κείμενο της συντακτικής ομάδας του ThePressProject
Μέχρι το Σάββατο το βράδυ είχαμε δηλώσεις νομικών που εφιστούσαν την προσοχή μας στο ότι η απαγόρευση της πορείας του Πολυτεχνείου δεν μπορεί να γίνει με απλή δήλωση του Υπουργού και ότι αυτό δεν συνιστά κανονικό τρόπο νομοθέτησης που να στοιχειοθετεί αντίστοιχο αδίκημα. Συνεπώς, δίωξη για πρόσκληση σε απείθεια δεν μπορεί να υπάρξει αν η ίδια η πορεία δεν είναι τυπικά παράνομη, παρότι μπορεί να έχουμε σχετικές δηλώσεις.
Το Σάββατο το βράδυ υπήρξε δημοσίευση στο ΦΕΚ από τη διεύθυνση της Αστυνομίας, που απαγορεύει από την Κυριακή το πρωί την κυκλοφορία σε ομάδες άνω των τεσσάρων ατόμων, για τέσσερις ημέρες, μέχρι τις 18 Νοεμβρίου. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι οι εισαγγελικές έρευνες και οι συλλήψεις που παρακολουθήσαμε τις τελευταίες μέρες, εναντίων της Προέδρου των νοσοκομειακών γιατρών Θεσσαλονίκης, του Προέδρου και Γραμματέα των γιατρών στην Καρδίτσα και των μελών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για «διέγερση σε ανυπακοή», ήταν ξεκάθαρα παράνομες με μόνο στόχο έναν αντιδημοκρατικό εκφοβισμό, ή στην περίπτωση των γιατρών, φίμωση.
Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια συνθήκη που (πλέον) η συγκέντρωση είναι παράνομη, κατά παράβαση του Συντάγματος, και που ένα μεγάλο κομμάτι και του προοδευτικού κόσμου στηρίζει αυτή την εξέλιξη. Τα επιχειρήματα ποικίλουν, ξεκινώντας από το αυτονόητο ενδιαφέρον για τη δημόσια Υγεία και συνεχίζοντας στη ρεαλιστική στάθμιση του ενδεχομένου να υπάρξει μια πορεία πολύ αδύναμη, που να κατασταλεί και να λοιδορηθεί ή να της φορτωθούν όλες οι αμαρτίες της κακοδιαχείρισης της πανδημικής κρίσης, και φτάνοντας ως την απλή εκτίμηση ότι δεν μπορεί να θέτουμε σε κίνδυνο ζωές επειδή δεν μπορούμε να περιμένουμε και θέλουμε να διαδηλώσουμε αμέσως, την Τρίτη.
Το επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε από λοιμωξιολόγο που έλεγε πως έστω και δύο άτομα να χαθούν, δεν πρέπει να το κάνουμε, δεν ευσταθεί. Το “έστω και δύο άτομα” θα μπορούσε να ειπωθεί για οποιαδήποτε δραστηριότητα έχει κανείς εκτός του σπιτιού του. Δεν έχουν όμως σταματήσει όλες οι δραστηριότητες, διότι σταθμίζουμε και προσπαθούμε να επέμβουμε εκεί που υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος μετάδοσης, και πάντα σε σχέση με το ποια είναι η βαρύτητα αυτού που πρέπει να στερηθεί κανείς. Αυτό λέει η λογική, ώστε τα μέτρα να έχουν ένα σκεπτικό που να μπορεί να γίνει κατανοητό. Έτσι, εκτός από το να ψωνίζει κανείς φαγητό και να πηγαίνει στο φαρμακείο, έχουμε ακόμα επιχειρήσεις και δομές που λειτουργούν με προσωπικό στον χώρο, κανάλια με τηλεοπτικές εκπομπές με καλεσμένους και Βουλή που συνεχίζει να συνεδριάζει δια ζώσης. Είναι λάθος; όχι, είναι στάθμιση αγαθών.
Αυτή τη στιγμή επίσης έχουμε κυβέρνηση σε νομοθετικό «οίστρο» τον οποίο δεν σκέφτεται να αναστείλει:
- Ψήφισαν τον Πτωχευτικό νόμο, ένα καθεστώς οικονομικής φυλακής για όποιον πολίτη πτωχεύσει χωρίς προστασία της πρώτης κατοικίας του αλλα πληρώνοντας μόνο ενοίκιο, εν μέσω μάλιστα μιας τεράστιας οικονομικής κρίσης, τα αποτελέσματα της οποίας δεν γνωριζουμε ακριβως ακόμα.
