης σε μία ιστορικής σημασίας δίκη.
Το γεγονός ότι η «Ασφάλεια» πολιτικοποιήθηκε τόσο χυδαία από τη Νέα Δημοκρατία όσο βρισκόταν στην αντιπολίτευση, ως ένα από τα αφηγήματα που θα έκρυβε την πλήρη στήριξή της στις μνημονιακές πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ, ίσως να μην αρκούσε για να χαρακτηρίζονται οι συχνές μαφιόζικες δολοφονίες ως πολιτικό θέμα και σήμερα. Την καλύτερη απάντηση σε όλο αυτό ίσως, παραδόξως και για πρώτη φορά στην καριέρα του, να την έδωσε ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης, εμφανιζόμενος για μία και μοναδική φορά ως ενημερωμένος:
«Το οργανωμένο έγκλημα δεν έχει ιδεολογικές αναφορές αλλά έχει πολύ χρήμα και έχει αρχίσει εδώ και καιρό να το νομιμοποιεί σε επιχειρηματικές δραστηριότητες. Εάν έτσι εισέλθει στους θεσμούς θα έχουμε ζήτημα κανονικής μαφίας. Η δημοκρατία οφείλει να απαντήσει γρήγορα. Οργανωμένη, ενωμένη, συντονισμένη»
«Εδώ και καιρό» ε; Κοίτα να δεις κάτι πράγματα. Μακάρι δηλαδή να είχαμε και κάποιον Υπουργό που να μπορεί να κάνει έστω στοιχειωδώς τη δουλειά του αντί να σχολιάζει την επικαιρότητα ή να καθορίζει εκκενώσεις καταλήψεων και αστυνομικές εισβολές σε πανεπιστήμια μία φορά τον μήνα. Ή, μακάρι τουλάχιστον, να έλειπαν ρυθμίσεις της Νέας Δημοκρατίας που θα μπορούσαν να αποδειχθούν πολύ χρήσιμες για τους εγκληματίες που θέλουν να εμπλακούν σε τέτοιες προσπάθειες και να δυσκολέψουν ακόμα περισσότερο το έργο των αρμόδιων αρχών. Όπως, για παράδειγμα, η διάταξη που προστέθηκε το 2019 στον Ποινικό Κώδικα και έγινε και θέμα στους Financial Times, με την οποία… ξεπλένεται το ξέπλυμα χρήματος, καθώς «άτομα που είναι ύποπτα για εγκληματική απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ανακτούν περιουσιακά στοιχεία που είχαν παγώσει, αν δεν τεθούν σε δίκη εντός 18 μηνών».
Υπάρχει επίσης το ζήτημα των πολιτικών προτεραιοτήτων. Κι αυτό δεν αφορά μόνο το γεγονός ότι το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη φαίνεται να έχει παίξει τα ρέστα του στην Πανεπιστημιακή Αστυνομία, παρά της αντιδράσεις των φοιτητών, των ακαδημαϊκών, πρυτάνεων, αστυνομικών, ακόμα και ίσως και του Υπουργείου Παιδείας, που σίγουρα δεν φαίνεται να καίγεται για το ζήτημα. Στις αρχές του 2020, κάτοικοι της Καλλιδρομίου συναντήθηκαν με τον διοικητή του αστυνομικού τμήματος Εξαρχείων, σε κινητοποίησή τους για την εγκληματικότητα. Όπως επώνυμα κατήγγειλε ο αντιπρόσωπός τους μετά τη συνάντηση, ο διοικητής του είπε πως «ο σχεδιασμός άνωθεν είναι να χτυπηθεί πρώτα το πολιτικό και κοινωνικό έγκλημα στα Εξάρχεια, και μετά το ποινικό. Αυτή ήταν η ενημέρωση».