- Ψήφισαν τη μαζική πρακτικά ακύρωση αιτήσεων για υπαγωγή στον νόμο προστασίας της πρώτης κατοικίας, μαζί με μία διάταξη – πλυντήριο μεγάλης φοροδιαφυγής και την καρατόμηση της Εισαγγελέως Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη. Αυτά όλα έγιναν την ημέρα ανακοίνωσης του δεύτερου lockdown.
- Eτοιμάζονται να ψηφίσουν το νέο νόμο στα Εργασιακά, όπου προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η 10ωρη εργασία σε επιχειρήσεις, «υπό προϋποθέσεις», με πληρωμή των υπερωριών σε «ρεπό και άδειες» εντός εξαμήνου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μας λέει ότι επιδιώκει «ενότητα και συναίνεση», αλλά την ίδια ώρα προετοιμάζει ένα νομοσχέδιο για το οποίο ο ίδιος έχει υποστηρίξει ότι θα χτυπησει «τύμπανα πολέμου» στην αντιπολίτευση.
Ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας και αρθρογράφων επιχειρηματολογεί λέγοντας ότι η συγκέντρωση σε εξωτερικό χώρο με τήρηση των μέτρων δεν μπορεί να αποτελεί κίνδυνο τέτοιο που να δικαιολογεί την αναστολή του δικαιώματος της συνάθροισης. Όταν ακούστηκε από τον Σωτήρη Τσιόδρα ότι για το 86% των κρουσμάτων ευθύνονται κλειστοί χώροι συνάθροισης, θυμηθήκαμε τις βιαιοπραγίες εναντίον νέων σε πλατείες. Τώρα που ξαναρχίζει ο κύκλος της καταστολής, θα χρειαστεί να το ξαναθυμηθούμε.
Η κυβέρνηση έχει ευθύνες τις οποίες έχουν επισημάνει κόμματα, συλλογικότητες, δημοσιογράφοι, απλοί πολίτες και ιδίως οι καθ’ ύλην αρμόδιοι, οι γιατροί. Είναι σημαντικό να τονίσουμε εδώ ότι οι ευθύνες αυτές ξεπερνούν την αμέλεια και έχουν να κάνουν με την επιλογή της μη ενίσχυσης του ΕΣΥ, με σκοπό την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων της Υγείας μέσω Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα.
Αυτές τις μέρες παρακολουθούμε εμβρόντητοι τους γιατρούς να καταγγέλλουν ότι δεν έγινε τίποτα πριν το δεύτερο κύμα της πανδημίας, να αποκαλύπτουν τα ψέματα Πρωθυπουργού και Υπουργού, αλλά και την προκλητικά ωμή διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους ιδιώτες γιατρούς μέσω του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, για το αν θα πάρουν δύο ή τρία χιλιάρικα ώστε να «τηρήσουν τον όρκο του Ιπποκράτη». Ανακοινώθηκε η πρόσληψη μόλις 300 γιατρών, που μάλιστα είναι σε σημαντικό βαθμό αλλαγές εργασιακού καθεστώτος σε ήδη υπηρετούντες γιατρούς, ενώ για το τμήμα της Αστυνομίας στα Πανεπιστήμια σχεδιάζουν άμεσα 1.500 με 2.000 προσλήψεις αστυνομικών. Ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέει ανερυθρίαστα ψέματα σχετικά τόσο με τα ΜΜΜ, όσο και με το τί σημαίνει ο όρος «επίταξη του ιδιωτικού τομέα».
Όταν προκαλείς ξανά και ξανά την κοινωνία, με επίκεντρο το Πολυτεχνείο και καταλήγεις στην κατάπτυστη απόφαση να απαγορεύσεις τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις άνω των 3 ατόμων, για 4 ημέρες, πρέπει να μπορείς να πείσεις τους πολίτες ότι η ακόμα πιο «έκτακτη ανάγκη» από την προηγούμενη έκτακτη ανάγκη προκύπτει αφού έχεις κάνει ό,τι είναι δυνατόν για την προστασία της Δημόσιας Υγείας. Πριν αναστείλεις ένα άρθρο του Συντάγματος πλήρως, το άρθρο 11 με το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, πρέπει να μπορείς να εξηγήσεις πειστικά ότι δοκίμασες όλα τα υπόλοιπα μέσα που έχεις στη διάθεσή σου για να αντιμετωπίσεις την πανδημία. Επίσης, όταν επικαλείσαι υγειονομικούς λόγους, θα πρέπει να έχεις μαζί σου και μία επιστημονική εισήγηση σχετικά με το γιατί θα πρέπει να προχωρήσεις σε κάτι τόσο σοβαρό, αυστηροποιώντας ακόμα περισσότερο τα μέτρα, για 4 μόλις ημέρες.
Τα παραπάνω είναι εμφανές ότι δεν έχουν συμβεί. Και είναι εξοργιστικό ότι άνθρωποι που τα επισήμαναν, ξανά και ξανά, θα βρεθούν να κατηγορούνται ως «ανεύθυνοι», από αυτούς που έστηναν φιέστες στη Σαντορίνη, πανηγύριζαν για να επωφεληθούν δημοσκοπικά μετά το πρώτο κύμα, μας λένε ότι «θα πετούσαν λεφτά σε ΜΕΘ» αν έκαναν επίταξη εγκαίρως και ψελλίζουν τώρα πού και πού ένα «πέσαμε έξω».
Αυτή τη στιγμή θα είναι πολύ βολικό για την κυβέρνηση να μπορέσει να στρέψει τη δημόσια συζήτηση σε ένα επιθετικό δίπολο που έχει από τη μία μεριά τους υπεύθυνους που δέχονται τα μέτρα, όπως δέχτηκαν και τα αντίστοιχα μέτρα για τον εορτασμό του Πάσχα και τις παρελάσεις, και από την άλλη τους ανεύθυνους που θα δεχτούν τα «δίκαια» χτυπήματα της καταστολής. Η καταστολή έχει το πλεονέκτημα για την κυβέρνηση ότι καταλήγει να είναι μονά ζυγά δική της η νίκη.
Να εξηγήσουμε γιατί: το δικό μας κοινό, με ευαισθησίες στο ζήτημα, θα σοκαριστεί για το ότι αθώοι θα βρεθούν χτυπημένοι, με απίθανες κατηγορίες που θα αποσυρθούν σύντομα στην πορεία της διαδικασίας. Αυτό όμως που θα σοκάρει το κοινό που ήδη διαθέτει τέτοιες ευαισθησίες, θα ικανοποιήσει ένα κοινό που διψά για κρατική βία και θεωρεί πως αυτή είναι η απτή αποδειξη της υπευθυνότητας του κράτους που διαφυλάσσει την τάξη και την ασφάλεια.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οποιοδήποτε όργιο βίας και ανομίας και αν έχουμε από την πλευρά της αστυνομίας, θα οδηγήσει τη συζήτηση στην αστυνομική βία, αντί για την υγειονομική κρίσης, τους νεκρούς τους διασωληνωμένους και το σε οριακή κατάσταση δημόσιο σύστημα Υγείας. Εμείς θα μιλάμε με αποτροπιασμό για τη βία, συντηρητικοί ψηφοφόροι και δυσαρεστημένοι με άλλα ζητήματα ακροδεξιοί θα πανηγυρίζουν με μπογδάνεια αγαλλίαση και απόλαυση. Αλλά η ατζέντα θα έχει μετακινηθεί στο προνομιακό πεδίο της συμμόρφωσης των πολιτών προς τις προσταγές του κράτους, αντί για το ξεκάθαρο πεδίο που περιέχει τις σοβαρότατες ευθύνες της κυβέρνησης.
Οι αμφιβολίες πολλών για τη συμμετοχή σε μια μαζική πορεία την Τρίτη είναι εύλογες, ακόμη και αν κανείς διαφωνεί με τα συμπεράσματα. Η εντεινόμενη όμως καταστολή και η επιθετική νομοθέτηση μιας σταδιακής διολίσθησης σε καθεστώς εξαίρεσης, είναι σήμα κινδύνου που ξεπερνάει τη συγκεκριμένη μέρα, ειδικά όταν πρόκειται να συνεχίσει κανονικά να περνάει νομοσχέδια εναντιον της κοινωνίας, με την κοινωνία κλεισμένη σπίτι να προστατεύει μόνη της μαζί με τους γιατρούς της τη δημόσια Υγεία.
Έχει διατυπωθεί τέλος η κριτική ότι η συνολική απαγόρευση συναθροίσεων δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του αρχηγού της αστυνομίας, αλλά θα έπρεπε να αποφασιστεί από τη Βουλή. Υπάρχει κάποιος λόγος για αυτή την τόσο κραυγαλέα αντιθεσμική επίδειξη δύναμης; Ναι, και εντάσσεται στο πλαίσιο που περιγράψαμε παραπάνω. Αποτελεί συνειδητή πρόκληση. Η προτροπή σε απείθεια δεν συμβαίνει στο Facebook, την οργανώνει η κυβέρνηση παρανομώντας, για να καλύψει τις δικές της επιλογές που μας έχουν φτάσει στο σημερινό σημείο πολλαπλών και εξαιρετικά σοβαρών κρίσεων.