Μαζί με τις προτεραιότητες, έρχεται και η διαχείριση των πόρων. Των τεράστιων και ολοένα αυξανόμενων πόρων για την ακρίβεια, καθώς τίποτα από όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι η ΕΛ.ΑΣ χρειάζεται και άλλες προσλήψεις. Εξάλλου, κάθε μήνα κυριολεκτικά, μας διαφημίζει τα νέα της οχήματα, από περιπολικά μέχρι και ηχητικά κανόνια, ενώ το τακτικό προσωπικό του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη έχει αυξηθεί από 67.096 στα 71.644 άτομα μεταξύ Ιανουαρίου 2020 – Ιανουαρίου 2021.
Ως προς αυτό το επίσης άκρως πολιτικό κομμάτι, που αφορά το δημόσιο χρήμα, αξίζει ειδική αναφορά στην κατατοπιστική ανακοίνωση της Δημοκρατικής Ενωτικής Κίνησης Αξιωματικών, που εξηγεί πώς είναι δυνατόν τα αποτελέσματα στην ασφάλεια να είναι ανύπαρκτα παρά τις αθρόες προσλήψεις στην ΕΛ.ΑΣ:
«Οι συνάδελφοι μας εργάζονται στα Τμήματα Ασφάλειας λιγοστοί και αυτοί, χωρίς να κάνουν περιπολίες στις γειτονίες, με τα ναρκωτικά και τις σπείρες να κάνουν πάρτι καθώς απασχολούνται σε αλλότρια καθήκοντα όπως η φύλαξη ακίνητων στόχων στο Κολωνάκι και παντός είδους “ευπαθών” στόχων.
Πάνω από την μισή δύναμη των 20 ΤΑ της Αθήνας απασχολείται με σκοπιές στο κέντρο της Πόλης. Με προσωπικό μειωμένο κατά 60% σε Τμήματα Ασφάλειας όπως Βύρωνα, Ακρόπολη και Ομόνοιας η κατάσταση είναι εκτός ελέγχου. Εάν οι αποδράσεις γίνουν συνήθεια, υπεύθυνοι πρώτα και πάνω από όλα θα είναι όσοι από τα γραφεία τους διατάσσουν να γίνονται μεταγωγές με ελάχιστο προσωπικό παραβιάζοντας τις κείμενες διατάξεις»
Δηλαδή, αυτό που λένε οι Αστυνομικοί είναι ότι οι προσλήψεις καταλήγουν είτε για προστασία διαφόρων προσώπων (καλά πήγε αυτό με τον Φουρθιώτη) είτε για… μόστρα, στο κέντρο της Αθήνας ώστε να τους βλέπει ο κόσμος και να νιώθει «ασφαλής».
Το «Νόμος και Τάξη» λοιπόν είναι για «αντιφρονούντες», την πειθάρχιση της κοινωνίας, την καταπολέμηση του «αριστερού ριζοσπαστισμού» και τις επικονωνιακές φιέστες ή φανφάρες ενός παντελώς αποτυχημένου και διαρκώς επικίνδυνου Υπουργού. Το οργανωμένο έγκλημα, οι «μαφίες» δεν ανήκουν σε αυτό το πλαίσιο, είναι στην τελική που δεν απειλεί την εξουσία. Αλλά η έξαρση, η απειλή για τη δημόσια ζωή, οι οικονομικές και κοινωνικές τους διαστάσεις (όταν μιλάμε για μαύρο χρήμα και διαφόρων ειδών κυκλώματα), σημαίνει ότι τέτοια ζητήματα, μολονότι δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με την μητσοτακική χυδαία τρομολαγνεία της αντιπολίτευσης της ΝΔ, παραμένουν άκρως πολιτικά.
Η δήθεν «Ασφάλεια» της κυβέρνησης έχει καταλήξει μία μόνιμη και χειμαρρώδης ανασφάλεια, στην Εργασία, στην Υγεία, στην κοινωνία γενικότερα. Τα συχνά πιστολίδια απλώς προσθέτουν τα ηχητικά στο όλο θρίλερ, δηλώνοντας ακόμα μία απρόσμενη ίσως μεν, εκκωφαντική δε, αποτυχία.